Σε δύο βασικά σημεία συμπυκνώνεται το ενεργειακό πρόγραμμα του ακροδεξιού κόμματος της Λεπέν, το οποίο -σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις- αναμένεται να τερματίσει πρώτο στην κούρσα του α’ γύρο των βουλευτικών εκλογών της 30ης Ιουνίου στη Γαλλία.

Το πρώτο σημείο του ενεργειακού προγράμματος είναι η προτίμηση στην πυρηνική ενέργεια, υδροηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο – αντί για την αιολική, την ηλιακή ενέργεια και το υδρογόνο.

Το δεύτερο σημείο προβλέπει τη διαμόρφωση ενός ξεχωριστού δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας με τις δικές του τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, αντί του ευρωπαϊκού εμπορίου.

Τα ενεργειακό πρόγραμμα της Λεπέν, δηλαδή, θα μπορούσε να συνοψισθεί ως εξής: «Πρώτα η γαλλική ηλεκτρική ενέργεια».

Αλλά και θέσεις της κεντροδεξιάς, δεν διαφέρουν από τη Λεπέν στο ενεργειακό ζήτημα. Ο πρόεδρος του κόμματος της γαλλικής κεντροδεξιάς «Ρεπουμπλικάνοι» (Les Républicains – LR), Ερίκ Σιοτί (Eric Ciotti), δήλωσε πριν από λίγες ημέρες σε συνέντευξή του στο France 2 πως «η Γαλλία πρέπει να εγκαταλείψει την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, προκειμένου να εγγυηθεί και πάλι την αυτόνομη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και τις ευνοϊκότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας».

Ο επικεφαλής υποψήφιος του ακροδεξιού «Εθνικού Συναγερμού» (Rassemblement National – RN), Ζορντάν Μπαρντελά (Jordan Bardella), εξέφρασε παρόμοια άποψη. Ο στόχος είναι να ξεφύγουμε από τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς για τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και να έχουμε μια «γαλλική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας», είπε.

Ωστόσο, ειδικοί στο εσωτερικό και στο εξωτερικό προειδοποιούν τώρα ότι οι συνέπειες για την Ευρώπη, αλλά κυρίως για την ίδια τη Γαλλία, θα ήταν καταστροφικές.

Χωρίς ένα ευρωπαϊκό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, υπάρχει κίνδυνος διακοπής ρεύματος

«Χωρίς μια ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, θα είμαστε εκτεθειμένοι σε ακόμη μεγαλύτερες διακυμάνσεις των τιμών, ακόμη και στον κίνδυνο μπλακ άουτ», γράφει στην εφημερίδα “La Tribune” η Κατρίν Μακ Γκρέγκορ, επικεφαλής του γαλλικού ενεργειακού προμηθευτή Engie, απαντώντας στα αιτήματα του δεξιού στρατοπέδου.

Η επαναφορά των ενεργειακών φραγμών εντός της Ευρώπης θα αύξανε μαζικά «τον κίνδυνο προβλημάτων εφοδιασμού και υψηλότερων τιμών».

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), ένα λεγόμενο διασυνδεδεμένο δίκτυο συνδέει όλα τα κράτη μέλη μεταξύ τους. Αυτό επιτρέπει στις χώρες να ανταλλάσσουν ηλεκτρική ενέργεια μεταξύ τους ανά πάσα στιγμή, ανάλογα με τη ζήτηση και τις τιμές της αγοράς. Η Γαλλία, από όλες τις χώρες, επωφελήθηκε ιδιαίτερα από αυτό κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης.

Ο Μπρούνο Μπέργκερ (Bruno Burger), ειδικός σε θέματα ενέργειας στο Ινστιτούτο Fraunhofer για τα ηλιακά ενεργειακά συστήματα, αναφέρει σε συνέντευξή του στην Handelsblatt πως «στην ενεργειακή κρίση του 2022, η χώρα δεν θα μπορούσε να βγάλει το χειμώνα χωρίς την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας από τους Ευρωπαίους γείτονές της και θα ήταν απαραίτητες οι διακοπές ρεύματος».

Εκείνη την εποχή, τα ελαττώματα των πυρηνικών σταθμών σήμαιναν ότι σημαντικά τμήματα του γαλλικού στόλου δεν μπορούσαν να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια καθόλου ή μόνο σε πολύ περιορισμένο βαθμό για μήνες. Η Γαλλία επωφελήθηκε αισθητά από τους ευρωπαίους εταίρους της: με συνολικά 70 τεραβατώρες, η χώρα εισήγαγε το 2022 σημαντικά περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια από όση εξήγαγε.

