Πρόσθετες επενδύσεις 660 δισ. ευρώ ετησίως την περίοδο 2031-2050 θα απαιτηθούν για τους νέους κλιματικούς στόχους που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στον δρόμο της ενεργειακής μετάβασης, με αιχμή του δόρατος τη σύσταση για μείωση των εκπομπών κατά 90% για το 2040 που ανακοινώθηκε σήμερα.

Τα 660 δισ. που απαιτούνται είναι αυξημένα σε σύγκριση με τα χαμηλά επίπεδα των επενδύσεων στο ενεργειακό οικοσύστημα κατά την περίοδο 2011-2020, από 1,7% του ΑΕΠ την περίοδο 2011-2020 σε 3,2% την περίοδο 2031-2050. Στον τομέα των μεταφορών, οι ετήσιες επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν σε περίπου 870 δισ. ευρώ, ενώ θα παραμείνουν σε γενικές γραμμές σταθερές ως ποσοστό του ΑΕΠ, περίπου στο 4,2%.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση συντάσσει τον πρώτο της κλιματικό στόχο για το 2040, για να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των υφιστάμενων στόχων της για μείωση των καθαρών εκπομπών κατά 55% έως το 2030 και την επίτευξη καθαρών μηδενικών εκπομπών έως το 2050. Με τις ευρωεκλογές τον Ιούνιο, το διακύβευμα αυτό πρόκειται να δοκιμάσει την πολιτική όρεξη για τη συνέχιση της φιλόδοξης «πράσινης» ατζέντας της Ευρώπης – η οποία αντιμετωπίζει αντιδράσεις από ορισμένες κυβερνήσεις και βιομηχανίες, που ανησυχούν για το κόστος, ακόμη και καθώς η κλιματική αλλαγή προκαλεί υπερβολικά υψηλές θερμοκρασίες, πλημμύρες και πυρκαγιές σε όλη την Ευρώπη.

Επισημαίνεται πως η Επιτροπή συστήνει καθαρή μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 90% έως το 2040 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, ξεκινώντας συζήτηση με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς. Η νομοθετική πρόταση θα υποβληθεί μετά τις ευρωεκλογές, και θα αναμένει την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα κράτη μέλη, όπως απαιτεί ο νόμος της ΕΕ για το κλίμα. Η σύσταση αυτή είναι σύμφωνη με τις συμβουλές της Ευρωπαϊκής Επιστημονικής Συμβουλευτικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (ESABCC) και τις δεσμεύσεις της ΕΕ στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού. Η σημερινή ανακοίνωση καθορίζει επίσης μια σειρά από ευνοϊκές πολιτικές προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για την επίτευξη του στόχου του 90%. Αυτές περιλαμβάνουν την πλήρη εφαρμογή του συμφωνηθέντος πλαισίου για το 2030, τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, τη μεγαλύτερη εστίαση σε μια δίκαιη μετάβαση που δεν αφήνει κανέναν πίσω, ίσους όρους ανταγωνισμού με τους διεθνείς εταίρους και στρατηγικό διάλογο για το πλαίσιο μετά το 2030, μεταξύ άλλων με τη βιομηχανία και τον γεωργικό τομέα. Το αποτέλεσμα της COP28 στο Ντουμπάι δείχνει ότι ο υπόλοιπος κόσμος κινείται προς την ίδια κατεύθυνση. Η ΕΕ πρωτοστατεί στη διεθνή δράση για το κλίμα και πρέπει να παραμείνει στην πορεία της, δημιουργώντας ευκαιρίες για την ευρωπαϊκή βιομηχανία να ευδοκιμήσει στις νέες παγκόσμιες αγορές καθαρής τεχνολογίας.

Τα οφέλη για την Ευρώπη

Όπως σημειώνει σε ανακοίνωσή της η ΕΕ ο καθορισμός ενός κλιματικού στόχου για το 2040 θα βοηθήσει την ευρωπαϊκή βιομηχανία, τους επενδυτές, τους πολίτες και τις κυβερνήσεις να λάβουν αποφάσεις σε αυτή τη δεκαετία που θα διατηρήσουν την ΕΕ σε καλό δρόμο για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας το 2050. Την ίδια ώρα, θα στείλει σημαντικά μηνύματα σχετικά με τον τρόπο αποτελεσματικών επενδύσεων και σχεδιασμού για μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ελαχιστοποιώντας τους κινδύνους των αδρανών περιουσιακών στοιχείων. Με αυτόν τον μελλοντικό σχεδιασμό, είναι δυνατόν να διαμορφωθεί μια ευημερούσα, ανταγωνιστική και δίκαιη κοινωνία, να απαλλαγούν η βιομηχανία και τα ενεργειακά συστήματα της ΕΕ από τις ανθρακούχες εκπομπές και να διασφαλιστεί ότι η Ευρώπη θα αποτελέσει πρωταρχικό προορισμό για επενδύσεις, με σταθερές θέσεις εργασίας που θα είναι ασφαλείς για το μέλλον. Η εν εξελίξει επικαιροποίηση των προσχεδίων των εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) αποτελεί βασικό στοιχείο για την παρακολούθηση της προόδου και η Επιτροπή συνεργάζεται με τα κράτη μέλη, τη βιομηχανία και τους κοινωνικούς εταίρους για τη διευκόλυνση της αναγκαίας δράσης.

