Ποιο είναι το επιστέγασμα της συζήτησης ενεργειακό συνέδριο CERAWeek της S&P Global; Είναι πως οι Big Oil είναι έτοιμες να υποδεχθούν και να στηρίξουν την ενεργειακή μετάβαση, αλλά όχι άναρχα και βίαια. Τα ορυκτά καύσιμα δεν φαίνεται να μας εγκαταλείπουν άμεσα, υποστηρίζουν κορυφαίοι παίκτες της αγοράς. Πολλοί εξ αυτών άσκησαν σκληρή ρητορική σημειώνοντας πως «η ενεργειακή μετάβαση αποτυγχάνει». Οι πετρελαϊκοί κολοσσοί θεωρούν πως οι καταναλωτές θα πληρώσουν τελικά το κόστος για την αντικατάσταση του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.

Πάντως, η απροσδόκητα ισχυρή ζήτηση για πετρέλαιο έρχεται σε αντίθεση με τα κυβερνητικά και ακτιβιστικά αιτήματα για σταδιακή κατάργηση της ανάπτυξης ορυκτών καυσίμων. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν μετατοπίσει την εστίασή τους στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού και την οικονομική προσιτότητα από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία και κατά τη διάρκεια της τελευταίας σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή. Παρά την ανάπτυξη των ηλεκτρικών οχημάτων και τη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), μία μερίδα ανθρώπων της αγοράς σημειώνει ότι η ζήτηση πετρελαίου φέτος θα φτάσει σε νέο ρεκόρ 104 εκατομμυρίων βαρελιών ημερησίως φέτος.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Saudi Aramco, Αμίν Νάσερ, δήλωσε ότι «η ενεργειακή μετάβαση αποτυγχάνει», προτρέποντας τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να εγκαταλείψουν τη «φαντασίωση» της σταδιακής κατάργησης του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. «Στον πραγματικό κόσμο η τρέχουσα στρατηγική μετάβασης αποτυγχάνει ξεκάθαρα στα περισσότερα μέτωπα, καθώς συγκρούεται με τη σκληρή πραγματικότητα» δήλωσε. Η καθαρές μορφές ενέργειας δεν έχουν ακόμη δείξει ότι μπορούν να εκτοπίσουν τους υδρογονάνθρακες στις τρέχουσες απαιτήσεις ή τιμές, πρόσθεσε ο Νάσερ.

Ωστόσο, πρόσθεσε ότι η ζήτηση για πετρέλαιο και φυσικό αέριο δεν αναμένεται να κορυφωθεί μέχρι το 2030, όπως περιμένει ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας. Υπενθυμίζεται ότι η Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) προέβλεψε πως τον Οκτώβριο η ζήτηση για πετρέλαιο, άνθρακα και φυσικό αέριο θα φτάσει στο ζενίθ πριν από το τέλος αυτής της δεκαετίας. Η πρόβλεψη της IEA αποτέλεσε σημείο διαμάχης στις στις συζητήσεις που έλαβαν χώρα στο συνέδριο CERAWeek αυτή την εβδομάδα.

Ο Αμίν Νάσερ υπενθύμισε ότι μόλις το 5% των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αφορά τον αναπτυσσόμενο κόσμο, υπογραμμίζοντας: «Τα αναπτυσσόμενα έθνη του παγκόσμιου Νότου αναμένεται να οδηγήσουν τη ζήτηση πετρελαίου και φυσικού αερίου τα επόμενα χρόνια, καθώς η ευημερία αυξάνεται σε αυτά τα έθνη, τα οποία αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 85% του παγκόσμιου πληθυσμού».

Αντίστοιχα, ο διευθύνων σύμβουλος της Shell, Ουαέλ Σάουαν σχολίασε πως η παγκόσμια ζήτηση για υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) ανακάμπτει λόγω της πρόσφατης πτώσης των τιμών. Η αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου θα είναι καλά εφοδιασμένη κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας. Και, ο διευθύνων σύμβουλος της ανταγωνίστριας TotalEnergies προειδοποίησε τη Δευτέρα για βραχυπρόθεσμη στενότητα στην αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου, η οποία δεν θα μειωθεί μέχρι το 2026.

Ανάγκη για συζητήσεις ισορροπίας

Η δημόσια συζήτηση σχετικά με τη μετάβαση και το κόστος της έχει γίνει όλο και πιο διχαστική σε πολλές χώρες. Ο Μάικ Βιρτ Διευθύνων Σύμβουλος της Chevron ζήτησε ισορροπία μεταξύ προσιτότητας, αξιοπιστίας και βιωσιμότητας. «Για να έχουν επιτυχημένη ενεργειακή πολιτική, οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να επικεντρωθούν σε μόνο σε μία πρόκληση. Η οικονομική προσιτότητα και η αξιοπιστία συχνά έρχονται σε δεύτερη μοίρα, αφού όλα τα επισκιάζουν οι φιλοδοξίες για καθαρό μηδέν», σημείωσε.

Τα ευρέως αναφερόμενα προβλήματα της Chevron με τους κανονισμούς της Καλιφόρνια έχουν προκαλέσει εκποιήσεις αξιόπιστης ενέργειας, είπε ο Wirth. Το σκληρό ρυθμιστικό περιβάλλον του κράτους καθιστά δύσκολη τη διεξαγωγή επιχειρήσεων. «Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον κόσμο όπως είναι, όχι όπως φαίνεται σε ένα υπολογιστικό φύλλο», είπε ο Wirth. Η εύρεση της ισορροπίας μεταξύ της βιωσιμότητας και των αναγκών των πελατών θα είναι το κλειδί για μια αποτελεσματική ενεργειακή μετάβαση.

Οι δαπάνες για το υδρογόνο αγγίζουν το 1 τρισ.

Όλοι συμφωνούν πάντως στο γεγονός ότι η ενεργειακή μετάβαση κοστίζει. Οι νέες τεχνολογίες που έχουν έρθει στο προσκήνιο χρειάζονται επενδύσεις και έργα ώστε να μπορέσουν να καταστούν βιώσιμες. «Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ θα πρέπει να δαπανήσουν πάνω από 1 τρισεκατομμύριο δολάρια για την κατασκευή υποδομών που θα επιτρέψουν την ευρεία χρήση του καυσίμου υδρογόνου», δήλωσε στέλεχος της Mitsubishi Heavy Industries.

Μια μαζική μετάβαση στο υδρογόνο θα χρειαστεί σημαντική νέα ζήτηση, η οποία θα μπορούσε να έρθει μόνο με επενδύσεις σε υποδομές για τη μείωση του κόστους. Οι ευρωπαϊκές και οι αμερικανικές κυβερνήσεις θα πρέπει να κάνουν αυτές τις επενδύσεις, δήλωσε ο Εμμανουήλ Κακαράς, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Mitsubishi, σε συνέντευξή του στο περιθώριο του ενεργειακού συνεδρίου CERAWeek by S&P Global. «Αν υπολογίσετε τη χρηματοδότηση για τη γεφύρωση του χάσματος, θα φτάσετε εύκολα στο 1 τρισεκατομμύριο δολάρια», δήλωσε.

Ο CEO της ExxonMobil, Ντάρεν Γουντς του οποίου η εταιρεία δαπάνησε 4,9 δισεκατομμύρια δολάρια σε μια εταιρεία δέσμευσης άνθρακα, εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με την οικοδόμηση ενός ρυθμιστικού πλαισίου γύρω από το υδρογόνο και τη δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα. Άνθρωποι της αγοράς εξέφρασαν γενικά ανησυχίες γύρω από το γεγονός ότι η Ευρώπη καθυστερεί και υποπίπτει σε έναν κυκεώνα γραφειοκρατίας που έρχονται σε αντίθεση με την ταχύτητα που επιτάσσει η πράσινη μετάβαση.