του Μιχάλη Μαθιουλάκη*
Τους τελευταίους μήνες η Ρωσία υλοποιεί την αντεπίθεση της στα ενεργειακά της Ευρωπαϊκής Ένωσης χρησιμοποιώντας και πάλι τα εργαλεία που γνωρίζει καλά προκειμένου να δημιουργήσει εκ νέου τετελεσμένα στο μπλοκ. Η δράση της Ρωσίας πλήττει καίρια τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας που συνδέονται με την ενέργεια, ενώ κερδισμένη από αυτές τις εξελίξεις βγαίνει και η Τουρκία.
Από τις εξελίξεις του 2022 και τις σπασμωδικές αντιδράσεις της ΕΕ στη διαχείριση των θεμάτων που σχετίζονται με το φυσικό αέριο, η Ρωσία κατάφερε να διασώσει ένα από τα πιο σημαντικά της asset στην Ευρώπη, τον αγωγό Turkish Stream που φέρνει φυσικό αέριο στα Βαλκάνια και την κεντρική Ευρώπη.
Από τα τέλη του 2023 η Ρωσία εφαρμόζει τη γνωστή της πολιτική των ιδιαίτερα χαμηλών τιμών τιμολόγησης του φυσικού αερίου που στέλνει στην περιοχή. Ο σκοπός είναι ένας και μοναδικός και έχει στρατηγική στόχευση. Το Κρεμλίνο χρειάζεται να κόψει τη φόρα των διαδρόμων φυσικού αερίου που σχεδιάζουν οι ευρωπαϊκές χώρες στα ανατολικά σύνορα της ΕΕ για ροή ενέργειας από το νότο προς τον βορρά, και το σχέδιο της πετυχαίνει.
Καθώς τα έργα του FSRU της Αλεξανδρούπολης, του αγωγού IGB, και της υπόλοιπης διαδρομής του Κάθετου Διαδρόμου φυσικού αερίου (που στοχεύουν να φέρουν μη-ρωσικό LNG από την Ελλάδα μέχρι και την Ουκρανία στον βορρά, και μέχρι την Ουγγαρία και Αυστρία στα δυτικά) είναι ακόμα στο ξεκίνημά τους, η Ρωσία επιδιώκει να κόψει τις παραγγελίες αερίου αυτής της διαδρομής πριν τα έργα αυτά κλείσουν συμφωνίες που θα τα καταστήσουν οικονομικά βιώσιμα.
Σε αυτές τις κινήσεις της Ρωσίας, η ΕΕ παραμένει εν υπνώσει.
Στον βορρά, η Γερμανία έχει βολευτεί με τις εισαγωγές LNG από τις ΗΠΑ και αερίου αγωγών από τη Νορβηγία οπότε δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον για το τι γίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ασχολείται επίσης με τα θέματα ηγεσίας της για την επόμενη πενταετία και έχει αφήσει στον αυτόματο πιλότο τα βασικά στρατηγικά θέματα της ενέργειας μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο.
Στον νότο, οι βαλκανικές χώρες -και η Ελλάδα- με τον φόβο του πολιτικού κόστους μεγαλύτερων αυξήσεων στο ρεύμα από το πιο ακριβό μη-ρωσικό LNG, αποδέχονται τις αυξημένες ροές του φθηνού ρωσικού αερίου και αφήνουν τον χρόνο να κυλάει.
Σε αυτό το σκηνικό, αυτός που πλήττεται άμεσα και σημαντικά είναι η Ελλάδα η οποία βλέπει τα σημαντικότερα γεωπολιτικά πλεονεκτήματα που με κόπο χτίστηκαν τα τελευταία 15 χρόνια στα ενεργειακά να κινδυνεύουν με κατάρρευση.
Η Ρεβυθούσα δουλεύει στο ελάχιστο και χάνει φορτία, το FSRU της Αλεξανδρούπολης δεν μπορεί να κλείσει παραγγελίες, ο IGB υπολειτουργεί, ο αγωγός προς τα Σκόπια δυσκολεύεται, και αντί η Ελλάδα να προετοιμάζεται με περισσότερες υποδομές LNG και δίκτυα που θα μπορούσαν να υποδεχθούν τις ποσότητες ελληνικού φυσικού αερίου που θα προκύψουν από τα θαλάσσια ελληνικά οικόπεδα στα δυτικά της Κρήτης, η χώρα μας κινδυνεύει να στείλει μηνύματα ότι και αυτά που έχουμε δεν μπορούμε να τα αξιοποιήσουμε…
Η αντίδραση της Αθήνας στις κινήσεις της Ρωσίας θα πρέπει να είναι άμεση και καταιγιστική καθώς το σημείο που βρισκόμαστε είναι κρισιμότατο.
