Μια ανάλυση του Ινστιτούτου Μελετών Ασφαλείας της Ε.Ε. (European Union Institute for Security Studies – EUISS) έρχεται να φωτίσει τις δύσκολες πτυχές του σχεδίου που παρουσίασαν τον Σεπτέμβριο του 2023 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ινδία για τον Οικονομικό Διάδρομο Ινδίας-Μέσης Ανατολής-Ευρώπης (IMEC). Πρόκειται για ένα φιλόδοξο έργο που προωθείται ως πιθανή εναλλακτική λύση στην πρωτοβουλία Belt and Road (BRI) της Κίνας και ενδιαφέρει πολύ την Ελλάδα καθώς θα αποτελεί έναν από τους κόμβους του διαδρόμου.

Το έργο στοχεύει στην ενίσχυση της συνδεσιμότητας και του εμπορίου μεταξύ Ασίας, Κόλπου και Ευρώπης μέσω της ανάπτυξης υποδομών μεταφορών (θαλάσσιες και σιδηροδρομικές διαδρομές), ψηφιακής συνδεσιμότητας (αγωγός δεδομένων υψηλής ταχύτητας) και ενεργειακών υποδομών (δίκτυο ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας και αγωγός πράσινου υδρογόνου). Η προτεινόμενη διαδρομή παρακάμπτει τη διώρυγα του Σουέζ, μειώνοντας ενδεχομένως σημαντικά τους χρόνους μεταφοράς.

Η προγραμματισμένη διαδρομή για το IMEC θα εκτείνεται από τη Βομβάη και τη Mundra στην Ινδία στα ΗΑΕ και τη Σαουδική Αραβία και στη συνέχεια μέσω του Ισραήλ στην Ελλάδα. Υπάρχει επίσης η δυνατότητα μιας εναλλακτικής διαδρομής για το δυτικό σκέλος του διαδρόμου που θα ταξιδεύει μέσω της Σαουδικής Αραβίας, του Ιράκ και της Türkiye, με περαιτέρω συνδέσεις με τη Μαύρη Θάλασσα ή τη Μεσόγειο.

Το σχέδιο IMEC καθοδηγείται από την ενίσχυση της σχέσης μεταξύ της Ινδίας και των χωρών του Κόλπου, ιδιαίτερα των ΗΑΕ και της Σαουδικής Αραβίας. Η αυξανόμενη εταιρική σχέση βασίζεται σε κοινά συμφέροντα για την ενεργειακή ασφάλεια, τα εμβάσματα από τους Ινδούς εργαζόμενους στον Κόλπο και την επέκταση της συνεργασίας στην επισιτιστική ασφάλεια, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την υγειονομική περίθαλψη. Η σχέση Ινδίας-Ισραήλ παίζει επίσης ρόλο, με έμφαση στην αμυντική συνεργασία και τα αναδυόμενα κοινά συμφέροντα στο νερό, τη γεωργία και το διάστημα. Το έργο του λιμανιού της Χάιφα, βασικό μέρος του IMEC, ανατέθηκε σε κοινή ινδο-ισραηλινή προσφορά, εδραιώνοντας περαιτέρω την εταιρική σχέση.

Αρκετά υφιστάμενα έργα προσφέρουν εναλλακτικές διαδρομές για τη σύνδεση της Ασίας με την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένου του Διεθνούς Διαδρόμου Μεταφορών Βορρά-Νότου (INSTC) και της Διεθνούς Οδού Μεταφορών μέσω της Κασπίας (TITR ή «Μεσαίος Διάδρομος»). Ωστόσο, το INSTC αντιμετωπίζει προκλήσεις λόγω των δυτικών κυρώσεων στη Ρωσία και το Ιράν, ενώ το TITR, που υποστηρίζεται από την πρωτοβουλία Global Gateway της ΕΕ, παρουσιάζει μια βιώσιμη εναλλακτική λύση που παρακάμπτει τη Ρωσία. Η συμφωνία I2U2, που περιλαμβάνει την Ινδία, το Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τις Ηνωμένες Πολιτείες, χρησιμεύει ως πρόδρομος του IMEC, εστιάζοντας σε συμπράξεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα στην υγεία, την πράσινη ενέργεια και την επισιτιστική ασφάλεια.

Οι προκλήσεις

Παρά τις δυνατότητές της, όπως επισημαίνει το EUISS, το IMEC αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την πρόοδό της. Η έλλειψη συγκεκριμένων χρηματοδοτικών δεσμεύσεων και η εξάρτηση από συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) δημιουργούν αβεβαιότητα όσον αφορά τη χρηματοδότηση. Το περίπλοκο κανονιστικό τοπίο στις διάφορες χώρες θέτει ένα ακόμη εμπόδιο, απαιτώντας εξορθολογισμένες τελωνειακές διαδικασίες και νομικά πλαίσια. Η γεωπολιτική κατάσταση στην περιοχή, που χαρακτηρίζεται από εντάσεις και συγκρούσεις, απειλεί τη συνεργασία και τη σταθερότητα. Ο αποκλεισμός βασικών περιφερειακών παικτών όπως το Κατάρ, το Ομάν, το Ιράν, η Αίγυπτος και η Τουρκία περιπλέκει περαιτέρω τα πράγματα, οδηγώντας ενδεχομένως σε προκλήσεις συντονισμού και επιδεινώνοντας τις υπάρχουσες εντάσεις.

Τα ανταγωνιστικά συμφέροντα μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών προσθέτουν ένα ακόμη επίπεδο πολυπλοκότητας. Ενώ χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Ινδία και το Ισραήλ αναγνωρίζουν τις δυνατότητες της IMEC για εθνική ανάπτυξη, δίνουν προτεραιότητα στη διαφοροποίηση των εταιρικών τους σχέσεων και στην αποφυγή εμπλοκής σε αγώνες μεγάλων δυνάμεων. Οι ΗΠΑ και η ΕΕ βλέπουν το IMEC ως έναν τρόπο ενίσχυσης της συνδεσιμότητας και αντιμετώπισης της επιρροής της Κίνας, αλλά οι βαθιοί οικονομικοί δεσμοί της Κίνας με τον Κόλπο και η ιδιοκτησία του λιμανιού του Πειραιά παρουσιάζουν προκλήσεις.

Το ενδιαφέρον της ΕΕ για το IMEC συνδέεται πρωτίστως με τις επενδύσεις πράσινου υδρογόνου στην Ινδία και τις δυνατότητες των χωρών του Αραβικού Κόλπου να μεταφέρουν και να παράγουν πράσινο και μπλε υδρογόνο. Η IMEC θα μπορούσε να διευκολύνει έναν αγωγό υδρογόνου, προσφέροντας μια πιο αποτελεσματική και λιγότερο δαπανηρή εναλλακτική λύση στη ναυτιλία. Ωστόσο, η κατασκευή ενός τέτοιου αγωγού και η εξασφάλιση των απορριπτικών για το υδρογόνο θέτουν σημαντικές προκλήσεις.

Η πλήρης αξιοποίηση του δυναμικού του IMEC είναι πιθανό να διαρκέσει 8 έως 10 χρόνια. Βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα, η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρωθεί στον καθορισμό οροσήμων και στην επαναξιολόγηση της βιωσιμότητας του έργου, δεδομένης της τρέχουσας περιφερειακής αστάθειας. Τα πιθανά σενάρια περιλαμβάνουν μια σταδιακή προσέγγιση, δίνοντας προτεραιότητα στο ανατολικό σκέλος του διαδρόμου ή προσαρμόζοντας το δυτικό σκέλος για να παρακάμψει την Ιορδανία και το Ισραήλ.

Η ΕΕ αντιμετωπίζει εσωτερικούς θεσμικούς περιορισμούς και προκλήσεις όσον αφορά τον συμβιβασμό των στρατηγικών συμφερόντων της με τις ποικίλες προτεραιότητες των κρατών μελών της. Ο διορισμός συντονιστή υψηλού επιπέδου για την IMEC θα μπορούσε να συμβάλει στη διασφάλιση κοινού οράματος και προσέγγισης. Παρά τα εμπόδια, τα δυνητικά οφέλη του IMEC, συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής ανάπτυξης, της ψηφιακής συνδεσιμότητας και της ανάπτυξης ενεργειακών υποδομών, το καθιστούν ελκυστική πρόταση για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Το μέλλον του έργου εξαρτάται από την πλοήγηση στις πολυπλοκότητες, την εξασφάλιση μακροπρόθεσμης δέσμευσης και την προσαρμογή στο εξελισσόμενο γεωπολιτικό τοπίο.

