Ιδιαίτερη μνεία στην πρόοδο την οποία καταγράφει η Ελλάδα αναφορικά με τη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής, αλλά και τους νέους στόχους που θέτει γύρω από το πεδίο της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας κάνει η Ditte Juul Jørgensen, Γενική Διευθύντρια Ενεργειακής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Όπως σημειώνει μέσω της Ελληνικής Εταιρείας Ενεργειακής Οικονομίας (ΗΑΕΕ), η Ελλάδα είναι μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών οι οποίες καταγράφουν εντυπωσιακή πρόοδο, ιδιαίτερα στον τομέα των ΑΠΕ. Το 2023, η χώρα πέτυχε ρεκόρ στην παραγωγή αιολικής, ηλιακής και υδροηλεκτρικής ενέργειας με ετήσια αύξηση 8,5% το 2022. Πράγματι σύμφωνα με στοιχεία του ΑΔΜΗΕ η Ελλάδα πέτυχε ιστορικό υψηλό το 2023 στην παραγωγή καθαρής, ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς το 57% του ενεργειακού μείγματος καλύφθηκε από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (αέρα – ήλιο) και από υδροηλεκτρικές μονάδες, ξεπερνώντας τις 25 TWh. Το 2022 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 50,12%. Ειδικότερα, όπως σημειώνει ο ΑΔΜΗΕ, όσον αφορά στις ΑΠΕ η ανάπτυξή τους είναι αλματώδης, κατά τα τελευταία χρόνια, στη χώρα μας. Το 2023 η ετήσια παραγωγή πράσινης ενέργειας σημείωσε ρεκόρ δεκαετίας. Αγγίζοντας τις 21,35 TWh, ήταν αυξημένη κατά 147% σε σχέση με την ετήσια ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ το 2014 (8,64 TWh). Τον Αύγουστο του 2023, μάλιστα, πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερη, μηνιαία παραγωγή από ΑΠΕ στην ιστορία του ηλεκτρικού συστήματος (2,25 ΤWh).

Οι πράσινες επενδύσεις

Νέα πνοή στην επενδυτική στρατηγική της χώρας έδωσε και το τροποποιημένο Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΣΑΑ). Με την έγκριση του αναθεωρημένου σχεδίου, οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης για τη χώρα μας αυξάνονται κατά 5,8 δισ. ευρώ, ανεβάζοντας τον συνολικό προϋπολογισμό του «Ελλάδα 2.0» σε 36 δισ. ευρώ. Το αναθεωρημένο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας μέσα από το REPowerEU ενισχύει χρηματοδοτικά τις δράσεις ενεργειακής απόδοσης για νοικοκυριά, επιχειρήσεις και το Δημόσιο και τα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας από ΑΠΕ. Ανοίγει το δρόμο για την παραγωγή βιομεθανίου και πράσινου υδρογόνου και την τεχνολογία δέσμευσης και αποθήκευσης CO2 μέσα από πιλοτικά έργα και μεταρρυθμίσεις που διαμορφώνουν το πλαίσιο αδειοδότησης και λειτουργίας. Στις μεταρρυθμίσεις του REPowerEU περιλαμβάνονται επίσης η βελτιστοποίηση χρήσεων γης για την ανάπτυξη ΑΠΕ, η αύξηση χωρητικότητας δικτύου και αποθήκευσης ενέργειας για την προώθηση σχετικών επενδύσεων κ.α. Επίσης, όπως σημειώνει η Ditte Juul Jørgensen πρόκειται το πρώτο νομικό πλαίσιο της χώρας για την ανάπτυξη υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, διατηρεί μια πολύ ισχυρή εστίαση στην πράσινη μετάβαση, διαθέτοντας το 38,1% (από 37,5% στο αρχικό σχέδιο) των διαθέσιμων κονδυλίων σε μέτρα που υποστηρίζουν τους κλιματικούς στόχους, συνεχίζει να συμβάλλει σημαντικά στην ψηφιακή μετάβαση και διατηρεί την θετική κοινωνική του διάσταση.

Ο ρόλος των διασυνδέσεων

Ακόμα, εξήρε τη συμβολή της χώρας κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης. «Η Ελλάδα έπαιξε επίσης κρίσιμο ρόλο στην ενεργειακή κρίση συνεργαζόμενη με άλλα Κράτη Μέλη της ΕΕ για να επενδύσει σε διασυνδέσεις για την ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού της ευρύτερης περιοχής». Η χώρα έχει φιλόδοξα σχέδια γύρω από το πεδίο των διεθνών διασυνδέσεων. Ενδεικτικά, οκτώ μεγάλα έργα διεθνών διασυνδέσεων που εξυπηρετούν τον στόχο να καταστεί η Ελλάδα εξαγωγέας πράσινης ενέργειας και προωθούν τους στόχους της ΕΕ για επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης, περιλαμβάνονται στο δεκαετές πρόγραμμα ανάπτυξης του ΑΔΜΗΕ. Τα έργα των διεθνών διασυνδέσεων που προωθεί ο ΑΔΜΗΕ είναι η δεύτερη διασύνδεση Ελλάδας – Τουρκίας, η δεύτερη διασύνδεση Ελλάδας – Αλβανίας, η δεύτερη διασύνδεση Ελλάδας – Ιταλίας, η διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, η αναβάθμιση της διασύνδεσης Ελλάδας – Β. Μακεδονίας, η διασύνδεση Ελλάδας – Γερμανίας (Green Aegean Interconnector), η διασύνδεση Ελλάδας – Αιγύπτου και η διασύνδεση Ελλάδας – Σαουδικής Αραβίας (Saudi Greek Interconnector). Συνολικά, ο ΑΔΜΗΕ, μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης διασύνδεσης με τη Βουλγαρία, ωριμάζει νέες διασυνδέσεις με την Ιταλία (1.000 MW), την Αλβανία (1.600 MVA) και την Τουρκία. Η δεύτερη διασύνδεση Ελλάδας – Τουρκίας προβλέπεται να ολοκληρωθεί μέχρι το 2031, η δεύτερη διασύνδεση Ελλάδας – Αλβανίας επίσης το 2031, ενώ την ίδια χρονιά προβλέπεται η ολοκλήρωση της δεύτερης διασύνδεσης Ελλάδας – Ιταλίας. Το νέο σχέδιο προγράμματος ανάπτυξης 2025-2034 αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι το έργο έχει ενσωματωθεί στο ΔΠΑ του ΕΣΜΗΕ καθώς και το 10ετές πλάνο του ENTSO-E (TYNDP), ενώ παράλληλα η TERNA θα εντάξει το έργο στο Πλάνο Ανάπτυξης του Ιταλικού Συστήματος. Η πολυσυζητημένη μεγάλη διασύνδεση Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ (Great Sea Interconnector), ο σχεδιασμός αφορά σε συνολική δυναμικότητα μεταφοράς 3 GW και σε δεύτερο χρόνο στην περαιτέρω ανάπτυξη σε 6-9 GW.

Ο απολογισμός για τη θητεία της Κομισιόν

«Καθώς πλησιάζουμε στο τέλος της τρέχουσας εντολής αυτής της Επιτροπής, μπορούμε να κοιτάξουμε πίσω και να δούμε πώς, μαζί με τις χώρες της ΕΕ και τους ενδιαφερόμενους φορείς, διαχειριστήκαμε επιτυχώς την άνευ προηγουμένου ενεργειακή κρίση. Συλλογικά στην Ευρώπη, καταφέραμε να χαλαρώσουμε τη λαβή που είχε η Ρωσία στον ενεργειακό τομέα της ΕΕ. Η ΕΕ έχει αναδειχθεί πιο ισχυρή, με μεγαλύτερη αλληλεγγύη μεταξύ των Κρατών Μελών για την επίτευξη ενεργειακής ασφάλειας, ένα καθαρότερο ενεργειακό μείγμα και τις τιμές να επανέρχονται στα προπολεμικά επίπεδα», ανέφερε η Ditte Juul Jørgensen κάνοντας μία ανασκόπηση της θητείας της Κομισιόν.

Η βιομηχανία και τα νοικοκυριά της ΕΕ κατάφεραν να μειώσουν τη ζήτηση φυσικού αερίου σχεδόν κατά 20% τους τελευταίους 18 μήνες, υπερβαίνοντας τον στόχο μας του 15%. «Πρόκειται για αποτέλεσμα αυξημένων επενδύσεων της ΕΕ και λιγότερων διοικητικών εμποδίων για έργα ανανεώσιμης ενέργειας. Πέρυσι, προσθέσαμε περίπου 56 GW νέας εγκατεστημένης ισχύος ηλιακής ενέργειας και 17 GW αιολικής ενέργειας στην Ευρώπη. Εργαζόμαστε επίσης για να επιταχύνουμε την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ακόμη περισσότερο. Είναι επίσης αποτέλεσμα μιας πολύ επιτυχημένης διαφοροποίησης των προμηθειών μακριά από τη Ρωσία, με αποτέλεσμα τη μείωση του μεριδίου των εισαγωγών φυσικού αερίου μέσω αγωγών από τη Ρωσία, από περίπου 45% πριν από τον πόλεμο σε 10% τώρα».

Παράλληλα, όπως ανέφερε μπορούμε να αποτιμήσουμε τη σημαντική πρόοδο που έγινε στα πολλά νομοθετικά αρχεία που πρότεινε η Επιτροπή για την επιτάχυνση της καθαρής ενεργειακής μετάβασης. «Για παράδειγμα, λίγο πριν τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Επιτροπή πρότεινε ένα ολοκληρωμένο πακέτο νομοθεσίας “Fit-for-55” με εκτεταμένα μέτρα για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050. Τώρα που έχει υιοθετηθεί, η νομοθεσία έθεσε ακόμη πιο φιλόδοξους στόχους για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την ενεργειακή απόδοση, την απανθρακοποίηση του κτιριακού μας αποθέματος, το υδρογόνο, το απανθρακοποιημένο αέριο και τις εκπομπές μεθανίου, και αναθεωρήσαμε τον σχεδιασμό της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ώστε οι καταναλωτές να είναι καλύτερα προστατευμένοι και ενδυναμωμένοι», κατέληξε.

Διαβάστε ακόμη