Η «εμπορία εκπομπών» υποτίθεται ότι θα έσωζε τον πλανήτη. Ωστόσο, ένας καλός απατεώνας βλέπει ευκαιρίες παντού, ακόμα και στην ίδια του την καταστροφή. Ο λόγος για τους Γκουστάβ Νταφνί -ψευδώνυμο που έδωσε στο βρετανικό μέσο ενημέρωσης Guardian για να μην αποκαλυφθεί η ταυτότητα του και Γκρεγκορί Ζαουί, Γάλλους αλγερινής και τυνησιακής καταγωγής, οι οποίοι μετά από ένα σύντομο πέρασμα στις φυλακές, βρέθηκαν ο ένας στο δρόμο του άλλου, ένωσαν τις δυνάμεις τους και έστησαν μια καλά μελετημένη απάτη γύρω από την προστασία του περιβάλλοντος.
Για μια συγκεκριμένη -αλλά με μεγάλη επιρροή- σχολή οικονομολόγων, το πρόβλημα με το περιβάλλον, ο λόγος δηλαδή που υπάρχει ατμοσφαιρική ρύπανση, «βρώμικο» νερό και μόλυνση από τα φυτοφάρμακα και τις βιομηχανικές απορροές, είναι ότι όλα αυτά δεν έχουν τιμολογηθεί σε καμία αγορά. Έτσι, όταν η κλιματική κατάρρευση απέκτησε χαρακτήρα παγκόσμιας κρίσης, οι εν λόγω οικονομολόγοι πρότειναν τη δημιουργία αγορών για τις εκπομπές ρύπων. Στη δεκαετία του ’90, οι Ευρωπαίοι ήταν κατηγορηματικά αντίθετοι με την ιδέα- ήθελαν οι βιομηχανίες να φορολογούνται άμεσα. Αλλά στις συναντήσεις που οδήγησαν στο πρωτόκολλο του Κιότο, οι Αμερικανοί διαπραγματευτές υπερασπίστηκαν μια σειρά από λεγόμενους ευέλικτους μηχανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των αγορών άνθρακα, και επικράτησαν – ασχέτως αν στη συνέχεια οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να επικυρώσουν τη συμφωνία. Οι Ευρωπαίοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής συμφώνησαν και δημιούργησαν αυτό που είναι γνωστό ως σύστημα «ανωτάτων ορίων και εμπορίας», το οποίο τελικά θα κάλυπτε σχεδόν τις μισές εκπομπές στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που παράγονται από τον ενεργειακό τομέα, τη μεταποίηση και τα αεροπορικά ταξίδια.
Ο τρόπος με τον οποίο υποτίθεται ότι θα λειτουργούσε το σύστημα ήταν σχετικά απλός: η ΕΕ θα καθόριζε ένα ανώτατο ετήσιο όριο για τις συνολικές εκπομπές της και στη συνέχεια θα εξέδιδε σε διάφορους φορείς εκπομπών έναν ορισμένο αριθμό δικαιωμάτων (EUA). Κάθε EUA θα έδινε το δικαίωμα στον κάτοχό του να εκπέμπει έναν τόνο διοξειδίου του άνθρακα. Εάν μια εταιρεία είχε επιπλέον EUAs στο τέλος του έτους, δηλαδή δεν είχε εκπέμψει όλο τον άνθρακα που της επιτρεπόταν, θα μπορούσε να τα διαθέσει προς πώληση, και οι εταιρείες που είχαν πολύ λίγα EUAs θα μπορούσαν να τα αγοράσουν. Οι εταιρείες μπορούσαν επίσης να αγοράζουν αντισταθμιστικά στοιχεία άνθρακα, πράγμα που ουσιαστικά σήμαινε επενδύσεις σε μέτρα βιωσιμότητας σε άλλες χώρες. Το σχέδιο προέβλεπε ότι η Ευρώπη θα εξέδιδε χρόνο με το χρόνο λιγότερα EUA, ώστε να γίνεται σταδιακά πιο ακριβή η εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα.
Αυτό που έκανε την αγορά ελκυστική για τους απατεώνες ήταν η «ευελιξία» στο κομμάτι του ΦΠΑ. Για να γίνει αντιληπτό το σχέδιο που σκαρφίστηκαν, δύο πράγματα πρέπει να σημειωθούν: Πρώτον, επειδή οι οικονομικές πολιτικές στην Ευρώπη αποσκοπούν στη διευκόλυνση του διασυνοριακού εμπορίου, υπάρχει απαλλαγή ΦΠΑ από τις πωλήσεις μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Δεύτερον, επειδή οι κυβερνήσεις φορολογούν μόνο την προστιθέμενη αξία σε κάθε στάδιο της οικονομικής διαδικασίας, πιστώνουν ή επιστρέφουν στους αγοραστές ορισμένων προϊόντων τον ΦΠΑ που καταβάλλουν στους προμηθευτές.