Ποια εμπόδια πρέπει να ξεπεραστούν

Οικονομικά και ρυθμιστικά εμπόδια: Η πρωταρχική πρόκληση έγκειται στην εξασφάλιση της απαραίτητης χρηματοδότησης για ένα τόσο τεράστιο έργο υποδομής. Οι αρχικές δημοσιονομικές προοπτικές είναι αβέβαιες, με εξάρτηση από συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) και έλλειψη συγκεκριμένων οικονομικών δεσμεύσεων από ορισμένους βασικούς ενδιαφερόμενους. Το έργο αντιμετωπίζει επίσης κανονιστικές περιπλοκές, καθώς πρέπει να πλοηγηθεί στα ποικίλα νομικά και γραφειοκρατικά πλαίσια πολλών χωρών. Ο εξορθολογισμός των τελωνειακών διαδικασιών, των δασμών και των συνοριακών κανονισμών σε όλες αυτές τις χώρες θα απαιτήσει σημαντική προσπάθεια και συντονισμό.

Γεωπολιτικές προκλήσεις: Ο διάδρομος IMEC διέρχεται από μια περιοχή που χαρακτηρίζεται από πολιτική αστάθεια και συνεχιζόμενες συγκρούσεις. Το περίπλοκο γεωπολιτικό τοπίο, με εντάσεις μεταξύ χωρών όπως η Σαουδική Αραβία και το Ιράν, καθώς και ενεργές συγκρούσεις στη Γάζα, τη Συρία και την Υεμένη, αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για την υλοποίηση του έργου. Ο αποκλεισμός βασικών περιφερειακών παικτών όπως η Τουρκία προσθέτει περαιτέρω στις γεωπολιτικές περιπλοκές.

Ανταγωνιστικά συμφέροντα: Τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη που εμπλέκονται στην IMEC, συμπεριλαμβανομένων χωρών, διεθνών οργανισμών και ιδιωτικών φορέων, έχουν ποικίλα και μερικές φορές αντικρουόμενα συμφέροντα. Η εξισορρόπηση αυτών των ανταγωνιστικών συμφερόντων και η εξασφάλιση μακροπρόθεσμης δέσμευσης από όλα τα μέρη θα είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία του έργου. Η επιρροή της Κίνας στην περιοχή, με τους βαθείς οικονομικούς δεσμούς και τις επενδύσεις της, αποτελεί επίσης πρόκληση για την υποστηριζόμενη από τη Δύση πρωτοβουλία IMEC.

Τεχνικές και υλικοτεχνικές προκλήσεις: Η οικοδόμηση ενός τεράστιου δικτύου υποδομών σε πολλές χώρες περιλαμβάνει την αντιμετώπιση πολυάριθμων τεχνικών και υλικοτεχνικών προκλήσεων. Η κατασκευή σιδηροδρόμων, αγωγών και υποδομών ψηφιακής συνδεσιμότητας θα απαιτήσει προσεκτικό σχεδιασμό, συντονισμό και εμπειρογνωμοσύνη. Η διασφάλιση της απρόσκοπτης διασυνοριακής ροής αγαθών και δεδομένων θα αποτελέσει επίσης σύνθετο έργο.

Περιβαλλοντικές ανησυχίες: Η ανάπτυξη έργων υποδομής μεγάλης κλίμακας όπως το IMEC μπορεί να έχει σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Η αντιμετώπιση αυτών των ανησυχιών και η διασφάλιση ότι το έργο τηρεί τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης θα είναι ουσιαστικής σημασίας για την απόκτηση δημόσιας υποστήριξης και την ελαχιστοποίηση των αρνητικών περιβαλλοντικών συνεπειών.

Το IMEC ως τμήμα του φιλόδοξου σχεδίου Global Gateway της ΕΕ

Το σχέδιο Global Gateway (Παγκόσμια Πύλη) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δρομολογήθηκε το 2021, αντιπροσωπεύει μια φιλόδοξη στρατηγική ύψους 300 δισεκατομμυρίων ευρώ με στόχο τον μετασχηματισμό των παγκόσμιων επενδύσεων σε υποδομές. Η πρωτοβουλία επιδιώκει να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα και την ασφάλεια της αλυσίδας εφοδιασμού της Ευρώπης με τη δημιουργία βιώσιμων και ασφαλών συνδέσεων στους τομείς της ψηφιακής τεχνολογίας, της ενέργειας και των μεταφορών σε ολόκληρο τον κόσμο. Η σημασία της στρατηγικής έγκειται όχι μόνο στα δυνητικά οικονομικά οφέλη της, αλλά και στις γεωπολιτικές επιπτώσεις της, ιδίως στην αντιμετώπιση της αυξανόμενης επιρροής της Κίνας μέσω της πρωτοβουλίας Belt and Road.

