Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Κομισιόν) δημοσίευσε την Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου την πολυαναμενόμενη «Καθαρή Βιομηχανική Συμφωνία» (Clean Industrial Deal), καθώς και ένα Σχέδιο Δράσης για χαμηλότερο ενεργειακό κόστος (Affordable Energy Action Plan). Μέσω αυτών, η Κομισιόν επιδιώκει να αναζωογονήσει την ευρωπαϊκή βιομηχανία, η οποία πλήττεται από τον διεθνή ανταγωνισμό και κυρίως από τους Κινέζους και Αμερικανούς ανταγωνιστές της. Επιχειρεί επίσης να ανακουφίσει και τα νοικοκυριά των κρατών μελών της ΕΕ, τα οποία αρκετά συχνά έρχονται αντιμέτωπα με πολύ αυξημένους λογαριασμούς ρεύματος.

Οι προτάσεις της Κομισιόν προκάλεσαν ποικίλες αντιδράσεις από την αγορά, με ορισμένους παράγοντες να παρατηρούν ότι λάμπουν διά της απουσίας τους τα μέτρα αμέσου δράσεως για την μείωση του ενεργειακού κόστους. Η βασική πρόταση της Κομισιόν προς την κατεύθυνση αυτή είναι η μείωση των φόρων και των διάφορων χρεώσεων που «φουσκώνουν» το τελικό κόστος στους λογαριασμούς. Δεν έχουν όμως όλες οι χώρες την δημοσιονομική πολυτέλεια να επωμιστούν νέα βάρη. Εγείρεται, επίσης, και το ερώτημα για το κατά πόσο είναι εφικτό να μειωθούν οι χρεώσεις δικτύων, σε μια περίοδο που απαιτούνται τεράστιες επενδύσεις (που χρηματοδοτούνται κατά κύριο λόγο από τις χρεώσεις αυτές) για την «πύκνωση» των ηλεκτρικών διασυνδέσεων, οι οποίες είναι κατά κοινή ομολογία προαπαιτούμενο για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς ηλεκτρισμού και την αναβάθμιση των δικτύων, ώστε να είναι σε θέση να υποδεχθούν περισσότερες ΑΠΕ.

Ξεκινώντας από την ελληνική πραγματικότητα, «πολύ ευχαριστημένος» δήλωσε ο Νίκος Τσάφος, σύμβουλος του πρωθυπουργού για θέματα ενέργειας, από το Σχέδιο Δράσης της Κομισιόν για χαμηλότερο ενεργειακό κόστος. «Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό να βλέπει κανείς στο κείμενο αρκετές ιδέες που η ελληνική κυβέρνηση έχει υποστηρίξει τους τελευταίους μήνες», τόνισε, ενώ πρόσθεσε στη συνέχεια πως «συνολικά, το Σχέδιο Δράσης για Προσιτή Ενέργεια προσφέρει αρκετά νέα εργαλεία για ουσιαστική δράση – για τη μείωση των τιμών της ενέργειας, την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας και την εμβάθυνση της Ενεργειακής Ένωσής μας. Ανυπομονώ να συνεργαστώ με την Επιτροπή και άλλα κράτη-μέλη για να μετατρέψουμε αυτές τις ιδέες σε πράξη τους επόμενους μήνες».

Σε δηλώσεις που έκανε στο energygame.gr ο Αντώνης Κοντολέων, πρόεδρος της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ελλάδας (ΕΒΙΚΕΝ), με αφορμή τις προτάσεις της Κομισιόν, ανέφερε: «Προτείνεται ότι για την άμεση μείωση του κόστους στους λογαριασμούς ρεύματος τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν τη δυνατότητα τους να μειώσουν για όλους τους καταναλωτές τη χρέωση του ΕΦΚ και ΦΠΑ στο ρεύμα αλλά και τις κάθε φύσεως χρεώσεις των δικτύων ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ και λογαριασμών προσαυξήσεων. Αυτό θα δημιουργήσει, μιλώντας για τις βιομηχανίες, κράτη δύο ταχυτήτων με θέμα αθέμιτου ανταγωνισμού. Πόσα κράτη έχουν την οικονομική δυνατότητα να προχωρήσουν σε τέτοια ρύθμιση; Που θα βρούν τους πόρους;». Στη συνέχεια, αναρωτήθηκε «μήπως πρέπει να επανεξετάσουν ρυθμίσεις που έχουν αυξήσει τη χρέωση του δικτύου, όπως η κοινωνικοποίηση του 50% του κόστους σύνδεσης των πάσης φύσεως καταναλώσεων, όπως ΑΠΕ, data centers, μπαταρίες, offshore wind».

