Δριμεία κριτική κατά της Γαλλίας άσκησε -μιλώντας στη Handelsblatt- η Ισπανίδα Υπουργός Περιβάλλοντος, Τερέζα Ριμπέρα για την αντίστασή της σε σχέση με την επέκταση των γραμμών μεταφοράς ενέργειας προς την Ισπανία. Τα τελευταία χρόνια η Ισπανία αντιμετώπισε τεράστιες δυσκολίες με τη Γαλλία στην υλοποίηση διακρατικών έργων υποδομής.
Αυτό δεν πρέπει να είναι ένα καθαρά διμερές θέμα, τόνισε η ίδια. Η ενεργειακή κρίση ήταν μια τραυματική εμπειρία που μας δίδαξε ότι ένα πρόβλημα μπορεί να προκύψει ανά πάσα στιγμή και σε οποιοδήποτε μέρος. Όσο πιο συνδεδεμένα είναι τα ενεργειακά μας δίκτυα, τόσο περισσότερες ευκαιρίες έχουμε να βρούμε γρήγορες εναλλακτικές λύσεις.
Η Ισπανία διαπραγματεύεται εδώ και χρόνια με τη Γαλλία για την επέκταση των διακρατικών ηλεκτρικών γραμμών, αλλά χωρίς επιτυχία. Αυτό αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα για την Ισπανία, αλλά οι Γάλλοι το εμποδίζουν εδώ και χρόνια – αυτό είναι απόλυτη ντροπή. Όταν όμως η Γαλλία αναγκάστηκε να κλείσει πέρυσι πολλά πυρηνικά εργοστάσια λόγω της ξηρασίας, το Παρίσι ζήτησε βοήθεια από τους γείτονές του. Και η Ισπανία εξήγαγε στη Γαλλία όσο ηλεκτρισμό επέτρεπαν τα πλέγματα, σημείωσε η Ισπανίδα πολιτικός.
Ωστόσο, η Ριμπέρα σε σχέση με την κωλυσιεργία στην κατασκευή του αγωγού υδρογόνου, παραδέχεται πως τα πράγματα πάνε αρκετά καλά αυτή τη στιγμή. Αλλά βρισκόμαστε επίσης ακόμη στην πρώτη φάση, κατά την οποία εκπονούνται μελέτες και κατανέμονται καθήκοντα, εξήγησε η ίδια.
Η κατάσταση των ισπανικών υποδομών
Σύμφωνα με τη Ριμπέρα, το ισπανικό δίκτυο είναι ένα από τα πιο σύγχρονα, ψηφιοποιημένα και παρακολουθούμενα δίκτυα στον κόσμο, με μία από τις υψηλότερες δυνατότητες για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Και αυτό γιατί η Ισπανία άρχισε να επεκτείνει το πλέγμα της για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στις αρχές της δεκαετίας του 2000 επί πρωθυπουργίας Θαπατέρο. Καθώς η Ισπανία είναι μία χερσόνησος, δεν μπορεί να προμηθεύεται την ηλεκτρική της ενέργεια από διάφορους γείτονες σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
Γι’ αυτό το λόγο το δίκτυό της εν λόγω χώρας πρέπει να είναι ιδιαίτερα ισχυρό και ασφαλές. Παρόλα αυτά, η Ριμπέρα παραδέχεται πως αυτό δεν είναι αρκετό για τα επόμενα χρόνια και γι’ αυτό θα παράγει περισσότερο αιολική και ηλιακή ενέργεια και λιγότερο σε μέρη όπου η ηλεκτρική ενέργεια παρήχθη προηγουμένως χρησιμοποιώντας άνθρακα ή φυσικό αέριο. Ταυτόχρονα, όλο και περισσότερες περιοχές ηλεκτροδοτούνται. Συνεπώς, το δίκτυο χρειάζεται περισσότερα σημεία για την τροφοδότηση και την αποδέσμευση της ηλεκτρικής ενέργειας. Πρέπει επίσης να επενδύσει η χώρα σε μεθόδους αποθήκευσης, τονίζει η Ισπανίδα Υπουργός Περιβάλλοντος.
