Τα πέντε συν ένα σημεία στα οποία επικεντρώνεται το σχέδιο πράσινης μετάβασης της ΕΕ παρουσίασε η Μαργκρέτε Βεστάγκερ, στο συνέδριο για την καθαρή ενέργεια και την υποστήριξη των αγορών της ενεργειακής μετάβασης, στις Βρυξέλλες.

Πιο συγκεκριμένα, η εκτελεστική αντιπρόεδρος της Κομισιόν, μίλησε για έξι βασικές πτυχές που θα υποστηρίξουν μια οικονομικά αποδοτική ενεργειακή μετάβαση:

  • «Πρώτον, οι κρατικές ενισχύσεις μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των πηγών ενέργειας χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Για παράδειγµα, εγκρίναµε πρόσφατα ένα ρουµανικό καθεστώς για τη στήριξη της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από χερσαία αιολικά και φωτοβολταϊκά, µε προϋπολογισµό 3 δισεκατοµµυρίων ευρώ. Το καθεστώς αξιολογήθηκε βάσει του προσωρινού πλαισίου κρίσης και μετάβασης, το οποίο θέτει απλούς κανόνες για την επιτάχυνση της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι φορείς εκμετάλλευσης θα επιλεγούν μέσω μιας συμπαγούς διαδικασίας υποβολής προσφορών και θα συνάψουν αμφίδρομες συμβάσεις για τη διαφορά. Ο μηχανισμός αυτός εγγυάται την απόδοση των επενδύσεων, αποφεύγοντας παράλληλα να λαμβάνουν οι δικαιούχοι στήριξη όταν οι τιμές της αγοράς είναι υψηλές.
  • Δεύτερον, η πράσινη μετάβαση αφορά επίσης την απαλλαγή των βιομηχανικών διεργασιών από τον άνθρακα, την ενεργειακή απόδοση και τη δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα. Τα μέτρα ενίσχυσης για την πράσινη μετάβαση των χαλυβουργών, όπως αυτά που εγκρίθηκαν για τις εταιρείες ThyssenKrupp, Stahl-Holding-Saar και ArcelorMial σε διάφορες εγκαταστάσεις σε ολόκληρη την ΕΕ, αποτελούν καλά παραδείγματα. Πρόσφατα, εγκρίναμε επίσης ένα γερμανικό καθεστώς που εφαρμόζεται σε όλους τους βιομηχανικούς τομείς. Με τη χρήση αµφίδροµων συµβάσεων για διαφορές, η ενίσχυση θα καλύπτει µόνο το πραγµατικό πρόσθετο κόστος των νέων διαδικασιών σε σύγκριση µε τις συνήθεις µεθόδους. Η αποµάκρυνση της βαριάς βιοµηχανίας της Ευρώπης από τα ορυκτά καύσιµα είναι κάτι περισσότερο από απλή δράση για το κλίµα, καθιστά τη βιοµηχανία µας ισχυρότερη και πιο ανθεκτική σε µελλοντικά ενεργειακά σοκ. Για να επιτύχουμε τους στόχους μας, θα χρειαστούμε επίσης τη δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα για την αντιμετώπιση των παράλληλων εκπομπών σε τομείς που είναι δύσκολο να σταματήσουν. Πριν από ένα μήνα, η Επιτροπή δημοσίευσε την ανακοίνωση για τη διαχείριση του βιομηχανικού άνθρακα και παρουσίασε τη στρατηγική της για τη δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς για το CO2 στην Ευρώπη. Ωστόσο, οι τεχνολογίες CCS είναι εξαιρετικά ακριβές. Οι κρατικές ενισχύσεις θα είναι απαραίτητες για να γεφυρωθεί το χάσμα, μέχρις ότου τα τελευταία σήματα για τις τιμές του διοξειδίου του άνθρακα καταστήσουν τα έργα CCS εμπορικά βιώσιμα. Μέχρι στιγμής, μόνο η Δανία και η Ολλανδία διαθέτουν εθνικά καθεστώτα κρατικών ενισχύσεων για την υποστήριξη αυτών των τεχνολογιών.
