Συγκυριακή και όχι καθολική φαίνεται πως είναι η ιστορική μείωση των ρύπων στη Γερμανία το 2023. Και αυτό γιατί οφείλεται, μεταξύ, άλλων στη μείωση της ενεργειακής ζήτησης, ενώ δεν αφορά τον κλάδο των μεταφορών.
Υπενθυμίζεται πως με βάση στοιχεία της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος (UBA) τα οποία δημοσιεύτηκαν την Παρασκευή (15.03.24) τα αέρια θερμοκηπίου ήταν κατά 10,1% λιγότερα από ό,τι το 2022.Το 2023 απελευθερώθηκαν συνολικά περίπου 673 εκατομμύρια τόνοι αερίων του θερμοκηπίου, 76 εκατομμύρια τόνοι λιγότεροι από ό,τι ένα χρόνο νωρίτερα.
Πρόκειται για την πιο απότομη μείωση από την επανένωση το 1990 και, σύμφωνα με τον πρόεδρο της UBA, Ντιρκ Μέσνερ, οφείλεται κυρίως στην «πολύ επιτυχημένη επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας».
Ο Μέσνερ παρουσίασε τα στοιχεία χθες (15/3/24) μαζί με τον ομοσπονδιακό υπουργό Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ. «Η Γερμανία βρίσκεται σε καλό δρόμο – για πρώτη φορά», δήλωσε ο Χάμπεκ. Εάν η πορεία διατηρηθεί, «θα επιτύχουμε τους στόχους μας για το κλίμα για το 2030». Ο γερμανικός κλιματικός στόχος για το 2030 προβλέπει ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου πρέπει να είναι κατά 65% χαμηλότερες από ό,τι το 1990.
Τα στοιχεία προβολής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος για το 2024 δείχνουν μείωση σχεδόν κατά 64% έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990. «Με μια φιλόδοξη επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι εθνικοί στόχοι για το κλίμα παραμένουν εφικτοί σε όλους τους τομείς έως το 2030», αναφέρει η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Περιβάλλοντος.
Υπενθυμίζεται πως η Γερμανία θέλει να γίνει κλιματικά ουδέτερη έως το 2045. Ωστόσο, η εξέλιξη στους επιμέρους τομείς είναι πολύ διαφορετική. Ο Μέσνερ δήλωσε συγκεκριμένα πως «δεν τα πάμε περίφημα σε όλους τους τομείς».Ειδικότερα στον τομέα των μεταφορών πρέπει να γίνουν επειγόντως περισσότερα, «για παράδειγμα με την επέκταση της ηλεκτροκίνησης, τη μείωση των προνομίων για τα εταιρικά αυτοκίνητα και άλλων επιχορηγήσεων που βλάπτουν το κλίμα». Η αναπτυξιακή και περιβαλλοντική οργάνωση Germanwatch εξέφρασε κριτική άποψη για τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν.
Ο Λουτζ Βάισερ, επικεφαλής του γραφείου του στο Βερολίνο, δήλωσε ότι έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Συγκεκριμένα, σημείωσε πως «είναι σαφές ότι η τήρηση του στόχου για τις εκπομπές το 2023 οφείλεται κυρίως σε εξωτερικές συνθήκες και δεν βασίζεται σε διαρθρωτικά μέτρα προστασίας του κλίματος σε όλους τους τομείς».
Αυτά είναι τα αποτελέσματα στους σημαντικότερους τομείς:
Ενεργειακή βιομηχανία
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στον τομέα της ενέργειας μειώθηκαν κατά περίπου 51,8 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου CO2 ή κατά 20,1% σε 205 εκατομμύρια τόνους το 2023 σε σύγκριση με το 2022.
Αυτό οφείλεται στη μειωμένη χρήση ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας, αναφέρεται. Οι λόγοι γι’ αυτό ήταν η επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η ταυτόχρονη μείωση της ενεργειακής ζήτησης. Άλλοι παράγοντες ήταν η εξοικονόμηση ενέργειας ως αποτέλεσμα των υψηλότερων τιμών καταναλωτή και του ήπιου χειμώνα.
Τα ισοδύναμα CO2 είναι μια μονάδα μέτρησης που χρησιμοποιείται για την τυποποίηση των κλιματικών επιπτώσεων των διαφόρων αερίων του θερμοκηπίου. Εκτός από το διοξείδιο του άνθρακα CO2, υπάρχουν και άλλα αέρια του θερμοκηπίου, όπως το μεθάνιο ή το οξείδιο του αζώτου, τα οποία έχουν διαφορετικά αποτελέσματα στην ατμόσφαιρα.
Βιομηχανία
Οι εκπομπές στη βιομηχανία μειώθηκαν επίσης – για δεύτερο συνεχόμενο έτος – σε περίπου 155 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου CO2. Αυτό αντιστοιχεί σε μείωση κατά 7,7%. Και εδώ, οι λόγοι περιλαμβάνουν τη μειωμένη χρήση ορυκτών καυσίμων, αλλά και την αρνητική οικονομική ανάπτυξη και το αυξημένο κόστος παραγωγής, που οδηγούν σε μείωση της παραγωγής.
