Η Γερμανία θα αλλάξει τη νομοθεσία της για την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, ώστε να επιτρέψει τη δέσμευση και την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε ανοικτές θάλασσες για ορισμένους βιομηχανικούς τομείς, καθώς η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης στοχεύει να καταστεί ουδέτερη ως προς τον άνθρακα έως το 2045, δήλωσε τη Δευτέρα ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ.

Η δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, ή CCS, αφαιρεί από την ατμόσφαιρα το διοξείδιο του άνθρακα που παράγεται από βιομηχανικές διεργασίες ή το δεσμεύει στο σημείο εκπομπής και το αποθηκεύει υπόγεια.

Στη Γερμανία, η χρήση της έχει περιοριστεί, αλλά καθώς ο μεγαλύτερος ρυπαντής CO2 της Ευρώπης είναι πιθανό να χάσει τους κλιματικούς στόχους του, το Βερολίνο επανεξέτασε την CCS, εκτιμώντας την ανάγκη δέσμευσης μεταξύ 34 και 73 εκατομμυρίων τόνων ετησίως έως το 2045.

Όπως αναφέρει το Reuters, σύμφωνα με τις νέες αλλαγές του νόμου, θα επιτρέπεται η μεταφορά του CO2 και η αποθήκευσή του σε υποθαλάσσιες περιοχές, με εξαίρεση τις προστατευόμενες θαλάσσιες ζώνες, πρόσθεσε ο Χάμπεκ.

Η αποθήκευση άνθρακα στην ξηρά θα παραμείνει απαγορευμένη, εκτός εάν τα ομόσπονδα κρατίδια ζητήσουν από το Βερολίνο να το καταστήσει δυνατό.

«Η τεχνολογία είναι ασφαλής, το CO2 παραμένει στο έδαφος και δεύτερον, ο χρόνος τελείωσε», δήλωσε ο υπουργός σε συνέντευξη Τύπου που παρουσίασε τη στρατηγική της κυβέρνησης για τη διαχείριση του διοξειδίου του άνθρακα.

H Γερμανία διαθέτει έως 8,3 δισ. τόνους υποθαλάσσιας αποθηκευτικής ικανότητας CO2

Η στρατηγική θα αποτελέσει τη βάση για ένα νομοσχέδιο που θα τροποποιήσει τον νόμο της χώρας για την αποθήκευση άνθρακα και θα δημιουργήσει ένα σαφές νομικό πλαίσιο για την ανάπτυξη μιας υποδομής αγωγών διοξειδίου του άνθρακα.

Το Βερολίνο θα πρέπει να υπογράψει την τροποποίηση του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου για να γίνουν δυνατές οι εξαγωγές CO2 εκτός θαλάσσης και θα αρχίσει τη διερεύνηση χώρων αποθήκευσης εκτός θαλάσσης στη Γερμανία, δήλωσε το υπουργείο Οικονομίας.

Γεωλογικά, η Γερμανία διαθέτει περίπου 1,5 δισεκατομμύρια έως 8,3 δισεκατομμύρια τόνους αποθηκευτικής ικανότητας CO2 κάτω από τη Βόρεια Θάλασσα και θα μπορούσε να αποθέσει έως και 20 εκατομμύρια τόνους ετησίως.

Οι βιομηχανίες έντασης CO2 που δεν μπορούν να ηλεκτροδοτηθούν, όπως το τσιμέντο και ο ασβέστης, θα είναι μεταξύ των τομέων που θα επωφεληθούν, ενώ οι μονάδες παραγωγής ενέργειας από φυσικό αέριο και βιομάζα θα μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν την τεχνολογία, αλλά δεν θα επιδοτούνται, όπως έδειξε η στρατηγική.

Οι περιβαλλοντικές ομάδες επέκριναν τη στρατηγική αυτή, λέγοντας ότι η τεχνολογία αυτή είναι ακριβή και μη βιώσιμη και ότι αν επιτραπεί η χρήση της στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής θα ανοίξει την πόρτα στη συνέχιση των επιχειρηματικών μοντέλων των ορυκτών καυσίμων.

«Καλούμε το ομοσπονδιακό υπουργικό συμβούλιο και την Bundestag (κάτω βουλή του κοινοβουλίου) να μην συμφωνήσουν με αυτή την πρόταση», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Umwelthilfe Σάσα Μούλερ Κρένερ σε δήλωσή του τη Δευτέρα.