Πέρυσι, η κατάσταση ήταν και πάλι πιο χαλαρή. Το χειμώνα, ωστόσο, η χώρα εξαρτάται πάντα από τις εισαγωγές σε περιόδους αιχμής λόγω του μεγάλου αριθμού συστημάτων θέρμανσης που λειτουργούν με ηλεκτρική ενέργεια.

Στα περισσότερα κράτη – μέλη της ΕΕ, η τιμή βασίζεται στην αρχή της αξιοκρατίας. Οι φθηνότεροι σταθμοί παραγωγής ενέργειας στην αγορά ευνοούνται.

Ωστόσο, η τιμή της αγοράς βασίζεται στο λειτουργικό κόστος του τελευταίου σταθμού παραγωγής, του οποίου η ηλεκτρική ενέργεια εξακολουθεί να απαιτείται για την κάλυψη της ζήτησης.

Επειδή οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν είναι ακόμη επαρκώς διαθέσιμες στην αγορά, οι ακριβότεροι σταθμοί παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα συχνά καταλήγουν να καθορίζουν την τιμή της αγοράς.

Οι Γάλλοι πολιτικοί επικρίνουν επανειλημμένα το γεγονός αυτό – συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού Εμανουέλ Μακρόν. Το επιχείρημα είναι ότι η Γαλλία θα είχε σημαντικά χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς την ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά χάρη στη φθηνή πυρηνική ενέργεια.

Αλλά αυτό δεν θα είχε μόνο πλεονεκτήματα. Με 38,73 ευρώ ανά μεγαβατώρα (από τις 27 Ιουνίου 2024), οι τιμές στη γαλλική χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι σήμερα σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές στο γερμανικό χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας (74,42 ευρώ ανά μεγαβατώρα). Οι λόγοι γι’ αυτό εντοπίζονται κυρίως στην ίδια τη Γαλλία.

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: Υπάρχει έλλειψη αποθήκευσης ενέργειας στη Γαλλία

Το αυξανόμενο μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας προκαλεί όλο και περισσότερο προβλήματα στη χώρα λόγω της έλλειψης επιλογών αποθήκευσης. Μόνο τόση ενέργεια μπορεί να περάσει από το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας όση πραγματικά καταναλώνεται.

Εάν η προσφορά υπερβαίνει τη ζήτηση, τα συστήματα πρέπει να αποσυνδεθούν από το δίκτυο για να διατηρηθεί η ισορροπία του συστήματος.

«Τα Σαββατοκύριακα με μεγάλη παραγωγή ηλιακής και αιολικής ενέργειας, το υψηλό ποσοστό ανανεώσιμης ενέργειας μπορεί να σημαίνει ότι οι πυρηνικοί σταθμοί πρέπει να περιοριστούν ή να απενεργοποιηθούν. Σε αντίθεση με τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση φυσικού αερίου, δεν έχουν σχεδιαστεί για να αυξάνονται και να μειώνονται με ευελιξία σε μεγάλο εύρος παραγωγής», εξηγεί ο ειδικός σε θέματα ενέργειας, Μπέργκερ.

Ωστόσο, η Γαλλία δεν μπορεί απλώς να πουλήσει την πλεονάζουσα ηλεκτρική ενέργεια στους γείτονές της προς το παρόν. Οι εξαγωγικές δυνατότητες της χώρας περιορίστηκαν σημαντικά για αρκετές εβδομάδες για τεχνικούς λόγους, ενώ η υπερπροσφορά ευθύνεται τώρα για τις χαμηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.

Ως αποτέλεσμα, οι πυρηνικοί σταθμοί παραγωγής ενέργειας δεν είναι επί του παρόντος κερδοφόροι και αυτό είναι ένα πρόβλημα που η Γαλλία αντιμετωπίζει χωρίς καμία ευρωπαϊκή βοήθεια.

Η λύση των δεξιών κομμάτων είναι πως θέλουν να σταματήσουν την επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και να κατασκευάσουν αντ’ αυτού 20 νέους πυρηνικούς σταθμούς. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν συμβάλει στη μείωση του ενεργειακού λογαριασμού της Γαλλίας κατά 40 δισεκατομμύρια ευρώ τις τελευταίες δεκαετίες, προειδοποιεί ο επικεφαλής της Engie, Μακ Γκρέγκορ (MacGregor). Η ηλιακή και η αιολική ενέργεια είναι πλέον οι φθηνότερες πηγές ενέργειας στον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη