Σημαντικό πρόβλημα για τις περιοχές τις Αφρικής αποτελούν οι πλέον επανειλημμένες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του έργου LNG, Grand Tortue Ahmeyim (GTA), το οποίο βρίσκεται στα σύνορα της Μαυριτανίας με τη Σενεγάλη και ανέρχεται στα 4,8 δισεκατομμύρια δολάρια. Η τελευταία καθυστέρηση ανακοινώθηκε τον προηγούμενο μήνα και, όπως γράφει το Bloomberg, δεν ήταν έκπληξη. Μεγάλες καθυστερήσεις αντιμετωπίζουν πολλά μεγάλα ενεργειακά έργα στην Αφρική με αποτέλεσμα η ήπειρος να χάνει τη μία ευκαιρία μετά την άλλη! Η Μαυριτανία είχε ξεχειλίσει από αισιοδοξία όταν η BP Plc, η Woodside Energy Group Ltd. και η Kosmos Energy Ltd. συμφώνησαν να αναπτύξουν τα κοιτάσματα στα ανοικτά των ακτών της δυτικοαφρικανικής χώρας πριν από μερικά χρόνια. Τα ευρήματα διαφημίστηκαν ως κάτι που θα άλλαζε τα δεδομένα σε μια χώρα όπου τα χωριά εξακολουθούν να μην είναι συνδεδεμένα με το δίκτυο ηλεκτροδότησης και πάνω από το ένα τρίτο των κατοίκων ζουν σε συνθήκες φτώχειας.
Οι καθυστερήσεις στα ενεργειακά έργα της Αφρικής έχουν ως αποτέλεσμα, την αύξηση του χρέους της Σενεγάλης, την αναδιάρθρωση των δανείων της Μοζαμβίκης και τη χρεοκοπία της Γκάνας εν μέσω της κακής διαχείρισης της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου της. Οι ανακαλύψεις υδρογονανθράκων έχουν επίσης κάνει ελάχιστα για να βελτιώσουν την ενεργειακή κατάσταση στο εσωτερικό της ηπείρου. Οι εγχώριες αγορές σε ολόκληρη την Αφρική δεν μπορούν να συγκριθούν με τις προσοδοφόρες αγορές εκτός των συνόρων της. Οι ξένες εταιρείες αποφεύγουν να επενδύσουν σε εξορύξεις που δεν στοχεύουν σε εξαγωγές, αφήνοντας τις τοπικές οικονομίες με περιορισμένη πρόσβαση στο δικό τους φυσικό αέριο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας για τα σπίτια και τη βιομηχανία. Σχεδόν 600 εκατομμύρια άνθρωποι, ή λίγο λιγότερο από το μισό πληθυσμό της Αφρικής, δεν έχουν άμεση πρόσβαση στην ενέργεια, παρόλο που το 6% του παγκόσμιου φυσικού αερίου και περίπου το 7% του πετρελαίου παράγεται εκεί, επισημαίνει το Bloomberg.
Οι περισσότεροι Αφρικανοί που είναι συνδεδεμένοι στο δίκτυο καταναλώνουν κατά κεφαλήν λιγότερο από ένα ψυγείο στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, η καθολική πρόσβαση της ηπείρου στη σύγχρονη ενέργεια έχει κόστος 25 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, που ισοδυναμεί με την κατασκευή ενός τερματικού σταθμού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).
Μεγάλο αντίκτυπο
Τα μεγάλης κλίμακας ενεργειακά έργα της Αφρικής αντιμετωπίζουν συνήθως καθυστερήσεις, με τις πετρελαϊκές αναπτύξεις να διαρκούν μια δεκαετία – περίπου διπλάσιο χρόνο από τον προγραμματισμένο, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Διακυβέρνησης Φυσικών Πόρων, μια μη κυβερνητική οργάνωση. Αντί να φέρουν τα αναμενόμενα έκτακτα κέρδη, οι καθυστερήσεις αυτές μπορεί να επιβαρύνουν σημαντικά μια μικρή οικονομία.
Αντιμέτωπες με αυτό που θεωρούν αναξιόπιστους ξένους εταίρους, οι εθνικές πετρελαϊκές εταιρείες της Αφρικής επιθυμούν να κατασκευάσουν και να διαχειριστούν οι ίδιες τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία. Η Petrosen της Σενεγάλης θέλει τελικά να γίνει ο κύριος διαχειριστής της στο έργο Yakaar-Teranga όταν δεν διαθέτει τα απαραίτητα κεφάλαια, ενώ η πολιτική κατάσταση καθιστά το δανεισμό ακριβότερο.
Καθώς οι εξελίξεις των έργων να εξαρτώνται από ξένες εταιρείες και την έντονη ζήτηση από την Ευρώπη – ιδίως ως εναλλακτική λύση στο ρωσικό φυσικό αέριο – η ηλεκτροδότηση στις αφρικανικές χώρες έχει μείνει σε δεύτερη μοίρα. Ενώ ο ΙΕΑ αναφέρει ότι έως και τα δύο τρίτα της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου της ηπείρου θα μπορούσαν δυνητικά να πάνε για την κάλυψη της τοπικής ζήτησης έως το 2030, η εκτίμηση αυτή εξαρτάται από τη σύγκλιση των συμφερόντων των ξένων εταιρειών και των εθνών, κάτι που δεν έχει συμβεί, όπως αναφέρει το Bloomberg. Παρότι διαφαίνεται στις κινήσεις των εταιρειών ενέργειας η ενίσχυση και ηλεκτροδότηση της Αφρικής δεν αποτελεί προτεραιότητα, παρά τις επιπτώσεις που έχουν οι καθυστερήσεις στις συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων της Ηπείρου.