Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκεται η αγορά του βιομεθανίου η οποία προσελκύει έναν μεγάλο αριθμό επενδύσεων και κερδίζει έδαφος σε Ελλάδα και Ευρώπη. Άνθρωποι του κλάδου στην Ελλάδα θεωρούν αναγκαία τη δημιουργία ενός κατάλληλου θεσμικού πλαισίου σε συγκερασμό με τα ευρωπαϊκά πρότυπα το οποίο αναμένεται να διευρύνει τις δυνατότητες της αγοράς. Κατά τη διάρκεια του 2ου Φόρουμ «Ενεργειακή Αξιοποίηση Αποβλήτων, Βιομάζα, Βιομεθάνιο», η διευθύντρια του Πιλοτικού Έργου Βιομεθανίου του ΔΕΣΦΑ, Εύα Τσουκαλίδου δήλωσε πως τώρα είναι η ώρα για να εναρμονιστούμε με την «ευρωπαϊκή πρακτική», σχολιάζοντας πως το βιομεθάνιο είναι βασικός πυλώνας του RePowerEU, και αναπτύσσεται ευρέως σε Ιταλία, Γερμανία, Δανία και άλλες χώρες ως πρότυπο κυκλικής οικονομίας και βιωσιμότητας.
Σύμφωνα με την παρουσίαση του ΔΕΣΦΑ η Ελλάδα διαθέτει υψηλό δυναμικό για την παραγωγή βιομεθανίου, ιδιαίτερα σε περιοχές της Βόρειας και Κεντρικής Ελλάδας όπου η αγροτική παραγωγή είναι ήδη ανεπτυγμένη. Οι περιοχές αυτές μπορούν να αναβαθμίσουν τις υπάρχουσες μονάδες παραγωγής βιοαερίου και να συνδεθούν με το δίκτυο της ΔΕΣΦΑ για την παραγωγή βιομεθανίου. Το δίκτυο μεταφοράς του ΔΕΣΦΑ επεκτείνεται σε περιοχές με υψηλό γεωργικό δυναμικό, προσφέροντας τη δυνατότητα ενσωμάτωσης του βιομεθανίου τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και σε διεθνές επίπεδο μέσω του διασυνδεδεμένου συστήματος.
Το δίκτυο μεταφοράς του ΔΕΣΦΑ εκτείνεται σε περιοχές της Βόρειας και Κεντρικής Ελλάδας με σχετικά υψηλό γεωργικό δυναμικό το οποίο, ήδη χρησιμοποιείται για την παραγωγή βιοαερίου και, μελλοντικά, βιομεθανίου. Υφιστάμενες μονάδες από αυτές τις περιοχές, μπορούν να αναβαθμιστούν και να συνδεθούν με το δίκτυο του ΔΕΣΦΑ. Νέες μονάδες μπορούν επίσης να τοποθετηθούν βάσει εγγύτητας. Η σύνδεση με το δίκτυο μεταφοράς προσφέρει το πλεονέκτημα ότι το ενσωματωμένο βιομεθάνιο μπορεί να καταναλωθεί οπουδήποτε, εσωτερικά αλλά και διεθνώς, μέσω του διασυνδεδεμένου συστήματος. Στην υπόλοιπη Ελλάδα με επίσης σημαντικό δυναμικό βιομεθανίου αλλά χωρίς δίκτυο μεταφοράς, όπως Δυτική Ελλάδα Πελοπόννησος, νησιά, η διείσδυση του βιομεθανίου μπορεί να γίνει είτε με οδική μεταφορά σε συμπιεσμένη μορφή (CNG) είτε σε υγροποιημένο μορφή (LNG).
Προς αυτή την κατεύθυνση, ο ΔΕΣΦΑ αναπτύσσει πιλοτικό έργο βιομεθανίου για ιδία χρήση, δηλαδή για την κάλυψη των αναγκών λειτουργίας των υφιστάμενων και νέων συμπιεστών σε συνεργασία με εξειδικευμένες ελληνικές επιχειρήσεις και αξιοποιώντας παράλληλα την τεχνογνωσία των μετόχων του. Τέλος, αναφερόμενη στις προκλήσεις για την ανάπτυξη του βιομεθανίου στην Ελλάδα, η κα Τσουκαλίδου συμπεριέλαβε: Το Νομικό Πλαίσιο, τα Οικονομικά και αδειοδοτικά κίνητρα, τη συμβατότητα με το πλαίσιο διαχείρισης αποβλήτων και αντίστοιχα κίνητρα, τα Πιστοποιητικά Προέλευσης (GoOs), τον Κανονισμό Σύνδεσης στο Δίκτυο, τις Προδιαγραφές Αερίου και την Ασφάλεια Τροφοδοσίας.
