Γέφυρες αυτοκινητοδρόμων που κινδυνεύουν να καταρρεύσουν, ερειπωμένα σχολεία, έλλειψη κατοικιών – οι υποδομές της Γερμανίας πρέπει να ανανεωθούν σε πολλά σημεία. Σύμφωνα με κορυφαίους οικονομολόγους, η ανάγκη για επενδύσεις είναι τεράστια: 600 δισεκατομμύρια ευρώ για τα επόμενα δέκα χρόνια, με πάνω από το 1/3 αυτών να αφορά την ενέργεια.

Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας νέας μελέτης του Ινστιτούτου Γερμανικής Οικονομίας (IW), το οποίο είναι προσκείμενο στους εργοδότες και του Ινστιτούτου Μακροοικονομίας και Οικονομικών Ερευνών (IMK).

Αυτό σημαίνει ότι η ανάγκη για δημόσιες επενδύσεις στη Γερμανία έχει αυξηθεί και πάλι. Οι οικονομολόγοι είχαν ήδη παρουσιάσει μια εκτίμηση για το 2019. Τότε, το ποσό που ζητούσαν ήταν ακόμη 460 δισεκατομμύρια ευρώ. Με άλλα λόγια, οι απαιτούμενες δημόσιες επενδύσεις στη Γερμανία αυξήθηκαν, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, κατά 30%.

Έκτοτε, η επενδυτική πίεση έχει αυξηθεί, επίσης λόγω του ρωσικού επιθετικού πολέμου κατά της Ουκρανίας αναφέρει η Handelsblatt.

Ο Σεμπάστιαν Ντουλιέν (Sebastian Dullien), διευθυντής του IMK, δήλωσε: «Τα 600 δισεκατομμύρια ευρώ μοιάζουν με νούμερο τρόμου». Ο διευθυντής του IW Μίκαελ Χούτερ (Michael Hüther) κάλεσε τους πολιτικούς να λάβουν τολμηρές αποφάσεις προκειμένου «να καταστήσουν τη χώρα κατάλληλη για το μέλλον». Οι δύο επιστήμονες προτείνουν τη χρηματοδότηση του προγράμματος μέσω πρόσθετου χρέους.

Οι απαιτούμενες επενδύσεις

Σύμφωνα με τη μελέτη, απαιτούνται περίπου 177 δισεκατομμύρια ευρώ για την εκκαθάριση των καθυστερούμενων ανακαινίσεων σε πόλεις και δήμους. Σε αυτά προστίθενται περίπου 28 δισεκατομμύρια ευρώ για την επέκταση των τοπικών μεταφορών. Λίγο κάτω από 100 δισεκατομμύρια ευρώ πρέπει να εισρεύσουν στο οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο. Οι ανάγκες για επενδύσεις στον τομέα της εκπαίδευσης έχουν επίσης αυξηθεί και ανέρχονται πλέον σε περισσότερα από 40 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι οικονομολόγοι προβλέπουν κυβερνητικές δαπάνες λίγο κάτω από 37 δισ. ευρώ για την κατασκευή κατοικιών. Το IW και το IMK θεωρούν ότι για την προστασία του κλίματος απαιτούνται περίπου 213 δισεκατομμύρια ευρώ.

Οι απαιτήσεις για την προστασία του κλίματος έχουν γίνει πιο αυστηρές από την τελευταία μελέτη, δήλωσε ο επικεφαλής του IMK Nτουλιέν. Επιπλέον, το φυσικό αέριο δεν μπορεί πλέον να στηριχθεί ως τεχνολογία γεφύρωσης. Κατά συνέπεια, οι δαπάνες είναι πλέον υψηλότερες.

Η μελέτη δημοσιεύεται εν μέσω της διαμάχης για τον προϋπολογισμό μεταξύ του τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση συζητά ήδη εδώ και εβδομάδες τον προϋπολογισμό του 2025, με το SPD και τους Πράσινους να πιέζουν για την εκ νέου αναστολή ή την άμεση χαλάρωση του φρένου για το χρέος.

Ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ (Christian Lindner) και το FDP, από την άλλη πλευρά, θέλουν να επιμείνουν στο φρένο του χρέους με κάθε κόστος. Για να γίνει αυτό, ωστόσο, ο συνασπισμός θα πρέπει να καλύψει ένα δημοσιονομικό κενό περίπου 25 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Ως εκ τούτου, ο Λίντνερ έχει επιβάλει αυστηρά ανώτατα όρια δαπανών σε όλες τις υπηρεσίες, ορισμένα από τα οποία είναι σημαντικά χαμηλότερα από τις δαπάνες που έχουν στη διάθεσή τους τα υπουργεία φέτος.

Πέντε υπουργεία δεν θέλουν να το δεχτούν αυτό. Ως εκ τούτου, αγνόησαν τις απαιτήσεις του Λίντνερ και σε ορισμένες περιπτώσεις υπέβαλαν στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικών σημαντικά υψηλότερες δαπάνες από αυτές που είναι διατεθειμένος να τους χορηγήσει ο Λίντνερ. Συγκεκριμένα, το Υπουργείο Εσωτερικών, το Υπουργείο Εργασίας, το Υπουργείο Εξωτερικών και το Υπουργείο Άμυνας απαιτούν περισσότερα χρήματα.

Ενδοκυβερνητική διαμάχη για τον προϋπολογισμό

Στο παρασκήνιο, ορισμένοι θεωρούν ακόμη και πιθανό το ενδεχόμενο να διαλυθεί ο τρικομματικός κυβερνητικός συνασπισμός εξαιτίας της διαφωνίας για τον προϋπολογισμό, αν και αυτό χαρακτηρίζεται ως ανοησία εντός του συνασπισμού.

Ο ομοσπονδιακός καγκελάριος Όλαφ Σολτς (SPD) υποστήριξε σε συνέντευξή του το πρόγραμμα λιτότητας του Λίντνερ.

«Ο υπουργός Οικονομικών έδωσε τα όρια των τμημάτων, αυτό συμφωνήθηκε μαζί μου. Τώρα αρχίζει η συνήθης επίπονη διαδικασία εναρμόνισης των επιθυμιών και της πραγματικότητας», δήλωσε ο Σολτς στο περιοδικό «Stern».

Υπολογίζει ότι όλοι θα έχουν επίγνωση της ευθύνης τους «και ότι μπορούμε να το διαχειριστούμε από κοινού», δήλωσε ο καγκελάριος. Ο Σολτς απέρριψε τις εξαιρέσεις από το φρένο για το χρέος. «Δεν θα πρέπει να κάνουμε τη ζωή μας πολύ εύκολη. Τώρα είναι η ώρα να ιδρώσουμε».

Ο Σολτς δήλωσε ότι είχε τις δικές του ιδέες για πιθανές εξοικονομήσεις, χωρίς να γίνει πιο συγκεκριμένος.

«Όλοι αισθανόμαστε τις οικονομικές συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία, το κόστος για τους πρόσφυγες, τις παραδόσεις όπλων και τη βοήθεια για την ανοικοδόμηση. Όποιος λέει ότι αυτό είναι ελάχιστα αισθητό στον προϋπολογισμό, κάνει λάθος», εξήγησε η καγκελάριος και στη συνέχεια έθεσε δύο προϋποθέσεις: «Δεν πρέπει να αμαρτάνουμε κατά της κοινωνικής συνοχής ούτε να απέχουμε από την ενίσχυση της ανάπτυξης».

Η γερμανική κυβέρνηση είχε ανακοινώσει ότι όχι μόνο θα καταρτίσει τον νέο προϋπολογισμό μέχρι τις αρχές Ιουλίου, αλλά και ότι θα δρομολογήσει μέχρι τότε ένα «πακέτο δυναμικής» για την ενίσχυση της γερμανικής οικονομίας.

Κριτική για το φρένο χρέους

Λόγω των διαρθρωτικών αδυναμιών της οικονομίας, της ανάκαμψης και του συναφούς επανεξοπλισμού της Bundeswehr και της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής, όλο και περισσότεροι πολιτικοί ζητούν τελευταία τη χαλάρωση του φρένου χρέους, ιδίως από το SPD και τους Πράσινους.

Ωστόσο, πολλοί οικονομολόγοι τάσσονται πλέον επίσης υπέρ της μεταρρύθμισης του κανόνα για το χρέος, συμπεριλαμβανομένου του Γερμανικού Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, των οικονομικών συμβούλων του υπουργού Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ (Πράσινοι) και διεθνών οργανισμών όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).