Ως προς τις ΑΠΕ, ο κ. Κοντολέων επισήμανε ότι «η Επιτροπή εμμένει στο αφήγημα της ότι η μόνη λύση είναι περισσότερη καθαρή ενέργεια με όποιο κόστος αυτό θα έχει στην μεταβατική περίοδο που θα είναι μεγάλης διάρκειας. Και αυτό χωρίς να έχει εξασφαλίσει ότι η ζήτηση θα αυξηθεί ώστε να εξισορροπήσει την αυξημένη ενέργεια από ΑΠΕ». Στα θετικά των σχεδίων της Κομισιόν, ο κ. Κοντολέων συμπεριέλαβε το μέτρο που αφορά στη θέσπιση τριμερούς σύμβασης για προσιτή ενέργεια για την ευρωπαϊκή βιομηχανία. «Ένα σωστό μέτρο που προτείνεται, επίσης, είναι να θεσπιστούν σχήματα που να δίνουν οικονομικά κίνητρα από τον ΑΔΜΗΕ, εκτός της υψηλής τιμής στην αγορά, σε καταναλωτές που μειώνουν τη κατανάλωση τους στις ώρες αιχμής», πρόσθεσε. «Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι χαλυβουργίες που δεν λειτουργούν συστηματικά κάθε εργάσιμη ημέρα στις ώρες αιχμής, οι οποίες όμως δεν παίρνουν καμία αμοιβή. Μιλάμε για μείωση φορτίου που ξεπερνά τα 200MW καθόλη τη διάρκεια της αιχμής», κατέληξε. 

Ο ευρωβουλευτής και Αντιπρόεδρος των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, Γιάννης Μανιάτης, δήλωσε χθες πως «επιτέλους η βιομηχανία και η επιχειρηματικότητα της Ευρώπης βρέθηκαν στο επίκεντρο της προσοχής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όμως, η σημερινή ανακοίνωση για το Green Industrial Deal απέχει αρκετά από την δημιουργία όλων των απαραίτητων συνθηκών που θα επιτρέψουν στις ευρωπαϊκές εταιρείες να ανταγωνιστούν ισότιμα εκείνες των μεγάλων ανταγωνιστών μας από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Απαιτούνται μέτρα δραστικής μείωσης των τιμών ενέργειας για τις βιομηχανίες (ασφαλώς και για τα νοικοκυριά), καθώς μόνο έτσι θα αναζωογονηθεί η παραγωγική βάση της Ευρώπης και θα δημιουργηθούν βιώσιμες θέσεις εργασίας».

Μεταξύ άλλων, ο κ. Μανιάτης τόνισε την ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια και καλύτερη εποπτεία της λειτουργίας των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, τη μόνιμη αποσύνδεση των τιμών των ορυκτών καυσίμων και ιδίως του φυσικού αερίου από τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας, την ύπαρξη εύλογου ανώτατου ορίου στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και την χρονική παράταση των μηχανισμών διόρθωσης της αγοράς, ιδιαίτερα σε λειτουργίες όπως η αποθήκευση φυσικού αερίου, οι συλλογικές ευρωπαϊκές προμήθειες φυσικού αερίου και κρίσιμων πρώτων υλών.