Η ανάπτυξη του βιομεθανίου στην Ελλάδα αντιμετωπίζει διάφορες προκλήσεις, όπως η διαχείριση αποβλήτων, η ανάπτυξη του δικτύου και η ασφάλεια των πρώτων υλών. Οι κυκλικές οικονομικές λύσεις απαιτούν κυκλικές προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων. «Αγκάθι» για την αγορά σύμφωνα με ανθρώπους του κλάδου είναι το πρόβλημα της πρώτης ύλης, το οποίο στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από αταξία και έλλειψη στρατηγικής, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές χώρες που τηρούν ένα συγκεκριμένο πλαίσιο διαχείρισης των αποβλήτων τους. Στο ερώτημα πώς βλέπει ένας ξένος επενδυτής, ο οποίος πραγματοποιεί σήμερα είσοδο στην ελληνική αγορά, τις προοπτικές του βιομεθανίου, ο Διευθυντής Ανατολικής Ευρώπης της Heygaz, απάντησε ότι «προφανώς αν δεν πιστεύαμε ότι οι συγκεκριμένες επενδύσεις είναι βιώσιμες δεν θα προχωρούσαμε σε αυτές τις κινήσεις». Δεν έκρυψε πάντως, ότι η επενδυτική απόφαση για την Ελλάδα ήταν αρκετά τολμηρή, καθώς, όχι απλώς δεν υπάρχουν μονάδες βιομεθανίου, αλλά πρακτικά δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, ούτε καν το θεσμικό πλαίσιο. Για να προσθέσει, ότι η σημαντική πρόκληση της περιόδου προκειμένου να ξεκινήσουν οι περαιτέρω επενδυτικές διαδικασίες, είναι να δημιουργηθεί το ταχύτερο δυνατό το βασικό θεσμικό πλαίσιο, έστω και χωρίς να περιλαμβάνει στο πρώτο στάδιο όλες τις λεπτομέρειες. Την ίδια στιγμή, σε αντίστοιχες επενδύσεις στην Ευρώπη, η πρώτη ύλη θεωρείται ως ένα έξτρα revenue stream (πηγή εσόδου), ή σε ένα base case (βασικό σενάριο) θεωρείται ότι έχει μηδενικό κόστος, καθώς δεν είναι πάντα εφικτό για μια μονάδα να έχει έξτρα έσοδα από την πρώτη ύλη.
Ιδιαίτερα ελκυστικές είναι οι αγορές σε Γερμανία, Γαλλία όπως και Ιταλία, η οποία μάλιστα θέσπισε πρόσφατα έναν ιδιαίτερα ελκυστικό νόμο για το βιομεθάνιο. Για τη συνολικότερη όμως διαχείριση ο κ. Ρηγόπουλος ξεχωρίζει τη Δανία, «μία πολύ μικρή χώρα, η οποία έχει θέσει ως στόχο να καλύψει μέχρι το 2030, το 100% των αναγκών της σε φυσικό αέριο από την εγχώρια παραγωγή βιομεθανίου». Βέβαια, η αρχική στροφή της Δανίας στο βιομεθάνιο αποφασίστηκε ήδη από το 2011. Τα πρώτα κίνητρα για την ανάπτυξη του κλάδου θεσπίστηκαν το 2012 και στη συνέχεια με ένα σοβαρό πακέτο μέτρων και προσήλωση στο πλάνο της, η Δανία πέτυχε μετά από 15 χρόνια σημαντικά αποτελέσματα. Ο κ. Ρηγόπουλος επεσήμανε ότι αξίζει να συγκεντρωθούν οι πλέον χαρακτηριστικές πρακτικές για το βιομεθάνιο που ακολουθούν άλλες ευρωπαϊκές χώρες, προκειμένου να αποτελέσουν ένα συνολικό σημείο σύγκρισης και αναφοράς για το ΥΠΕΝ και για όλους τους αρμόδιους φορείς που προετοιμάζουν τη λειτουργία της νέας αυτής αγοράς.
Διαβάστε ακόμη