Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, ενδεχομένως από τα τέλη του 2025, η αύξηση της παγκόσμιας προσφοράς LNG, η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και νέες μορφές ευελιξίας στη ζήτηση και την προσφορά ηλεκτρικής ενέργειας πρόκειται να μειώσουν τις τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ, οδηγώντας στη σύγκλιση με άλλες αγορές, συμπεραίνει ο ACER, ο οργανισμός της ΕΕ για τη συνεργασία των ρυθμιστικών αρχών ενέργειας σε νέα έκθεσή της με τίτλο “Key developments in European electricity and gas markets: 2025 Monitoring Report” που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα 17 Μαρτίου.
«Η ενεργειακή πολιτική της ΕΕ αντικατοπτρίζει τις ανάγκες μιας περιοχής που βασίζεται στις εισαγωγές», αναφέρει και προσθέτει: «Παρά τον μεγαλύτερο πληθυσμό της, η ΕΕ καταναλώνει λιγότερη ενέργεια από τις ΗΠΑ». Επίσης, οι στόχοι μείωσης των εκπομπών άνθρακα που έχει θέσει η ΕΕ θα συμβάλουν στη μείωση των εισαγωγών ακριβών ορυκτών καυσίμων και θα περιορίσουν την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τρίτες χώρες.
Η μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου θα οδηγήσει σε μείωση των τιμών του, τονίζει ο ACER
Σε μακροπρόθεσμο επίπεδο, ο καλύτερος τρόπος για τη μείωση των υψηλών τιμών του φυσικού αερίου είναι η μείωση της κατανάλωσής του μέσω της στροφής προς την ηλεκτρική ενέργεια, επισημαίνει. Αναφορικά με τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, μια λύση που θα βοηθήσει στην υποχώρησή τους είναι η μείωση της ζήτησης κατά τις ώρες αιχμής, με μεταφορά της τις ώρες που η ενέργεια είναι πιο φθηνή, κάτι που έχει τονίσει και το ελληνικό ΥΠΕΝ. Παράλληλα, στη μείωση των τιμών θα συμβάλει η μέγιστη αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα. Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει να συνεχίσουν οι επενδύσεις σε έργα ΑΠΕ, αλλά και η ύπαρξη ευελιξίας στο ενεργειακό σύστημα της ΕΕ, περαιτέρω ενοποίησης της αγοράς και κοινής χρήσης πόρων.
Παρά ταύτα, επισημαίνεται πως τα ορυκτά καύσιμα, κυρίως το φυσικό αέριο και ο άνθρακας, παραμένουν απαραίτητα για τη δυνατότητα κάλυψης των αιχμών στη ζήτηση ενέργειας. «Οι τιμές της αγοράς είναι ασταθείς, επηρεαζόμενες από τις διακυμάνσεις των τιμών του φυσικού αερίου και τη μεταβλητότητα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας», σχολιάζει ο ACER. Μάλιστα, η έκθεση αναδεικνύει ένα στοιχείο που υπονομεύει τη σταθερότητα στις τιμές ενέργειας. Η ανάγκη για ενοποίηση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ αυξάνεται ταχύτερα από την πρόοδο που σημειώνεται, κάτι που έχει ως συνέπεια να δημιουργείται ένα χάσμα που καθιστά την ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά αναποτελεσματική και ασταθή. Η αύξηση, δε, του κόστους εκσυγχρονισμού των δικτύων δεν βελτιώνει την κατάσταση, ενώ απαιτούνται μεγάλες και συντονισμένες προσπάθειες για να αναβαθμιστούν τα δίκτυα, χωρίς ωστόσο να επιβαρυνθούν περαιτέρω οι λογαριασμοί ρεύματος.
Η επίτευξη των ενεργειακών στόχων της ΕΕ θα απαιτήσει έλεγχο της αύξησης του κόστους επενδύσεων στα δίκτυα, διασφαλίζοντας ότι σχετικές επενδύσεις για αναβαθμίσεις υποδομών θα είναι οι πλέον αποδοτικές. Επιπλέον, θα πρέπει να ενσωματωθούν λύσεις που θα προσφέρουν ευελιξία, όπως μέτρα απόκρισης ζήτησης, μέτρα που προωθούν την ηλεκτροκίνηση, καθώς και τις μπαταρίες αποθήκευσης ενέργειας. Θα πρέπει, τέλος, να βελτιωθεί η διασυνοριακή χρήση πόρων, προκειμένου να ενοποιηθούν οι ενεργειακές αγορές.
Ως προς τον παράγοντα φυσικό αέριο για την ΕΕ, η έκθεση αναφέρει πως η παγκόσμια παραγωγή LNG έχει σημειώσει μέτρια ανάπτυξη από το 2022. Ωστόσο, αυτό πρόκειται να αλλάξει τα επόμενα χρόνια, καθώς αρκετά μεγάλα έργα πλησιάζουν στην έναρξη της παραγωγής. Η επέκταση της παγκόσμιας παραγωγής LNG θα συμβάλει στο να μειωθούν οι τιμές ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η έκθεση, αναφέρει, πάντως πως ενδέχεται να μην είναι διαθέσιμες σημαντικές νέες ποσότητες μέσα στο 2025, γεγονός που θα μπορούσε να διατηρήσει τις ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου ψηλά κατά το έτος που διανύουμε.
Διαβάστε ακόμη