ΚΟΜΙΣΙΟΝ

Λογαριασμοί ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ για τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία σε πραγματικές τιμές του 2023 © Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Ένα «πρώτο βήμα» τα σχέδια της Κομισιόν

Πολλές βιομηχανικές ενώσεις και σύνδεσμοι στην Ευρώπη βλέπουν αυτά τα σχέδια που παρουσίασε η Κομισιόν ως ένα πρώτο βήμα. Εκπροσωπώντας τη Eurelectric, τον σύνδεσμο του τομέα ηλεκτρισμού στην Ευρώπη, ο Γενικός Γραμματέας της, Κρίστιαν Ρούμπι, σχολίασε πως «το Clean Industrial Deal είναι ένα πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, με έμφαση στον εξηλεκτρισμό, την απλοποίηση και την ενίσχυση της ζήτησης». Παρόμοια άποψη έχει και η Eurometaux, η Ευρωπαϊκή Ένωση Μετάλλων, πρόεδρος της οποίας είναι ο CEO της Metlen Energy & Metals, Ευάγγελος Μυτιληναίος. Ειδικότερα, ο Τζέιμς Γουότσον, Γενικός Διευθυντής της Eurometaux, ανέφερε πως «το Clean Industrial Deal αποτελεί ένα μικρό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση για τη βιομηχανία της Ευρώπης, αλλά θα χρειαστούν περισσότερες προσπάθειες για να διασφαλιστεί η μείωση των τιμών της ενέργειας για τους βιομηχανικούς καταναλωτές».

Στη συνέχεια, ο Τζέιμς Γουότσον δήλωσε: «Εξακολουθούμε να αντιμετωπίζουμε μια ενεργειακή κρίση που οδηγεί στο κλείσιμο κρίσιμων μονάδων επεξεργασίας και ανακύκλωσης μετάλλων. Δεδομένης της σημασίας του κλάδου μας για την ενεργειακή μετάβαση, την ψηφιοποίηση και την ευρωπαϊκή ασφάλεια, ελπίζουμε ότι οι ρυθμιστικές πρωτοβουλίες που θα προκύψουν από αυτό το Deal θα δημιουργήσουν το πλαίσιο που χρειαζόμαστε για να αναπτυχθούμε. Αυτή δεν πρέπει να είναι μια χαμένη ευκαιρία».

Στο ίδιο μήκος κύματος με τη Eurometaux κυμάνθηκε και η θέση της EUROFER, της Ευρωπαϊκής Ένωσης Χάλυβα. Η EUROFER σχολίασε πως «το Clean Industrial Deal της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναγνωρίζει τον στρατηγικό ρόλο του χάλυβα, όμως οι λύσεις για τα πιεστικά ζητήματα – η παγκόσμια υπερπαραγωγή, τα κενά στο CBAM (Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα), το ενεργειακό κόστος, η ανακύκλωση παλαιού χάλυβα – παραμένουν ανοιχτές, ατελείς ή ανεπαρκείς». «Χωρίς άμεσες, δομικές αλλαγές, συμπεριλαμβανομένων μέτρων ανάκαμψης βραχυπρόθεσμα, κινδυνεύουμε να χάσουμε τη βιομηχανική ραχοκοκαλιά της Ευρώπης», πρόσθεσε.

Οι ικανοποιημένοι

Το Wind Europe, ο σύνδεσμος της ευρωπαϊκής βιομηχανίας αιολικής ενέργειας, φάνηκε ικανοποιημένο. «Το Clean Industrial Deal δίνει σωστά προτεραιότητα στην ταχύτερη αδειοδότηση, την επέκταση των δικτύων και την οικονομική στήριξη για επενδύσεις στη βιομηχανική απανθρακοποίηση», τόνισε. Παράλληλα, ανέφερε πως «ο εξηλεκτρισμός βρίσκεται στο επίκεντρο του Clean Industrial Deal – και η αιολική ενέργεια είναι έτοιμη να ανταποκριθεί». Στο ίδιο μήκος κύματος, ήταν και η αντίδραση του Hydrogen Europe, του συνδέσμου της ευρωπαϊκής αγοράς υδρογόνου. «Η Hydrogen Europe χαιρετίζει τις σημερινές ανακοινώσεις της Επιτροπής και είναι ικανοποιημένη που βλέπει τα ξεκάθαρα θετικά που αυτές θα φέρουν, όπως τα ισχυρά επιχειρηματικά μοντέλα για τις διάφορες εφαρμογές του υδρογόνου, η έμφαση στις δεξιότητες και η σημασία της χρηματοδότησης. Αυτά υπήρξαν ανέκαθεν προτεραιότητες για τη βιομηχανία υδρογόνου, όπως επισημαίνεται τόσο στη θέση μας για το CID όσο και στο μανιφέστο μας», ανέφερε.

H Walburga Hemetsberger, επικεφαλής του SolarPower Europe, του συνδέσμου της ευρωπαϊκής βιομηχανίας ηλιακής ενέργειας, δήλωσε πως «η Συμφωνία για την Καθαρή Βιομηχανία θέτει με εξαιρετικό τρόπο τον εξηλεκτρισμό ως βασικό πυλώνα για την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας και την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα, συμπεριλαμβανομένου ενός νέου στόχου εξηλεκτρισμού 32% έως το 2030. Βλέπουμε αυτόν τον στόχο ως ελάχιστο όριο, όχι ως ανώτατο. Υπάρχουν πολλές ενεργειακές χρήσεις που είναι εύκολο να εξηλεκτριστούν». Παράλληλα, εξέφρασε την ικανοποίησή της για την ενίσχυση που παρέχουν οι προτάσεις της Κομισιόν στους Ευρωπαίους κατασκευαστές ηλιακής ενέργειας. Ωστόσο, «η ειδική χρηματοδοτική υποστήριξη για τον εξηλεκτρισμό πρέπει να υλοποιηθεί», ανέφερε. Από τη μεριά του, ο Αριστοτέλης Χαντάβας, πρόεδρος του SolarPower Europe και CEO της Principia, χαρακτήρισε το Clean Industrial Deal «ιστορικό βήμα», η υλοποίηση του οποίου «απαιτεί αποφασιστικές και άμεσες ενέργειες».

Ικανοποίηση εξέφρασε και η Carbon Capture and Storage Association, η ένωση για την ευρωπαϊκή βιομηχανία CCS. Ειδικότερα, η ένωση δήλωσε τα εξής: «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε το Clean Industrial Deal, ένα βασικό βήμα για την αποανθρακοποίηση της βιομηχανίας και την ανταγωνιστικότητα. Χαιρετίζουμε αυτό το έγγραφο, το οποίο αντικατοπτρίζει πολλές από τις προτεραιότητες που τονίσαμε στην ανοιχτή επιστολή μας και που υποστηρίχθηκαν από 30 ευρωβουλευτές». Ανάμεσα στις προτεραιότητες της Carbon Capture and Storage Association ήταν η αναθεώρηση της Οδηγίας για το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ETS), η αναγνώριση του πράσινου υδρογόνου ως κλειδί για την απανθρακοποίηση και η δέσμευση για δημιουργία αγοράς για τον δεσμευμένο άνθρακα. Παρόλα αυτά, πρόσθεσε πως «η σαφήνεια σχετικά με την εφαρμογή της Στρατηγικής Βιομηχανικής Διαχείρισης Άνθρακα είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της ανάπτυξης της τεχνολογίας CCUS».

Τα «ναι μεν, αλλά»

Ωστόσο, δεν έμειναν όλοι οι κλάδοι το ίδιο ευχαριστημένοι από τα Σχέδια της Κομισιόν. Το EGEC Geothermal, ο οργανισμός που εκπροσωπεί τη βιομηχανία γεωθερμίας στην Ευρώπη, χαρακτήρισε το Σχέδιο Δράσης για Προσιτή Ενέργεια ένα «καλοδεχούμενο πρώτο βήμα», ωστόσο, όπως ανέφερε, στερείται κατεύθυνσης για συγκεκριμένες δράσεις που αφορούν στη γεωθερμία. Ενδεικτικά, επισήμανε πως «το EGEC χαιρετίζει την αναγνώριση της γεωθερμικής ενέργειας, ωστόσο το σχέδιο δεν περιλαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την πλήρη αξιοποίησή της». Στο ίδιο πλαίσιο, ο Γενικός Γραμματέας του, Φίλιπ Ντούμας, εξέφρασε την ανησυχία του «για το γεγονός ότι το Γεωθερμικό Σχέδιο Δράσης παραλείφθηκε από το Σχέδιο Δράσης για Προσιτή Ενέργεια». Αντίστοιχα, ο Διευθυντής Πολιτικής του EGEC, Σαντζέεβ Κούμαρ, πρόσθεσε ότι «ο αποκλεισμός της γεωθερμίας από την πρωτοβουλία τριμερών συμφωνιών είναι αντιπαραγωγικός».

Η θέση «ναι μεν, αλλά» εκφράστηκε και από την ευρωπαϊκή αγορά αντλιών θερμότητας, η οποία εκπροσωπείται από την European Heat Pump Association. Η συγκεκριμένη Ένωση υποστήριξε πως «το νέο Clean Industrial Deal και το Σχέδιο Δράσης για Προσιτή Ενέργεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπογραμμίζουν τη σημασία της απανθρακοποίησης της βιομηχανίας και της μείωσης του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας – βασικοί παράγοντες για την υιοθέτηση αντλιών θερμότητας. Ωστόσο, αυτά τα σχέδια δεν αναγνωρίζουν πλήρως τον κρίσιμο ρόλο των αντλιών θερμότητας στην ενεργειακή ασφάλεια, την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας και την πορεία προς το μηδενικό ισοζύγιο άνθρακα». Η Ένωση κατέληξε λέγοντας πως για να επιταχυνθεί η πράσινη μετάβαση, η ΕΕ θα πρέπει να διασφαλίσει προσιτό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές που επιλέγουν αντλίες θερμότητας, μακροπρόθεσμη σαφήνεια πολιτικής για την υποστήριξη κατασκευαστών και επενδυτών, καθώς και σαφή αναγνώριση του κλάδου των αντλιών θερμότητας ως στρατηγικού ευρωπαϊκού τομέα.

Από την πλευρά του, το Fuels Europe, ο σύνδεσμος της βιομηχανίας εναλλακτικών καυσίμων στην Ευρώπη, επισήμανε πως «η δημοσίευση του Clean Industrial Deal σηματοδοτεί ένα σημαντικό ορόσημο για τη βιομηχανία της Ευρώπης. Στο Fuels Europe, στηρίζουμε πλήρως τη φιλοδοξία μιας στρατηγικής ανάπτυξης που συνδυάζει τους κλιματικούς στόχους με την ανταγωνιστικότητα. Ωστόσο, το Clean Industrial Deal δεν περιλαμβάνει ένα εξειδικευμένο σχέδιο δράσης για τη βιομηχανία καυσίμων – έναν τομέα-κλειδί για αυτή τη μετάβαση». Στη συνέχεια, τόνισε πως «ελπίζουμε ότι η σημερινή ανακοίνωση του CID αποτελεί μόνο την αρχή, θέτοντας το πλαίσιο για τη μετάβαση των στρατηγικών βιομηχανικών τομέων». «Το Clean Industrial Deal παρέχει το γενικό πλαίσιο· τώρα είναι η ώρα για δράση, υλοποίηση και αποτελέσματα», κατέληξε.

Τέλος, στον τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας, η European Alliance to Save Energy (EU-ASE) δήλωσε: «Παρόλο που καλωσορίζουμε την ισχυρή έμφαση στην ενεργειακή απόδοση στο Σχέδιο Δράσης για Προσιτή Ενέργεια, μια περαιτέρω αναγνώρισή της στο Clean Industrial Deal θα είχε ενισχύσει τον ρόλο της στη διατήρηση της προσιτής ενέργειας, την ανταγωνιστικότητα και την απανθρακοποίηση». Η Μόνικα Φρασόνι, Πρόεδρος της EU-ASE, δήλωσε: «Σήμερα, ενώ το Clean Industrial Deal αναγνωρίζει την ενεργειακή απόδοση, υπάρχει ακόμα περιθώριο να αναδειχθεί πλήρως το δυναμικό της ως καθοριστικός παράγοντας που μειώνει δομικά το λειτουργικό κόστος, ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας και αυξάνει την ανθεκτικότητα απέναντι στις διακυμάνσεις των τιμών ενέργειας». «Βασιζόμενοι στα θετικά στοιχεία και των δύο δημοσιεύσεων, είναι κρίσιμο να ενισχύσουμε τη συνοχή μεταξύ αυτών των δύο πρωτοβουλιών και να διασφαλίσουμε ότι το Clean Industrial Deal θα αποτελέσει έναν πραγματικό μοχλό για τη φιλόδοξη και έγκαιρη εφαρμογή του ισχύοντος ρυθμιστικού πλαισίου για την ενεργειακή απόδοση», υπογράμμισε.

Διαβάστε ακόμη