Η Ελλάδα οφείλει να κινητοποιήσει άμεσα όλα τα εργαλεία που διαθέτει. Θα πρέπει να γίνουν έντονες επαφές αφενός της ελληνικής διπλωματίας με τις εμπλεκόμενες χώρες του Κάθετου Διαδρόμου, και αφετέρου των εμπλεκόμενων υπουργείων ενέργειας και οικονομίας με τις εταιρίες που αφορούν αυτές οι εξελίξεις, τους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς, τους παρόχους ενέργειας, τις ελληνικές ενεργειακές εταιρίες με παρουσία στα Βαλκάνια, και τις τράπεζες που εμπλέκονται σε σχετικές χρηματοδοτήσεις.
Παράλληλα, η ελληνική διπλωματία και τα υπουργεία ενέργειας και οικονομίας οφείλουν να κινητοποιήσουν αφενός τις ευρωπαϊκές αρχές και αφενός να συντονιστούν με τους Αμερικανούς συναδέρφους τους που είναι σίγουρο ότι είναι ήδη θορυβημένοι από αυτές τις εξελίξεις.
Η πίεση πρέπει να αυξηθεί κατακόρυφα σε όλους ώστε να καταλάβουν ότι το βραχυπρόθεσμο αυτό «βόλεμα» με τις φθηνές τιμές του ρωσικού αερίου, θα μας κοστίσει πολλαπλά σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, τόσο σε όρους ασφάλειας εφοδιασμού όσο και σε όρους κόστους της ενέργειας.
Για να το πούμε απλά, όταν θα έχει πετάξει η Ρωσία από την αγορά όλους τους ανταγωνιστές της στα Βαλκάνια και θα αυξήσει την πίεση στην ΕΕ, τότε το να τρέχουμε να κλείνουμε νέες συμφωνίες με τους Αμερικανούς και τους Καταριανούς για LNG θα μας κοστίσει ακριβά σε χρήμα και σε πολιτικούς όρους.
Ο αγωγός Turkish Stream έχει κατασκευαστεί κατά παράβαση του ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου και η Ελλάδα έχει εργαλεία να τον χτυπήσει στα ευρωπαϊκά όργανα. Η χώρα μας επίσης έχει εργαλεία για να οδηγήσει τις εμπλεκόμενες ιδιωτικές και ημικρατικές εταιρίες που εμπλέκονται στο τόξο Ελλάδα-Βουλγαρία-Ρουμανία-Μολδαβία-Ουκρανία και στο Ελλάδα-Σκόπια-Σερβία-Ουγγαρία ώστε να αφήσουν τις βραχυπρόθεσμες καιροσκοπικές επιλογές που περιέχουν ρωσικό αέριο αγωγών και να κινηθούν με τρόπο που δεν υπονομεύει τα στρατηγικά συμφέροντα της Ελλάδας.
Και μια και αναφερόμαστε στην κινητοποίηση σε στρατηγικής σημασίας ενεργειακά ζητήματα, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι υπάρχει και ένα δεύτερο μέτωπο εξίσου κρίσιμο για την Ελλάδα, το οποίο αφορά τις κωλυσιεργίες της Κυπριακής Κυβέρνησης για την έναρξη κατασκευής του καλωδίου Great Sea Interconnector που θα συνδέει την Ελλάδα με την Κύπρο και το Ισραήλ.
Οι Κυπριακές αρχές καθυστερούν το έργο το οποίο έχει κρίσιμη στρατηγική σημασία για την ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία αλλά και για την Ελλάδα. Και αν οι Κύπριοι δεν νοιάζονται για τα δικά τους στρατηγικά συμφέροντα, η Ελλάδα οφείλει να προασπίσει τα δικά της τα οποία είναι πολλά και σημαντικότατα. Δεν είναι δουλειά του ΑΔΜΗΕ να πιέζει τους Κύπριους, ούτε της ΕΕ ούτε των Ισραηλινών. Είναι υποχρέωση και ευθύνη της Ελλάδας να το κάνει αυτό, ρίχνοντας όλο το βάρος της διπλωματίας και πολιτικής της σε αυτό το θέμα.
Η εποχή είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη και για τα δύο αυτά θέματα και τα ελληνικά υπουργεία εξωτερικών και ενέργειας οφείλουν να ρίξουν όλο το βάρος τους σε αυτά. Αυτό πρέπει να γίνει άμεσα, με ένταση, με πολυεπίπεδο σχεδιασμό και υλοποίηση και με περισσότερο «θράσος» καθώς πίσω από τα ελληνικά πλήττονται και τα ευρωπαϊκά συμφέροντα. Είναι καθήκον της Ελλάδας να «ξυπνήσει» την Ευρώπη από την ύπνωση των τελευταίων μηνών γιατί αλλιώς, τα αρνητικά αποτελέσματα αυτών των εξελίξεων θα τα νοιώσουμε όλοι στα μέσα του ερχόμενου χειμώνα.
* Ο Μιχάλης Μαθιουλάκης είναι αναλυτής ενεργειακής στρατηγικής, Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Greek Energy Forum και Επιστημονικός Συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ για θέματα ενέργειας.
Διαβάστε ακόμη