Την Τρίτη, εμπειρογνώμονες από το Ίδρυμα Bertelsmann συμφώνησαν επίσης με αυτά τα αιτήματα. «Ένα πρόγραμμα λιτότητας που θα έρθει στην κόλαση ή στο νερό δεν θα ωφελήσει καθόλου τις μελλοντικές γενιές», δήλωσε ο οικονομολόγος της Bertelsmann, Μάρκους Βόρτμαν (Marcus Wortmann). Σε μια νέα μελέτη, ο ίδιος και ο συνάδελφός του Τις Πέτερσεν (Thieß Petersen) υποστηρίζουν ότι οι κρατικές δαπάνες για τη φιλική προς το κλίμα αναδιάρθρωση της χώρας, καθώς και για την εκπαίδευση και την άμυνα θα πρέπει να εξαιρεθούν από το φρένο του χρέους.

Ειδικά ταμεία για επενδύσεις ή μεταρρύθμιση του φρένου χρέους

Ο διευθυντής του IMK, Ντουλιέν και ο διευθυντής του IW, Χούτερ δεν βλέπουν επίσης καμία δυνατότητα χρηματοδότησης επενδύσεων και τήρησης του φρένου χρέους. «Οι τρέχοντες προϋπολογισμοί δεν το επιτρέπουν αυτό», δήλωσε ο Χούτερ. Ο ίδιος τάσσεται υπέρ της δημιουργίας ενός ειδικού ταμείου για επενδύσεις. Αυτό θα απαιτούσε πλειοψηφία δύο τρίτων στη Bundestag και στο Bundesrat. Το ειδικό ταμείο 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για την Bundeswehr θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πρότυπο. Σύμφωνα με τον Χούτερ, μια τέτοια λύση θα ήταν «διαφανής» και «αξιόπιστη».

Η μελέτη αναφέρει τη μεταρρύθμιση του φρένου χρέους ως πιθανή εναλλακτική λύση. Αυτό θα μπορούσε να συμπληρωθεί από τον λεγόμενο χρυσό κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο οι δαπάνες για επενδύσεις δεν εμπίπτουν στο φρένο χρέους. Ωστόσο, μια μεταρρύθμιση του φρένου χρέους, η οποία θα απαιτούσε τροποποίηση του βασικού νόμου, είναι πολιτικά δύσκολη.

Οι Ντουλιέν και Χούτερ είναι βέβαιοι ότι οι επενδύσεις ύψους 600 δισεκατομμυρίων ευρώ θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν μέσω δανείων. Αυτό είναι επίσης «διαγενεακά δίκαιο», δήλωσε ο επικεφαλής του IMK. «Οι μελλοντικές γενιές θα επωφεληθούν από τις επενδύσεις σε υποδομές εξίσου με τους σημερινούς φορολογούμενους», δήλωσε ο Ντουλιέν.

Ο Χούτερ επεσήμανε ότι από το 2028, όταν θα έχει εξαντληθεί το ειδικό ταμείο της Bundeswehr, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα πρέπει να καλύψει τις αυξανόμενες αμυντικές δαπάνες από τον προϋπολογισμό της. Αυτό δεν θα πρέπει να γίνει εις βάρος των επενδύσεων.

Η μελέτη τονίζει ότι το επίπεδο χρέους της Γερμανίας δεν θα αυξηθεί παρά τα δάνεια για επενδύσεις. Οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί ταχύτερα χάρη στη βελτίωση των υποδομών. «Αυτό σημαίνει ότι θα αυτοχρηματοδοτηθεί», εξήγησε ο Ντουλιέν.

Το SPD χαιρέτισε τις προτάσεις των δύο οικονομολόγων. «Χρειαζόμαστε τώρα ολοκληρωμένες επενδύσεις στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας», δήλωσε η Βίμπκε Έσνταρ (Wiebke Esdar), εκπρόσωπος της κοινοβουλευτικής οργάνωσης PL της αριστερής ομάδας του SPD. Η Κοινοβουλευτική Αριστερά τάσσεται υπέρ «ενός έξυπνου μείγματος φορολογικών ελαφρύνσεων για τους σκληρά εργαζόμενους, μεγαλύτερης οικονομικής συμμετοχής των μεγαλύτερων περιουσιακών στοιχείων σε μελλοντικές επενδύσεις και μεταρρύθμισης του φρένου χρέους».

Διαβάστε ακόμη