Το 2025 αναμένεται να είναι κομβικό για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), καθώς καλείται να αντιμετωπίσει μια σειρά σημαντικών προκλήσεων που θα διαμορφώσουν τη μελλοντική της κατεύθυνση και το παγκόσμιο κύρος της για τα επόμενα χρόνια. Οι δοκιμασίες αυτές, που καθοδηγούνται από πολιτικές, οικονομικές και διεθνείς πιέσεις, θα επηρεάζουν άμεσα και τη στρατηγική της όσον αφορά στη δράση για το κλίμα. Με μια νέα πολιτική θητεία σε εξέλιξη, η ΕΕ έχει την ευκαιρία να αποδείξει ότι η επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης δεν είναι μόνο ένας στόχος βιωσιμότητας, αλλά και μια στρατηγική για την ενίσχυση της σταθερότητας, της ασφάλειας και της μακροπρόθεσμης ευημερίας.

Ωστόσο, η επίτευξη αυτού του στόχου δεν θα είναι εύκολη, καθώς ΕΕ θα πρέπει να διαχειριστεί πολύπλοκα ζητήματα όπως η εξασφάλιση μαζικών επενδύσεων για την πράσινη οικονομία, η απλούστευση των κανονισμών χωρίς να υπονομεύονται οι περιβαλλοντικοί στόχοι, η πλοήγηση σε ένα ταραχώδες παγκόσμιο τοπίο με αυξανόμενο ανταγωνισμό αλλά και ανησυχίες για την ασφάλεια. Πιο συγκεκριμένα, οι τέσσερις δοκιμασίες της ΕΕ, σύμφωνα με τη δεξαμενή σκέψης E3G διαμορφώνονται ως εξής:

  1. Εξασφάλιση επενδύσεων

Η ΕΕ χρειάζεται επιπλέον 800 δισ. ευρώ ετησίως για να παραμείνει ανταγωνιστική, όπως σημείωσε ο Μάριο Ντράγκι. Οι επενδύσεις αυτές είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση των στρατηγικών προτεραιοτήτων της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της πράσινης μετάβασης. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πρότεινε μια «Επιτροπή Επενδύσεων» για την αντιμετώπιση αυτών των αναγκών, ζητώντας την απομάκρυνση από το status quo στις στρατηγικές χρηματοδότησης. Για να ικανοποιηθεί, όμως, αυτή η χρηματοδοτική απαίτηση, οι ηγέτες πρέπει να αποδεχθούν έναν μεγαλύτερο και πιο ευέλικτο προϋπολογισμό της ΕΕ. Οι επικείμενες μεταρρυθμίσεις στις κρατικές ενισχύσεις, τα νέα και τα υφιστάμενα ταμεία της ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα έχουν καθοριστική σημασία. Επιπλέον, η προώθηση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU) θα απαιτήσει ισχυρότερη κεντρική εποπτεία και ευθυγράμμιση με τη μεταβατική στρατηγική της ΕΕ. Η υπέρβαση των πολιτικών διαιρέσεων μεταξύ των κρατών μελών θα είναι, επίσης, ζωτικής σημασίας για την κινητοποίηση των κεφαλαίων που απαιτούνται για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

  1. Απλούστευση των ρυθμίσεων

Άλλη μια βασική προτεραιότητα για τη νέα κυβέρνηση της φον ντερ Λάιεν αποτελεί η απλούστευση των κανονισμών της ΕΕ. Αν και στόχος είναι η μείωση του διοικητικού φόρτου, η προσπάθεια αυτή εγείρει ανησυχίες σχετικά με την ενδεχόμενη υπονόμευση των πολιτικών της Πράσινης Συμφωνίας. Ορισμένοι βιομηχανικοί και πολιτικοί παράγοντες πιέζουν για καθυστερήσεις ή ανατροπές βασικών περιβαλλοντικών μέτρων, επικαλούμενοι οικονομικές και λειτουργικές ανησυχίες. Για να ξεπεραστεί αυτή η κρίση, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να διαχειριστούν προσεκτικά αυτές τις εντάσεις, διασφαλίζοντας ότι η απλούστευση δεν θα οδηγήσει σε απορρύθμιση. Τα ειδικά για τον τομέα πρότυπα, η συνεπής νομοθεσία, και η αυξημένη ψηφιοποίηση θα μπορούσαν να εξορθολογήσουν τη ρύθμιση χωρίς να διακυβεύονται οι κλιματικοί στόχοι ή να δημιουργείται αβεβαιότητα.

  1. Ενίσχυση της συνεργασίας

Η ΕΕ αντιμετωπίζει, επίσης, αυξανόμενο εσωτερικό κατακερματισμό μετά τις εκλογές του 2024, στις οποίες αυξήθηκαν τα ευρωσκεπτικιστικά και εθνικιστικά κόμματα, καθιστώντας τη βαθύτερη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών πιο δύσκολη. Παρά τις δυσκολίες αυτές, τα οφέλη μιας ενωμένης ΕΕ δεν ήταν ποτέ πιο ξεκάθαρα. Η συνεργασία ως μπλοκ μπορεί να προσφέρει σημαντικά οικονομικά πλεονεκτήματα και να ενισχύσει την παγκόσμια θέση της Ευρώπης, ιδίως στην προσπάθεια για την επίτευξη των στόχων Net Zero. Βασικές προσπάθειες, όπως η επέκταση των ενεργειακών δικτύων, η αύξηση του εξηλεκτρισμού, η υιοθέτηση λύσεων υδρογόνου και η μείωση της εξάρτησης από το φυσικό αέριο, εξαρτώνται από την ισχυρή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών.

  1. Διαχείριση του παγκόσμιου ανταγωνισμού και των ανησυχιών για την ασφάλεια

Οι γεωπολιτικές μεταβολές και οι αυξανόμενες ανησυχίες για την ασφάλεια οδήγησαν την ΕΕ στην υιοθέτηση μιας στρατηγικής «de-risking» (στρατηγική μείωσης κινδύνων) για την προστασία των εγχώριων βιομηχανιών της ηπείρου. Ωστόσο, η στρατηγική αυτή συμπίπτει με τους προτεινόμενους από τον εκλεγμένο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ δασμούς σε όλες τις εισαγωγές, οι οποίοι θα μπορούσαν να διαταράξουν το εμπόριο της ΕΕ και να βλάψουν την οικονομία της.

Ως εκ τούτου, είναι ζωτικής σημασίας για την ΕΕ να επιτύχει ισορροπία μεταξύ της προστασίας των δικών της βιομηχανιών και της διατήρησης ισχυρών εμπορικών σχέσεων με άλλες χώρες. Η υπερβολική στήριξη σε προστατευτικές πολιτικές θα μπορούσε, με τη σειρά της, να αυξήσει το κόστος, να επιβραδύνει τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια και να βλάψει τους δεσμούς με σημαντικούς εμπορικούς εταίρους. Για να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες προκλήσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εστιάσει στην ενδυνάμωση των εμπορικών και επενδυτικών της σχέσεων με τις αναπτυσσόμενες αγορές και τον Παγκόσμιο Νότο. Αυτό θα της επιτρέψει να μειώσει την εξάρτησή της από τις κρίσιμες εισαγωγές της Κίνας, ενώ ταυτόχρονα θα βοηθήσει στην αποκατάσταση της παγκόσμιας εμπιστοσύνης και θα προωθήσει πιο τολμηρές δράσεις για την προστασία του κλίματος, ειδικά ενόψει της COP30 στη Βραζιλία.

Διαβάστε ακόμη