Θα ενισχύσει επίσης την ανθεκτικότητα της Ευρώπης απέναντι σε μελλοντικές κρίσεις και κυρίως θα ενισχύσει την ενεργειακή ανεξαρτησία της ΕΕ από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, οι οποίες αντιπροσώπευαν πάνω από το 4% του ΑΕΠ το 2022, καθώς αντιμετωπίζαμε τις συνέπειες του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Το κόστος και οι ανθρώπινες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι όλο και πιο μεγάλες και ορατές. Μόνο την τελευταία πενταετία, η οικονομική ζημία που σχετίζεται με το κλίμα στην Ευρώπη εκτιμάται σε 170 δισεκατομμύρια ευρώ. Η εκτίμηση επιπτώσεων της Επιτροπής διαπιστώνει ότι, ακόμη και με συντηρητικές εκτιμήσεις, η υψηλότερη υπερθέρμανση του πλανήτη ως αποτέλεσμα της αδράνειας θα μπορούσε να μειώσει το ΑΕΠ της ΕΕ κατά περίπου 7% μέχρι το τέλος του αιώνα.

Θέσπιση των προϋποθέσεων για την επίτευξη του συνιστώμενου στόχου

Η επίτευξη μείωσης των εκπομπών κατά 90% έως το 2040 θα απαιτήσει την εκπλήρωση μιας σειράς ευνοϊκών προϋποθέσεων. Το σημείο εκκίνησης είναι η πλήρης εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας για τη μείωση των εκπομπών κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030. Η συνεχής επικαιροποίηση των σχεδίων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) αποτελεί βασικό στοιχείο για την παρακολούθηση της προόδου και η Επιτροπή συνεργάζεται με τα κράτη μέλη, τη βιομηχανία και τους κοινωνικούς εταίρους για να διευκολύνει την απαραίτητη δράση.

Η Πράσινη Συμφωνία πρέπει τώρα να μετατραπεί σε μια συμφωνία βιομηχανικής απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές, η οποία θα βασίζεται στα υφιστάμενα βιομηχανικά πλεονεκτήματα, όπως η αιολική ενέργεια, η υδροηλεκτρική ενέργεια και οι ηλεκτρολύτες, και θα συνεχίσει να αυξάνει την εγχώρια παραγωγική ικανότητα σε τομείς ανάπτυξης, όπως οι μπαταρίες, τα ηλεκτρικά οχήματα, οι αντλίες θερμότητας, τα ηλιακά φωτοβολταϊκά, τα CCU/CCS, το βιοαέριο και το βιομεθάνιο και η κυκλική οικονομία. Η τιμολόγηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και η πρόσβαση στη χρηματοδότηση είναι επίσης ζωτικής σημασίας για την επίτευξη των στόχων μείωσης των εκπομπών από την ευρωπαϊκή βιομηχανία. Η Επιτροπή θα συστήσει ειδική ομάδα εργασίας για την ανάπτυξη μιας παγκόσμιας προσέγγισης για την τιμολόγηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και τις αγορές άνθρακα. Η Ευρώπη θα πρέπει επίσης να κινητοποιήσει το σωστό μείγμα επενδύσεων του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα για να καταστήσει την οικονομία μας βιώσιμη και ανταγωνιστική. Τα επόμενα χρόνια θα χρειαστεί μια ευρωπαϊκή προσέγγιση για τη χρηματοδότηση, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη.

Πάντως, στο επίκεντρο παραμένει η δικαιοσύνη, η αλληλεγγύη και οι κοινωνικές πολιτικές πρέπει να παραμείνουν στο επίκεντρο της μετάβασης. Η δράση για το κλίμα πρέπει να αποφέρει οφέλη σε όλους στις κοινωνίες μας και οι πολιτικές για το κλίμα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους εκείνους που είναι πιο ευάλωτοι ή αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την προσαρμογή. Το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα και το Ταμείο για τη Δίκαιη Μετάβαση είναι παραδείγματα τέτοιων πολιτικών που θα βοηθήσουν ήδη τους πολίτες, τις περιφέρειες, τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους σε αυτή τη δεκαετία.

Ο ενεργειακός τομέας προβλέπεται να επιτύχει πλήρη απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές λίγο μετά το 2040, με βάση όλες τις ενεργειακές λύσεις μηδενικών και χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, της πυρηνικής ενέργειας, της ενεργειακής απόδοσης, της αποθήκευσης, της δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα, της δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CCU), των απορροφήσεων άνθρακα, της γεωθερμικής και υδροηλεκτρικής ενέργειας. Η βιομηχανική συμμαχία για τους μικρούς στοιχειώδεις αντιδραστήρες, που δρομολογήθηκε σήμερα, είναι η τελευταία πρωτοβουλία για την ενίσχυση της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας και τη διασφάλιση ισχυρής αλυσίδας εφοδιασμού της ΕΕ και ειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Σημαντικό όφελος των προσπαθειών αυτών είναι η μείωση της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα χάρη στη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 80 % από το 2021 έως το 2040. Το πλαίσιο πολιτικής για την περίοδο μετά το 2030 θα αποτελέσει ευκαιρία για την περαιτέρω ανάπτυξη αυτών των πολιτικών και τη συμπλήρωσή τους με κοινωνικές και βιομηχανικές πολιτικές, ώστε να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα.