Οι διαμαρτυρίες και το βαρύ κλίμα για σειρά πράσινων έργων δεν περιορίζονται στη χώρα μας. Οι φετινές Ευρωεκλογές πραγματοποιούνται τον Ιούνιο σε μια περίοδο που κάποιοι ανησυχούν επειδή η ΕΕ κάνει πίσω ή καθυστερεί πολιτικές για το κλίμα αφού έρχονται σε σύγκρουση με σχέδια ενίσχυσης / στήριξης της βιομηχανίας σε μια περίοδο που ο διεθνής ανταγωνισμός εντείνεται. Οι κινητοποιήσεις των αγροτών συνδέονται επίσης με πολιτικές της Κομισιόν για το κλίμα και ήδη τις τελευταίες ημέρες υπήρξαν ανακοινώσεις για αλλαγές ώστε να ηρεμήσουν τα πνεύματα πανευρωπαϊκά.
Η Κομισιόν συνεχίζει πάντως ακάθεκτη να προωθεί τους στόχους της «Πράσινης Συμφωνίας» με την ανακοίνωση των στόχων για μείωση εκπομπών του θερμοκηπίου κατά 90% μέχρι το 2040. Έτσι θεωρεί πως θα δημιουργηθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας σε «πράσινους τομείς» της οικονομίας και σε βιομηχανίες χαμηλού περιβαλλοντικού αποτυπώματος. Τον τελευταίο λόγο θα τον έχει, όμως, το επόμενο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και αρκετοί φοβούνται πως η νέα του σύνθεση θα περιλαμβάνει λιγότερα μέλη με διάθεση να προχωρήσουν τους τολμηρούς στόχους της «Πράσινης Συμφωνίας». Το κλίμα είναι εμφανές και από τις εθνικές εκλογές σε αρκετές χώρες της ΕΕ όπως η Φινλανδία και η Ολλανδία. Και το επόμενο Ευρωκοινοβούλιο θα κρίνει κρίσιμες επεκτάσεις του συστήματος εμπορίας ρύπων σε γεωργικό τομέα, κ.α. Και θα κληθεί να διαχειριστεί τις υψηλές τιμές στην ενέργεια και το κόστος για την πράσινη μετάβαση.
Το στοίχημα για τα κράτη – μέλη είναι να πείσουν τους ψηφοφόρους πως η επίτευξη των κλιματικών στόχων δεν θα οδηγήσει σε λιγότερο ανταγωνιστικές οικονομίες και σε μεγάλες επιβαρύνσεις των καταναλωτών.
Επιμένει φιλόδοξα η Κομισιόν
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε χθες το σχέδιο για μεγαλύτερη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2040, κατά 90%, το οποίο απαιτεί πρόσθετες επενδύσεις 660 δισ. ευρώ ετησίως την περίοδο 2031-2050. Τα 660 δισ. που απαιτούνται είναι αυξημένα σε σύγκριση με τα χαμηλά επίπεδα των επενδύσεων στο ενεργειακό οικοσύστημα κατά την περίοδο 2011-2020. Από 1,7% του ΑΕΠ την περίοδο 2011-2020 σε 3,2% την περίοδο 2031-2050. Στον τομέα των μεταφορών, οι ετήσιες επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν σε περίπου 870 δισ. ευρώ, ενώ θα παραμείνουν σε γενικές γραμμές σταθερές ως ποσοστό του ΑΕΠ, περίπου στο 4,2%.
Η Επιτροπή συστήνει καθαρή μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 90% έως το 2040 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, ξεκινώντας συζήτηση με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς. Η νομοθετική πρόταση θα υποβληθεί μετά τις ευρωεκλογές, και θα αναμένει την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα κράτη μέλη, όπως απαιτεί ο νόμος της ΕΕ για το κλίμα. Η σύσταση αυτή είναι σύμφωνη με τις συμβουλές της Ευρωπαϊκής Επιστημονικής Συμβουλευτικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (ESABCC) και τις δεσμεύσεις της ΕΕ στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού. Στην Κομισιόν θεωρούν πως το σχέδιο θα ενισχύσει επίσης την ανθεκτικότητα της Ευρώπης απέναντι σε μελλοντικές κρίσεις και κυρίως θα ενισχύσει την ενεργειακή ανεξαρτησία της ΕΕ από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, οι οποίες αντιπροσώπευαν πάνω από το 4% του ΑΕΠ το 2022, καθώς αντιμετωπίζαμε τις συνέπειες του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Το κόστος και οι ανθρώπινες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι όλο και πιο μεγάλες και ορατές. Μόνο την τελευταία πενταετία, η οικονομική ζημία που σχετίζεται με το κλίμα στην Ευρώπη εκτιμάται σε 170 δισεκατομμύρια ευρώ. Η εκτίμηση επιπτώσεων της Επιτροπής διαπιστώνει ότι, ακόμη και με συντηρητικές εκτιμήσεις, η υψηλότερη υπερθέρμανση του πλανήτη ως αποτέλεσμα της αδράνειας θα μπορούσε να μειώσει το ΑΕΠ της ΕΕ κατά περίπου 7% μέχρι το τέλος του αιώνα.
Η χθεσινή ανακοίνωση καθορίζει επίσης μια σειρά από ευνοϊκές πολιτικές προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για την επίτευξη του στόχου του 90%. Αυτές περιλαμβάνουν “την πλήρη εφαρμογή του συμφωνηθέντος πλαισίου για το 2030, τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, τη μεγαλύτερη εστίαση σε μια δίκαιη μετάβαση που δεν αφήνει κανέναν πίσω, ίσους όρους ανταγωνισμού με τους διεθνείς εταίρους και στρατηγικό διάλογο για το πλαίσιο μετά το 2030, μεταξύ άλλων με τη βιομηχανία και τον γεωργικό τομέα. Το αποτέλεσμα της COP28 στο Ντουμπάι δείχνει ότι ο υπόλοιπος κόσμος κινείται προς την ίδια κατεύθυνση. Η ΕΕ πρωτοστατεί στη διεθνή δράση για το κλίμα και πρέπει να παραμείνει στην πορεία της, δημιουργώντας ευκαιρίες για την ευρωπαϊκή βιομηχανία να ευδοκιμήσει στις νέες παγκόσμιες αγορές καθαρής τεχνολογίας”.
Τόσο το σχέδιο που παρουσιάστηκε χθες, όσο και πολλές άλλες εκκρεμότητες της πράσινης ατζέντας θα κριθούν από το νέο Ευρωκοινοβούλιο.