Κτίρια
Στον τομέα των κτιρίων, οι εκπομπές μειώθηκαν κατά 7,5% σε περίπου 102 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου CO2. Ωστόσο, αυτό σημαίνει ότι ο τομέας ξεπέρασε και φέτος τις ετήσιες εκπομπές που επιτρέπονται βάσει του γερμανικού νόμου για την προστασία του κλίματος – κατά περίπου 1,2 εκατομμύρια τόνους ισοδυνάμων CO2, όπως σημειώνει η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Περιβάλλοντος.
Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Περιβάλλοντος αναφέρει ως λόγους για τις χαμηλότερες εκπομπές την εξοικονόμηση ενέργειας λόγω των ήπιων καιρικών συνθηκών του χειμώνα και τις υψηλότερες τιμές καταναλωτή. Η εξάπλωση των αντλιών θερμότητας είχε επίσης θετική επίδραση στην εξέλιξη των εκπομπών, καθώς χρησιμοποιήθηκε, για παράδειγμα, λιγότερο φυσικό αέριο και πετρέλαιο θέρμανσης.
Ο Μέσνερ αναφέρθηκε στην αντικατάσταση των συστημάτων θέρμανσης, αν και πέρυσι εγκαταστάθηκαν επίσης πολλά νέα συστήματα θέρμανσης φυσικού αερίου. Η ομοσπονδιακή υπουργός Περιβάλλοντος, Κλάρα Γκέιβιτς από το SPD δήλωσε ότι η ενεργειακή μετάβαση στον κτιριακό τομέα έχει «σαφώς επιταχυνθεί».
Εναπόκειται τώρα στο Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων για θέματα κλίματος να αξιολογήσει την απόκλιση από τους στόχους του νόμου για την προστασία του κλίματος. Το Συμβούλιο έχει τη νομική εντολή να επανεξετάζει τα στοιχεία για τα αέρια του θερμοκηπίου που υποβάλλονται ετησίως από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Περιβάλλοντος για το προηγούμενο έτος. Το Συμβούλιο έχει στη διάθεσή του ένα μήνα για να το πράξει. Εάν οι εμπειρογνώμονες επιβεβαιώσουν ότι οι στόχοι δεν έχουν επιτευχθεί, τα αρμόδια υπουργεία πρέπει να υποβάλουν άμεσο πρόγραμμα με αντίμετρα εντός τριών μηνών.
Μεταφορές
Στον τομέα των μεταφορών εκπέμπονται περίπου 146 εκατομμύρια τόνοι ισοδύναμου CO2 το 2023. Αν και πρόκειται για 1,8 εκατ. τόνους λιγότερους από ό,τι το 2022, είναι περίπου 13 εκατ. τόνοι περισσότεροι από τις ετήσιες εκπομπές που επιτρέπονται βάσει του νόμου για την προστασία του κλίματος. Οι εκπομπές είχαν αυξηθεί ελαφρώς το 2022.
«Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο κτιριακός τομέας υπερέβη ελάχιστα τον στόχο του, οι μεταφορές είναι επομένως ο μόνος τομέας που υπολείπεται κατά πολύ του στόχου του και απομακρύνεται περισσότερο από τη θεσμοθετημένη πορεία στόχου», αναφέρει η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Περιβάλλοντος.
Επιπλέον, ο κύριος παράγοντας για τη μικρή μείωση των εκπομπών δεν είναι «τα αποτελεσματικά μέτρα προστασίας του κλίματος», αλλά η μείωση των χιλιομέτρων στις οδικές εμπορευματικές μεταφορές. Σε σύγκριση με το 2022, η κυκλοφορία των αυτοκινήτων αυξήθηκε ελαφρώς το 2023. Από την άλλη πλευρά, τα νέα ηλεκτρικά οχήματα που ταξινομήθηκαν το 2023 είχαν ελαφρώς μειωτική επίδραση στις εκπομπές.
Η Germanwatch εξήγησε: «Ο τομέας των μεταφορών παραμένει ο υπ’ αριθμόν ένα προβληματικός τομέας». Όσο η γερμανική κυβέρνηση δεν φροντίζει «να μειωθεί η κυκλοφορία των αυτοκινήτων και να μπορέσουν οι άνθρωποι να στραφούν σε έναν λειτουργικό σιδηρόδρομο, αυτό δύσκολα θα αλλάξει».
Η Συμμαχία για το Κλίμα στη Γερμανία, μια συμμαχία 150 οργανώσεων, ζήτησε αποτελεσματικά άμεσα προγράμματα. Οι εξοικονομήσεις δεν οφείλονται σε επαρκή προγράμματα για το κλίμα, αλλά στην αδύναμη οικονομία.