Η εκτόνωση της ενεργειακής κρίσης το 2023 -σε σχέση με την κορύφωση του 2022- είχε ως αποτέλεσμα και τη δραστική μείωση των «ενεργειακών» αναφορών στο Συνήγορο του Καταναλωτή για το έτος που πέρασε, οι οποίες πάντως παραμένουν πάνω από τα προ κρίσης επίπεδα και καλύπτουν ευρεία γκάμα θεμάτων, με τις αμφισβητήσεις των καταναλωτών για το ύψος των χρεώσεων στους λογαριασμούς τους στο επίκεντρο.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Συνηγόρου του Καταναλωτή, κατά το 2023 υποβλήθηκαν 2.736 αναφορές σχετικές με ενέργεια (και ύδρευση) που αναλογούν στο 17,1% των συνολικών αναφορών, ενώ το 2022 οι αναφορές για τους παρόχους ενέργειας ήταν υπερδιπλάσιες (5.319) και αναλογούσαν στο 39,8% του συνόλου. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στη εξομάλυνση των έντονων προβλημάτων του ενεργειακού τομέα. «Η ραγδαία αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας μέσω αδιαφανών ρητρών αναπροσαρμογής του τιμήματος αντιμετωπίστηκε αποτελεσματικά με την αναστολή χρέωσης τέτοιων ρητρών και τη μηνιαία ex ante ανακοίνωση των τιμών. Επίσης, με την παροχή κρατικών ενισχύσεων, αλλά και την πρόβλεψη δυνατότητας αλλαγής παρόχου ηλεκτρικής ενέργειας στις συνδέσεις κυμαινόμενου τιμολογίου χωρίς επιβάρυνση του καταναλωτή», υπογραμμίζεται μεταξύ άλλων.
Ο Συνήγορος του Καταναλωτή παρατηρεί ότι «μετά τα έτη της ενεργειακής κρίσης, όπου τον πρώτο λόγο είχαν οι ρήτρες αναπροσαρμογής, η πλειονότητα των αναφορών που υποβλήθηκαν στην Αρχή το 2023 σχετίζονται, όπως και παλαιότερα, με αμφισβητήσεις των καταναλωτών για τις χρεώσεις που αποτυπώνονται στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας. Τέτοιες αμφισβητήσεις απορρέουν είτε από την πλημμελή προσυμβατική ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με τα συμβατικά τιμολόγια μέσω παραπλανητικών διαφημίσεων και εμπορικών προωθητικών ενεργειών, είτε από τον αδιαφανή καθορισμό και υπολογισμό του ισχύοντος τιμολογίου στους λογαριασμούς κατανάλωσης ή και από προφανή λάθη στην τιμολόγηση (π.χ. μη απόδοση της έκπτωσης συνέπειας)».
Τα σημαντικότερα προβλήματα
Τα σημαντικότερα προβλήματα που εντόπισε η Αρχή είναι δυο. Πρώτον, τη μη σύναψη εγγράφων συμβάσεων προμήθειας – κατά παράβαση της κείμενης νομοθεσίας- και τη μη τήρηση τυπικών δικαιολογητικών κατά τη σύναψη νέων συμβάσεων. Σε σχέση με αυτό, διαπιστώθηκαν προβλήματα με την προφορική (τηλεφωνική) προσυμβατική ενημέρωση των καταναλωτών, η οποία σε πολλές περιπτώσεις κρίνεται ανεπαρκής και παραπλανητική, ενώ δεν συνοδεύεται πάντα από ηχογράφηση των κλήσεων, που συνιστούν αποδεικτικό υλικό. Σε σχέση με το δεύτερο πρόβλημα, η Αρχή διέκρινε ότι οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας δεν τηρούν πάντα τις τυπικές απαιτήσεις του νόμου για υποβολή από τους καταναλωτές εγγράφου τεκμηρίωσης της σχέσης τους με το εκάστοτε ηλεκτροδοτούμενο ακίνητο, καθώς και φωτογραφίας ένδειξης του μετρητή, με συνέπεια την υποβολή πολλών αναφορών σχετικά με τη σύναψη αυθαίρετων συμβάσεων και την ύπαρξη λανθασμένων χρεώσεων κατά τη διαδικασία αλλαγής προμηθευτή.
Άλλες προβληματικές διαπιστώσεις της Αρχής αφορούσαν σε:
- Απουσία συμβατικών προβλέψεων για την καταβολή ποινικών ρητρών προς τους καταναλωτές, σε περίπτωση υπαιτιότητας του προμηθευτή και, ιδίως, σε περίπτωση μη έγκαιρης εξυπηρέτησης των καταναλωτών ή έκδοσης λανθασμένων λογαριασμών κατανάλωσης.
- Καθυστερημένη καταβολή πιστωτικών υπολοίπων των τελικών λογαριασμών κατανάλωσης, πέραν του ενός μήνα από την έκδοση των σχετικών λογαριασμών.
- Μεγάλη αύξηση συστημικών λαθών σε υπολογισμούς χρεώσεων στους λογαριασμούς κατανάλωσης.
- Πλημμελή ενημέρωση των καταναλωτών για το δικαίωμα υπαναχώρησης
- Μη αποστολή των τιμολογίων προμήθειας.
- Έκδοση ιδιαίτερα αυξημένων «έναντι» λογαριασμών κατανάλωσης.
- Παράνομες τροποποιήσεις των τιμολογίων προμήθειας εντός έξι μηνών από την έναρξη της σύμβασης ή χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση του καταναλωτή.
- Μη αναλογική μείωση των ρητρών πρόωρης λύσης της σύμβασης, σύμφωνα με τον χρόνο διάρκειας της σύμβασης.
- Λανθασμένη εφαρμογή του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου (ΚΟΤ).
- Μη καταβολή ποινικών ρητρών, λόγω έκδοσης λανθασμένων λογαριασμών.
- Μη απόδοση έκπτωσης συνέπειας, μετά την εμπρόθεσμη πληρωμή του τελικού λογαριασμού κατανάλωσης.
Το 80,6% των αναφορών το 2023 αφορούσε στο ηλεκτρικό ρεύμα, το 12,7% στην προμήθεια φυσικού αερίου και το 6,7% στην ύδρευση. Από τις αναφορές που υποβλήθηκαν το 62% οδηγήθηκαν σε επίλυση, με το 47,6% να καταλήγει υπέρ του καταναλωτή και το 14,4% υπέρ του προμηθευτή.
Διαβάστε ακόμη