Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε τη Δευτέρα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να δεσμευτεί να αγοράσει αμερικανική ενέργεια αξίας 350 δισεκατομμυρίων δολαρίων, προκειμένου να αρθούν οι πρόσφατα επιβληθέντες αμερικανικοί δασμοί. Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στον Λευκό Οίκο μαζί με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο Τραμπ απέρριψε την πρόταση της ΕΕ αμοιβαία κατάργηση δασμών στα αυτοκίνητα και τα βιομηχανικά αγαθά, χαρακτηρίζοντάς την ανεπαρκή, σύμφωνα με δημοσίευμα του Politico.

Ο Τραμπ δικαιολόγησε τη στάση του επισημαίνοντας το σημαντικό εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την ΕΕ, το οποίο, όπως υποστήριξε, ανέρχεται σε 350 δισεκατομμύρια δολάρια. Υποστήριξε ότι το έλλειμμα αυτό θα μπορούσε να εξαλειφθεί γρήγορα εάν η ΕΕ συμφωνούσε να αγοράσει αντίστοιχη ποσότητα αμερικανικής ενέργειας, ιδίως υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Ο Τραμπ έχει δώσει σταθερά έμφαση στο «America firts» στις εμπορικές διαπραγματεύσεις και διατύπωσε τα εμπορικά ελλείμματα ως άμεση οικονομική ζημία για τις ΗΠΑ.

Η τελευταία του δασμολογική κίνηση περιλαμβάνει εισφορά 20% στα προϊόντα της ΕΕ και τουλάχιστον 10% σε άλλους εμπορικούς εταίρους. Η ανακοίνωση προκάλεσε αναταραχή στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές, με τις ευρωπαϊκές μετοχές να σημειώνουν τη χειρότερη πτώση τους από την έναρξη της πανδημίας COVID-19.

Ο Τραμπ επέκρινε επίσης τους αυστηρούς κανονισμούς ασφαλείας της ΕΕ, που αποσκοπούν στο να εμποδίσουν τα αμερικανικά προϊόντα να εισέλθουν στις ευρωπαϊκές αγορές. Υποστήριξε ότι τα εν λόγω πρότυπα είναι άδικα και εμποδίζουν τις αμερικανικές εξαγωγές, ιδίως τα οχήματα. Ανέφερε ότι για να είναι αποδεκτή οποιαδήποτε συμφωνία, τα εν λόγω ρυθμιστικά εμπόδια θα πρέπει να αντιμετωπιστούν παράλληλα με τη μείωση των δασμών.

Αν και ο Τραμπ άφησε ανοιχτή την πόρτα για διαπραγματεύσεις, τόνισε ότι οποιαδήποτε συμφωνία πρέπει να θέτει ως προτεραιότητα τα αμερικανικά συμφέροντα. Αναφέρθηκε επίσης στην ιστορική εμπορική πολιτική των ΗΠΑ, υποστηρίζοντας ότι η χώρα ήταν οικονομικά ισχυρότερη όταν βασιζόταν σε δασμούς και όχι σε φόρους εισοδήματος – ιδίως από το 1870 έως το 1913.

Η πρόεδρος της Επιτροπής της ΕΕ, Ούρσουλα φον ντερ λάιεν είχε προηγουμένως δηλώσει ανοιχτή διάθεση για αύξηση των αμερικανικών ενεργειακών εισαγωγών για την άμβλυνση των εντάσεων, αλλά οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν έχουν προσφέρει σαφείς όρους για μια πιθανή συμφωνία. Όπως και να έχει, η εμπορική αντιπαράθεση ΗΠΑ-ΕΕ συνεχίζεται, με τις αγορές ενέργειας να αναδεικνύονται σε κεντρικό διαπραγματευτικό χαρτί στην εμπορική στρατηγική του Τραμπ.

Διαβάστε ακόμη