Στο παρελθόν, η Ισπανία επένδυσε κατά μέσο όρο 700 εκατομμύρια ευρώ ετησίως στο πλέγμα διανομής. Τα τελευταία τρία χρόνια, οι εν λόγω επενδύσεις ανήλθαν σε 1,3 έως 1,4 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως – και αυτό θα ισχύει και στο μέλλον.
Αυτό είναι σημαντικά λιγότερο από ό,τι στη Γερμανία, όπου εκτιμάται ότι θα χρειαστούν 250 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το 2035, δηλαδή σχεδόν δεκαπλάσια ποσά.
Αυτό οφείλεται στην καλή αφετηρία που έχει Ισπανία στο δίκτυο της, αναφέρει η Ριμπέρα. Οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας θέλουν φυσικά να επενδύσει το κράτος ακόμη περισσότερο. Υποστηρίζουν ότι αυτό θα μειώσει τις εκπομπές νωρίτερα, θα επιτρέψει στη βιομηχανία να εκσυγχρονιστεί ταχύτερα και θα δώσει ώθηση στην ανάπτυξη.
Η Ισπανίδα πολιτικός παραδέχεται πως οι βιομήχανοι έχουν μεν δίκιο, αλλά υπάρχει ένα θεσμοθετημένο ανώτατο όριο γι’ αυτές τις επενδύσεις, το οποίο συνδέεται με την οικονομική παραγωγή. Σκοπός του είναι να αποτρέψει την υπερβολική αύξηση των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος των καταναλωτών. Άλλωστε, επωμίζονται το κόστος της επέκτασης του δικτύου μέσω των υψηλότερων τιμών ηλεκτρικής ενέργειας. Το ισπανικό κράτος πληρώνει μόνο ένα μικρό μέρος.
Κατά τα επόμενα τέσσερα χρόνια, η συμμετοχή στις επενδύσεις αυτές θα ανέλθει σε περίπου 1 δισεκατομμύριο ευρώ, αν και μπορεί να αυξηθεί το ποσό αυτό. Αλλά τότε θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι τα χρήματα θα διοχετευθούν πράγματι στην επέκταση του δικτύου και όχι στα κέρδη των εταιρειών.
Η Ισπανία έχει πρόσφατα βιώσει ημέρες με αρνητικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, επειδή η παροχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει υπερβεί τη ζήτηση.
Αυτό σημαίνει για τους φορείς εκμετάλλευσης ότι αναγκάζονται να σταματήσουν την παραγωγή κι αυτό δεν επηρεάζει μόνο τα εργοστάσια άνθρακα, φυσικού αερίου και πυρηνικής ενέργειας, αλλά και τους παραγωγούς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Είναι σοκ γι’ αυτούς στην αρχή γιατί έχουν επενδύσει και μετά τους λένε ότι δεν επιτρέπεται να παράγουν, σημείωσε η Ριμπέρα. Ωστόσο, τέτοιες διακοπές παραγωγής είναι πολύ πιο σπάνιες στην Ισπανία από ό,τι σε άλλες χώρες. Επιπλέον, πρόκειται για ένα προσωρινό μόνο φαινόμενο. Η Ισπανία έχει ενσωματώσει πολλά πρόσθετα αιολικά και φωτοβολταϊκά συστήματα τα τελευταία χρόνια και βρίσκονται ακόμη στα πρώτα στάδια της επένδυσης στην αποθήκευση, σημείωσε η ίδια.
Σε σχέση με το ενδεχόμενο επενδύσεων σε έργα αποθήκευσης ενέργειας, η Ριμπέρα επισημαίνει πως το πράσινο υδρογόνο είναι ένας τρόπος αποθήκευσης ανανεώσιμης ενέργειας: Όταν παράγεται ηλιακή ή αιολική ενέργεια, χρησιμοποιείται για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου. Αυτό συμβάλλει στην ανακούφιση των δικτύων.
