Ο σινοαμερικανικός ανταγωνισμός διογκώνεται με τις δύο πλευρές, ΗΠΑΚίνα να εμπλέκονται σε έναν συνεχιζόμενο εμπορικό πόλεμο που επηρεάζει και τον τομέα της ενέργειας. Αυτή την εβδομάδα η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζανέτ Γέλεν δήλωσε ότι η Κίνα αυξάνει αθέμιτα την παραγωγή φωτοβολταϊκών, ηλεκτρικών αυτοκινήτων (EV) και μπαταριών ιόντων λιθίου. Πρόκειται για μία μια κίνηση που «στρεβλώνει τις παγκόσμιες τιμές» και «πλήττει τις αμερικανικές επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, καθώς και τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο», σημείωσε.

Σύμφωνα με τους FT η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, στο πλαίσιο της προετοιμασίας του δεύτερου ταξιδιού της στην Κίνα δήλωσε ότι θα μεταφέρει στους Κινέζους ομολόγους της τη γνώμη της ότι η αυξημένη παραγωγή πράσινης ενέργειας από το Πεκίνο ενέχει επίσης κινδύνους «για την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας».

«Θα πιέσω τους Κινέζους ομολόγους μου να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος», σημείωσε.

Το 2023, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, μια διακυβερνητική ομάδα με έδρα το Παρίσι, σημείωσε ότι η Κίνα αντιπροσωπεύει περίπου το 60% των παγκόσμιων πωλήσεων ηλεκτρικών οχημάτων. Στις 26 Μαρτίου, η Κίνα κατέθεσε καταγγελία στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου κατά των ΗΠΑ για τις απαιτήσεις που, όπως υποστήριξε, συνιστούσαν διακρίσεις για τις επιδοτήσεις EV. Οι ΗΠΑ πιστεύουν πως η Κίνα «συνεχίζει να χρησιμοποιεί αθέμιτες, μη αγοραίες πολιτικές και πρακτικές για να υπονομεύσει τον θεμιτό ανταγωνισμό, ενώ οι αμερικανικές επιδοτήσεις αποτελούν «συμβολή σε ένα καθαρό ενεργειακό μέλλον».

Το 2023, η Ευρωπαϊκή Ένωση ξεκίνησε επίσης τη δική της έρευνα για τις κινεζικές επιδοτήσεις EV, λόγω ανησυχιών για την πιθανή απειλή για την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία. «Στο παρελθόν, σε κλάδους όπως ο χάλυβας και το αλουμίνιο, η κινεζική κυβερνητική στήριξη οδήγησε σε σημαντικές υπερεπενδύσεις και πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, την οποία οι κινεζικές επιχειρήσεις επεδίωκαν να εξάγουν στο εξωτερικό σε συμπιεσμένες τιμές», δήλωσε η Γέλεν. «Αυτές είναι ανησυχίες που ακούω όλο και περισσότερο από κυβερνητικούς ομολόγους μου σε βιομηχανικές χώρες και αναδυόμενες αγορές, καθώς και από την επιχειρηματική κοινότητα παγκοσμίως», πρόσθεσε.

Ο σινοαμερικανικός ανταγωνισμός διεξάγεται σε ένα ευρύ φάσμα πεδίων: οικονομικό, γεωπολιτικό, ενεργειακό και τεχνολογικό. Για παράδειγμα, οι δύο χώρες επιδίδονται σε έναν οξύ ανταγωνισμό για την κατασκευή ημιαγωγών, που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία των smartphones, την αυτοκινητοβιομηχανία αλλά και τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Σημειώνεται ότι η Ταϊβάν είναι ο μεγαλύτερος κατασκευαστής ημιαγωγών και ειδικά προηγμένων ημιαγωγών στον κόσμο (άνω του 60% της παγκόσμιας παραγωγής). Η αποτυχία του Πεκίνου και της Ουάσιγκτον να διαχειριστούν τις σχέσεις τους μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο έχει επιπτώσεις όχι μόνο για τις οικονομίες αλλά και για τις εταιρείες, τις κοινότητες, τα πανεπιστήμια και άλλους θεσμούς και οργανισμούς (π.χ. Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Τράπεζα) που έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αλληλεπίδραση της Κίνας και των ΗΠΑ τα τελευταία 40 χρόνια.