Εξελίξεις σε πολλαπλά επίπεδα αναμένονται γύρω από την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, Great Sea Interconnector. Στόχος είναι η επιτάχυνση των διαδικασιών για την υλοποίηση του έργου, ενώ προωθείται η εκπόνηση της μελέτης κόστους- οφέλους (CBA) από πλευράς ΑΔΜΗΕ, ώστε αυτή να είναι έτοιμη το προσεχές φθινόπωρο.
Κατά τη διάρκεια συνάντησης με πολυμελή αντιπροσωπεία του Ισραηλινού Υπουργείου Ενέργειας, της Ρυθμιστικής Αρχής καθώς και του Διαχειριστή της χώρας που είχε χθες στην Κύπρο η διοίκηση του ΑΔΜΗΕ υπό τον πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο Μάνο Μανουσάκη και τον Αντιπρόεδρο Ιωάννη Μάργαρη επιβεβαιώθηκε πως το έργο βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Η γαλλική εταιρεία Nexans έχει ήδη ξεκινήσει την κατασκευή του καλωδιακού τμήματος, ενώ όπως ανέφερε ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ Μανούσος Μανουσάκης μέσα στις επόμενες ημέρες ολοκληρώνεται με τη Siemens η υπογραφή ενός συμβολαίου τελικής μελέτης προκειμένου να οριστικοποιηθούν και οι τελευταίες παράμετροι και να υπογραφεί το συμβόλαιο για τον μετατροπέα. Σε αυτή τη διαδικασία δεν συμμετέχει μόνο ο ΑΔΜΗΕ και ο Great Sea Interconnector αλλά και ο Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου, ο οποίος εισάγει δεδομένα για να γίνει η μελέτη αυτή.
Σημειώνεται πως ο ΑΔΜΗΕ καλείται τώρα να καταθέσει στις ρυθμιστικές αρχές ενέργειας των δύο χωρών νέα μελέτη κόστους – οφέλους (CBA), ώστε να καταστούν σαφή τα οφέλη για το κάθε ένα από τα ηλεκτρικά συστήματα (και τις οικονομίες) των δύο χωρών και στη συνέχεια αν κριθεί ότι χρειάζεται να πραγματοποιηθεί νέος καταμερισμός του κόστους που θα πληρώσουν οι καταναλωτές των δύο χωρών, μέσω ενός μικρού τέλους ανά κιλοβατώρα σε βάθος περίπου τριών δεκαετιών. Ο κ. Μανουσάκης ανακοίνωσε ότι μέχρι τις αρχές Ιουνίου θα είναι έτοιμη η επικαιροποιημένη μελέτη κόστους – οφέλους που ζήτησε ο Υπουργός Οικονομικών Μάκης Κεραυνός για το τμήμα του έργου Κύπρου – Κρήτης και τόνισε πως «θεωρείται απολύτως δεδομένο» για τον ΑΔΜΗΕ ότι τα αποτελέσματα της μελέτης «θα επιβεβαιώσουν τη μεγάλη ωφελιμότητα του έργου για την Κύπρο και θα διευκολύνουν την κυπριακή Κυβέρνηση να λάβει την τελική επενδυτική της απόφαση».
Αναφέρθηκε επίσης σε ενδιαφέρον της αμερικανικής κρατικής επενδυτικής τράπεζας DFC να συμμετάσχει ως επενδυτής στο όλο έργο, ενώ ζήτησε από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ) την άμεση μεταφορά του έργου, από τον προηγούμενο φορέα στον ΑΔΜΗΕ, «προκειμένου να μπορέσουμε να συνεχίσουμε την αναζήτηση μετόχων για το έργο», όπως είπε. Tο αίτημα της κυπριακής κυβέρνησης και της τοπικής ρυθμιστικής αρχής (ΡΑΕΚ) για μια νέα μελέτη και μια νέα απόφαση διασυνοριακής κατανομής του κόστους (CBCA) απαιτεί επανακαθορισμό των διαγραμμάτων. Όλα τα μέρη αναγνώρισαν την ανάγκη επιτάχυνσης των διαδικασιών υλοποίησης του έργου, με την ισραηλινή πλευρά να θεωρεί ως σημαντικό βήμα την οριστικοποίηση της διασυνοριακής κατανομής κόστους (CBCA), εντός του 2024. Υπενθυμίζεται πως ο ΑΔΜΗΕ είχε διαμαρτυρηθεί για καθυστερήσεις που θεωρεί ότι υπάρχουν από μέρους των δύο ρυθμιστικών αρχών, ως προς την επίσημη μεταβίβαση του έργου από τον EuroAsia Interconnector στον Great Sea Interconnector.
Η πλευρά του ΑΔΜΗΕ με βάση την υφέρπουσα κατάσταση αξιολογεί ως ιδιαίτερα σημαντικό το πότε θα μπει στο έργο η Κυπριακή Δημοκρατία, αφού αυτό μεταφράζεται σε πολιτική στήριξη. Με αυτόν τον τρόπο θα δοθεί ώθηση στη μεταφορά του έργου, από τον προηγούμενο φορέα υλοποίησης (EuroAsia Interconnector), στη θυγατρική του ΑΔΜΗΕ προκειμένου να μπει και το τελευταίο κομμάτι στο μετοχικό παλζ. Η στάση της κυπριακής πλευράς είχε αφήσει ερωτηματικά, αφού τη μία στηρίζει το έργο, από την άλλη καθυστερεί να λάβει την επενδυτική απόφαση με τους Κύπριους να εμφανίζονται διατεθειμένοι ακόμη και να ανατρέψουν την κατανομή του διασυνοριακού κόστους μεταξύ των δύο χωρών, που έχει διαμορφωθεί σε 63% για τους Κύπριους καταναλωτές και σε 37% για τους Έλληνες. Τα ποσοστά αυτά είχαν καθοριστεί από την αρχική CBCA (διασυνοριακή κατανομή κόστους) που διέπει τα έργα Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI), όπως είναι η ηλεκτρική διασύνδεση Αττικής – Κύπρου – Ισραήλ, η οποία έγινε το 2017. Παρά το γεγονός ότι πέρσι αναθεωρήθηκε το κόστος του έργου (από 1,5 δισ. στο 1,9 δισ.), η κατανομή παρέμεινε αμετάβλητη.
Το έργο ανήκει από τον περασμένο Οκτώβριο στον ΑΔΜΗΕ, ο οποίος προσπάθησε και έριξε χρήματα στο τραπέζι ώστε να αναλάβει τη μεγάλη επένδυση. Η ανάληψη του έργου από τον ΑΔΜΗΕ απέτρεψε την απώλεια της χρηματοδότησης 657 εκατ. από την ΕΕ, καθώς με τα δεδομένα μέχρι τον Οκτώβριο του 2023 ο κίνδυνος για κάτι τέτοιο φαινόταν μεγάλος. Η υπόθεση του ηλεκτρικού καλωδίου, που αποτελεί ένα μεγάλο έργο, το οποίο με τη χρηματοδότηση της ΕΕ (περί τα 660 εκατ.) θα κοστίσει στους συμμετέχοντες 1,2 δισ. Ο CEO του ΑΔΜΗΕ υπενθύμισε ότι αυτά τα βήματα έχουν ήδη γίνει για το τμήμα Κρήτης – Κύπρου καθώς υπάρχει ήδη συμφωνία μεταξύ των δύο διαχειριστών και για αυτό το λόγο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δώσει τη χρηματοδότηση ύψους 657 εκ. ευρώ.
Ο ρόλος του Ισραήλ
Η στιγμή είναι σωστή. Το Ισραήλ βρίσκεται σε μια πορεία πρασινίσματος του μείγματος του αλλά και έχοντας συγκεκριμένες ανησυχίες για την ασφάλεια εφοδιασμού του και την ευστάθεια του συστήματος του, δείχνει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να διασυνδεθεί. Δείχνει επίσης μεγάλη διάθεση να ευθυγραμμίσει το ρυθμιστικό του πλαίσιο, έτσι ώστε να είναι συμβατό με το ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο καθώς αντιμετωπίζει αυτή την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Ισραήλ ως διασύνδεση του Ισραήλ με την ΕΕ. Το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ θα σηματοδοτήσει την ηλεκτρική διασύνδεση της Κύπρου – του τελευταίου μη διασυνδεδεμένου κράτους μέλους της ΕΕ – με το ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς, διασφαλίζοντας την ισχυρή ενεργειακή θωράκιση του νησιού. Το δε Ισραήλ, που επίσης δεν διαθέτει καμία ηλεκτρική διασύνδεση με τους γείτονές του, θα ενισχύσει την ασφάλεια εφοδιασμού του, αποκτώντας τη δυνατότητα να αυξήσει, περαιτέρω και ταχύτερα, τη συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο ενεργειακό του ισοζύγιο.