Μια πρόσφατη μελέτη για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διερευνά τέσσερα πιθανά σενάρια για την πορεία του σχεδίου Global Gateway μέχρι το 2030, καθένα από τα οποία διαμορφώνεται από κρίσιμες αβεβαιότητες που εντοπίστηκαν από εμπειρογνώμονες πολιτικής. Το σενάριο της βέλτιστης πύλης προβλέπει μια ηχηρή επιτυχία, όπου οι ισχυρές επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα και η ευθυγράμμιση με τις ανάγκες των χωρών εταίρων οδηγούν σε διαφοροποιημένες αλυσίδες εφοδιασμού, γεωπολιτικά πλεονεκτήματα και ενισχυμένες εξωτερικές σχέσεις για την ΕΕ. Το σενάριο αυτό χαρακτηρίζεται από ισχυρό συντονισμό στο πλαίσιο της «Ομάδας Ευρώπη», αποτελεσματική συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα μέρη και επιτυχή επικοινωνία των στόχων της πρωτοβουλίας. Η Παγκόσμια Πύλη, σε αυτό το σενάριο, όχι μόνο επιτυγχάνει τους οικονομικούς της στόχους, αλλά προωθεί επίσης τη βιώσιμη ανάπτυξη και αντιμετωπίζει την BRI της Κίνας προβάλλοντας υψηλότερα πρότυπα και διαφάνεια.

Αντίθετα, το σενάριο αποτυχημένης πύλης δίνει μια εικόνα χαμένων ευκαιριών και ανεκμετάλλευτων δυνατοτήτων. Οι ανεπαρκείς ιδιωτικές επενδύσεις, σε συνδυασμό με τις εσωτερικές διαφωνίες και τον κατακερματισμό εντός της ΕΕ, παρεμποδίζουν την πρόοδο της πρωτοβουλίας. Η παγκόσμια πύλη θεωρείται νεοαποικιακή και εξορυκτική, προκαλώντας ένταση στις σχέσεις με τις χώρες εταίρους και βλάπτοντας τη φήμη της ΕΕ. Η έλλειψη αποτελεσματικής επικοινωνίας και συμμετοχής των ενδιαφερόμενων μερών επιδεινώνει περαιτέρω τις προκλήσεις, οδηγώντας τελικά σε αδυναμία επίτευξης τόσο οικονομικών όσο και γεωπολιτικών στόχων.

Το σενάριο της εταιρικής πύλης υπογραμμίζει μια πιθανή ανισορροπία μεταξύ εμπορικής επιτυχίας και τοπικών οφελών. Ενώ η πρωτοβουλία προωθεί την οικονομική ανάπτυξη και βελτιώνει τις επιδόσεις των εταιρειών της ΕΕ, υπολείπεται όσον αφορά την επίτευξη ανάλογων οφελών για τις χώρες του Νότου. Αυτή η ασυμμετρία οδηγεί σε κριτική και θέτει υπό αμφισβήτηση τη νομιμότητα της πρωτοβουλίας, παρά την επιτυχία της όσον αφορά τη διασφάλιση ευρωπαϊκών επιχειρηματικών ευκαιριών και την προώθηση γεωπολιτικών στόχων.

Τέλος, το σενάριο της δημόσιας πύλης καταδεικνύει τις δυνατότητες επίτευξης των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης ακόμη και με περιορισμένες ιδιωτικές επενδύσεις. Η παγκόσμια πύλη, σε αυτό το σενάριο, αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις ανάγκες των εταίρων του Παγκόσμιου Νότου και προωθεί βελτιωμένες σχέσεις με τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Ενώ η πρωτοβουλία ενδέχεται να μην επιτύχει σημαντική ώθηση στην εικόνα της ΕΕ λόγω του ανταγωνισμού από άλλους παγκόσμιους παράγοντες, χρησιμεύει ως αξιόπιστη εναλλακτική λύση στην πρωτοβουλία BRI της Κίνας και αναδεικνύει τη δέσμευση της ΕΕ για βιώσιμη ανάπτυξη και παγκόσμιες αξίες.

Το έγγραφο καταλήγει προσφέροντας εκτιμήσεις πολιτικής για την πλοήγηση στις πολυπλοκότητες και τις αβεβαιότητες που περιβάλλουν την Παγκόσμια Πύλη. Τονίζει τη σημασία της αποτελεσματικής επικοινωνίας, του στρατηγικού σχεδιασμού και της διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η υπεύθυνη προμήθεια πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας και οι ισχυροί μηχανισμοί αξιολόγησης είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της επιτυχίας της πρωτοβουλίας. Το έγγραφο υπογραμμίζει την ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα στις ανάγκες των χωρών εταίρων και να προσελκυστούν ιδιωτικά κεφάλαια για την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων της παγκόσμιας πύλης.

Διαβάστε ακόμη