Πράσινο υδρογόνο
Η Ισπανία θέλει να γίνει ο σημαντικότερος εξαγωγέας πράσινου υδρογόνου στην Ευρώπη. Ωστόσο, τα σχέδια επέκτασης των έντεκα γιγαβάτ έως το 2030 αρκούν μόλις για να αντικαταστήσουν τα 2/3 του γκρίζου υδρογόνου που παράγεται με τη χρήση ορυκτών καυσίμων που καταναλώνει σήμερα η ισπανική βιομηχανία.
Προκειμένου να τονωθούν οι απαραίτητες ιδιωτικές επενδύσεις, απαιτείται ισχυρή ζήτηση – όχι μόνο από την Ισπανία, αλλά και από το εξωτερικό, σημείωσε η Ριμπέρα, προσθέτοντας πως η ισπανική κυβέρνηση πιστεύει πως είναι πολύ πιθανό η βιομηχανία να αναπτυχθεί τόσο έντονα ώστε να είμαστε σε θέση να εξάγουμε την παραγωγή.
Η Ριμπέρα επισημαίνει πως η Ισπανία θα είναι σε θέση να εξάγει λίγη ποσότητα το 2030 και μια μεγάλη ποσότητα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας.
Η Γερμανία επικεντρώνεται στο πράσινο υδρογόνο από την Ισπανία και έχει πιέσει για τη δημιουργία ενός νέου αγωγού από τη Βαρκελώνη στη Μασσαλία. Οι Γάλλοι, ως πυρηνική δύναμη, δεν ενθουσιάστηκαν, όμως, σημειώνει η Ηandelsblatt.
Τaqa και Άμπου Ντάμπι
Η Handelsblatt σημειώνει πως η Taqa, ένας ενεργειακός όμιλος από το Άμπου Ντάμπι, θέλει να εξαγοράσει τη Naturgy, τον μεγαλύτερο προμηθευτή φυσικού αερίου της Ισπανίας, κάτι που ίσως θα σήμαινε την απώλεια της ισπανικής αυτονομίας.
Από πλευρά της, η Ισπανίδα πολιτικός επισημαίνει πως ως έμπορος φυσικού αερίου, η Naturgy είναι μια εταιρεία στρατηγικής σημασίας.
Φαίνεται ότι ο Ισπανός επενδυτής Criteria θέλει να αυξήσει το μερίδιό του στη Naturgy και να μοιραστεί τον έλεγχο με την Taqa. Αυτό θα εξασφάλιζε τη σταθερότητα της εταιρείας. Παρακολουθούμε στενά τις διαπραγματεύσεις και τους όρους τους, σημείωσε η Ριμπέρα. Η Naturgy βρίσκεται στη μέση μιας μετάβασης προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και δύο ξένα κεφάλαια θέλουν να αποχωρήσουν. Η είσοδος ενός οικονομικά ισχυρού εταίρου είναι μια πιθανή λύση.
Σε σχέση με το αν είναι αφελές να πιστεύει κανείς πως οι επενδυτές από τη Μέση Ανατολή δεν αποτελούν απειλή, σε αντίθεση με τους Κινέζους ή τους Ρώσους επενδυτές, η Ριμπέρα σημειώνει πως πρέπει να εξετάσει κανείς την ιστορία των επενδύσεων και συγκεκριμένα, αν επενδύει μια εταιρεία ή ένα ταμείο.
Μήπως έχει ένα μακρύ επενδυτικό ορίζοντα και μπορεί να παρέχει σταθερότητα, ή μήπως αναλαμβάνει μεγαλύτερο κίνδυνο και επομένως θα ασκήσει πίεση στην εταιρεία;
Η ισπανική πλευρά πάντως παρακολουθεί στενά το αν μία συνεργασία με την Taqa έχει ένα μακρύ επενδυτικό ορίζοντα ή αναλαμβάνει έναν μεγαλύτερο κίνδυνο. Αλλά μέχρι στιγμής η εμπειρία μας με επενδυτές από τα Εμιράτα είναι θετική. Η σχέση ήταν σταθερή και με σεβασμό, σημείωσε η Ριμπέρα.