Η απάτη στον τομέα του ΦΠΑ υπάρχει από την αρχή του ευρωπαϊκού φορολογικού συστήματος. Τα κινητά τηλέφωνα ήταν κάποτε δημοφιλείς στόχοι. Οι εγκληματίες εισήγαγαν τηλέφωνα από άλλες χώρες της ΕΕ, τα πωλούσαν στους καταναλωτές με ΦΠΑ, «κέρδιζαν» από τον φόρο και εξαφανίζονταν. Σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές αρχές επιβολής του νόμου, μόνο η απάτη με τον ΦΠΑ που αφορά κινητά τηλέφωνα έχει αποσπάσει δισεκατομμύρια ευρώ από τους δημόσιους προϋπολογισμούς.
Κάπως έτσι, η αγορά άνθρακα αποτέλεσε μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία για τους απατεώνες του ΦΠΑ. Ένα EU Allowance ήταν απλώς ένας σειριακός αριθμός σε έναν υπολογιστή. Μπορούσε να μεταβιβαστεί με το πάτημα ενός κουμπιού και μπορούσε να αγοραστεί και να πωληθεί από οποιονδήποτε – εταιρείες σε βιομηχανίες με υψηλές εκπομπές άνθρακα, καθώς και από εμπόρους και τραπεζίτες που κερδοσκοπούσαν στις διακυμάνσεις των τιμών των EUA.
Οι ελιγμοί των δύο απατεώνων
Οι δυο συνεργάτες είδαν μια ευκαιρία να κερδίσουν από τον ΦΠΑ σε αυτή τη διαδικασία. Το κόλπο του Ζαουί ήταν να αγοράζει EUA χωρίς ΦΠΑ από χώρες εκτός Γαλλίας, να τα πουλά στο σύστημα συναλλαγών στη Γαλλία και να του επιστρέφεται ο ΦΠΑ από το κράτος. Καθώς όλο αυτό το εμπόριο γινόταν ηλεκτρονικά, ήταν εξαιρετικά εύκολο να βγάλει χρήματα.
Το 2008 οι πορείες των Νταφνί και Ζαουί διασταυρώθηκαν. Έως τότε και οι δύο είχαν δραστηριοποιηθεί στο χώρο και γνωρίζονταν φυσιογνωμικά ως επιχειρηματίες στον κόσμο των απατών με τον ΦΠΑ. Στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα η αγορά των δικαιωμάτων άνθρακα στην Ευρώπη εκτοξεύτηκε. Μέσα στην οικονομική κρίση που είχε ζώσει τον πλανήτη, τα EUA φαινόταν σταθερή επιλογή.
Ο Ζαουί είχε στήσει τη δουλειά με τρόπο ώστε να μοιάζει αξιόπιστη και νομότυπη. Είχε προσελκύσει χρηματιστές και προσωπικό από σοβαρές χρηματοοικονομικές εταιρείες, οι οποίοι δεν γνώριζαν ότι συμμετείχαν σε μια τεράστια απάτη. Σήμερα ο «Εγκέφαλος» παραδέχεται ότι είχε φτάσει να βγάζει 80.000 με 100.000 ευρώ την ημέρα.
Ο λογαριασμός της απάτης έφτασε τα 1,6 δισ. ευρώ
Η λεηλασία της ευρωπαϊκής αγοράς διοξειδίου του άνθρακα από τους Νταφνί, Ζαουί και πολλούς άλλους απατεώνες οδήγησαν τα μέσα ενημέρωσης να την αποκαλέσουν «απάτη του αιώνα». Δισεκατομμύρια ευρώ εκλάπησαν μέσα σε λίγους μήνες. Το σκοτεινό σύστημα προσέλκυσε τόσο καθιερωμένα κυκλώματα εγκληματιών όσο και ερασιτέχνες απατεώνες.
Ο Ζαουί είχε οργανώσει τη δουλειά με τέτοιο τρόπο ώστε να μοιάζει νομότυπη. Είχε προσελκύσει χρηματιστές και αξιόλογο προσωπικό, οι οποίοι δε γνώριζαν πως αποτελούσαν μέρος μιας τεράστιας απάτης. Σήμερα ο Ζάουι παραδέχεται ότι είχε φτάσει σε σημείο να κερδίζει 80.000 – 100.000 ευρώ την ημέρα.
Κάπου στις αρχές του 2009 οι γαλλικές αρχές αντιλήφθηκαν ότι κάτι δεν πάει καλά με τον ΦΠΑ και τα δικαιώματα εκπομπής. Υπολογίζεται ότι ο «λογαριασμός» της απάτης στη Γαλλία έφτασε τα 1,6 δισ. ευρώ. Στη συνέχεια κινητοποιήθηκαν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Europol, ο τελικός «λογαριασμός» για την Ευρωπαϊκή Ένωση ανέρχεται στα 5 δισ. ευρώ, ωστόσο πληροφορίες αναφέρουν πως η έρευνα ήταν ελλιπής και η πραγματική ζημία είναι πολύ πιθανόν να είναι διπλάσια. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, σε ορισμένες περιπτώσεις το 90% της αγοράς μιας χώρας ήταν αποκλειστικά προϊόν απάτης.
Διαβάστε ακόμη