  • Τρίτον, με την αύξηση των ενδιάμεσων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη σταδιακή ηλεκτροδότηση, τα κράτη μέλη θα αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο τις ανάγκες ασφάλειας του εφοδιασμού. Οι μηχανισμοί δυναμικότητας και τα συστήματα ευελιξίας διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο εδώ. Πρέπει να είναι καλά σχεδιασμένοι ώστε να παρέχουν οικονομικά αποδοτική ανταπόκριση, διατηρώντας παράλληλα επενδυτικά κίνητρα και περιορίζοντας τις ανταγωνιστικές διαταραχές. Πέρυσι, η Επιτροπή ενέκρινε μια τροποποίηση του βελγικού μηχανισμού δυναμικότητας. Αυτός ο μηχανισμός που αφορά όλη την αγορά επιτρέπει τη διασυνοριακή συμμετοχή και είναι ανοικτός σε όλες τις τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένης της αποθήκευσης και της απόκρισης στη ζήτηση.
  • Τέταρτον, απαιτούνται τεράστιες επενδύσεις σε δίκτυα και ενεργειακές υποδομές για την παροχή προσιτής, ασφαλούς και καθαρής ενέργειας στους καταναλωτές. Τον Νοέμβριο του περασμένου έτους, η Επιτροπή δημοσίευσε ένα σχέδιο δράσης για τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας για να βοηθήσει στην καθοδήγηση αυτής της διαδικασίας. Όσον αφορά τη χρηµατοδότηση, οι επενδύσεις που πραγµατοποιούνται στο πλαίσιο του νοµικού µονοπωλίου των διαχειριστών συστηµάτων µεταφοράς ή των διαχειριστών συστηµάτων διανοµής συνήθως δεν εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων. Επίσης, οι ενεργειακές υποδομές χρηματοδοτούνται συνήθως μέσω των τελών δικτύου που καταβάλλουν οι καταναλωτές, άρα χωρίς κρατικές ενισχύσεις. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν υπάρχει ανεπάρκεια της αγοράς, η κρατική στήριξη μπορεί να είναι απαραίτητη. Για παράδειγμα, πέρυσι, εγκρίναμε ένα ελληνικό μέτρο για την κατασκευή ενός τερματικού σταθμού υγροποιημένου φυσικού αερίου. Με τη διαφοροποίηση του ενεργειακού της εφοδιασμού, η Ελλάδα συνέβαλε στη μείωση της εξάρτησής μας από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα.
  • Πέμπτον, οι κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις έχουν προσαρμοστεί ώστε να υποστηριχθεί μια οικονομικά αποδοτική και δίκαιη μετάβαση και να διευκολυνθεί η σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων. Αυτή η σταδιακή κατάργηση δεν µπορεί να γίνει εις βάρος των πλέον πληττόµενων περιοχών και εργαζοµένων της Ευρώπης: για παράδειγµα, οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων επιτρέπουν φυσικά στα κράτη µέλη να στηρίξουν τους εργαζοµένους που πλήττονται από το κλείσιµο των ανθρακωρυχείων.
  • Τέλος, τα Σημαντικά Έργα Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος – εν συντομία IPCEIs – έχουν τη δυνατότητα να διαδραματίσουν ρόλο σε πολλά μέτωπα: επιτρέπουν πρωτοποριακή καινοτομία και βασικές υποδομές, μέσω διασυνοριακής συνεργασίας και με πιθανές δευτερογενείς επιπτώσεις για την Ένωση στο σύνολό της. Στον τομέα της ενέργειας, έχουμε εγκρίνει δύο IPCEIs για τα βαρέα εργοστάσια και τρία IPCEIs για το υδρογόνο, αποδεσμεύοντας σχεδόν 23 δισεκατομμύρια ευρώ ιδιωτικών επενδύσεων σε όλη την αλυσίδα αξίας. Αυτό θα επιτρέψει στην Ευρώπη να βρεθεί στην πρώτη γραμμή της παγκόσμιας καινοτομίας σε αυτές τις κρίσιμες αναδυόμενες αγορές».