Τον οδικό χάρτη για την ενεργειακή μετάβαση της Κύπρου, με ενδεικτική στοχοθεσία έως το 2050 περιγράφει ο πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ), Δρ. Ανδρέας Πουλλικκάς, σε άρθρο του που φιλοξενείται στην τακτική έκδοση Energy Experts Views της Ελληνικής Εταιρείας Ενεργειακής Οικονομίας (ΗΑΕΕ). Όπως υπογραμμίζει ο δρ. Πουλλικκάς, «Η παροχή επαρκών και οικονομικά προσιτών ενεργειακών υπηρεσιών αποτελεί βασικό στοιχείο της βιώσιμης ανάπτυξης. Στην παρούσα φάση, η πρόκληση είναι να αναπτυχθούν εκείνες οι ενεργειακές υπηρεσίες που υποστηρίζουν καλύτερα την ανάπτυξη και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τις παρενέργειες των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων στην υγεία και το περιβάλλον. Οι καθαρές τεχνολογικές λύσεις αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των παγκόσμιων κινδύνων, ευκαιριών και προκλήσεων, όπως η κλιματική αλλαγή, η ασφάλεια της ενέργειας και του νερού, η εξάντληση των φυσικών πόρων και η οικοδόμηση βιώσιμων κοινοτήτων.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εκπονήσει μια βιώσιμη ενεργειακή στρατηγική για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας η οποία θέτει σειρά φιλόδοξων στόχων για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Για να επιτύχει αυτή η στρατηγική, η ΕΕ πρέπει να αυξήσει τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών αποθήκευσης καθώς και του υδρογόνου. Πρέπει επίσης να ενισχύσει την ενεργειακή αποδοτικότητα, να ολοκληρώσει την ενοποίηση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και να αυξήσει τη μεταφορική ικανότητα των ηλεκτρικών διασυνδέσεων μεταξύ των κρατών μελών.

Κατά συνέπεια, ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας υφίσταται σημαντικές αλλαγές. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας απελευθερώνονται και, ως εκ τούτου, γίνονται όλο και πιο ανταγωνιστικές, απαιτώντας χαμηλότερο κόστος συστήματος και υψηλότερη αποδοτικότητα Ταυτόχρονα, τα περιβαλλοντικά ζητήματα και ανησυχίες έχουν οδηγήσει στην αυξανόμενη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή, καθώς και στην ευρύτερη χρήση κατανεμημένων πόρων παραγωγής. Τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας γίνονται ολοένα και πιο πολύπλοκα και δυσκολότερα προβλέψιμα και διαχειρίσιμα. Η χρήση στοχαστικών τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, όπως η αιολική ή η φωτοβολταϊκή ενέργεια, σε συνδυασμό με αποθηκευτική δυνατότητα, συμπεριλαμβανομένου του υδρογόνου, και σε γεωγραφικά διασκορπισμένες τοποθεσίες, δημιουργεί πρόσθετες προκλήσεις για την ασφάλεια του εφοδιασμού, την αξιοπιστία του συστήματος και την ποιότητα της ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπλέον, υπάρχει πλέον ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη για περισσότερες διασυνδέσεις ηλεκτρικής ενέργειας και ακριβή σχεδιασμό, λειτουργία και έλεγχο του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας.

Η Κύπρος είναι μια χώρα με πολλές ιδιαιτερότητες. Για παράδειγμα, είναι απομονωμένη από την υπόλοιπη Ευρώπη και η οικονομία της βασίζεται κυρίως στον τουρισμό. Η οικονομία της εξαρτάται από το πετρέλαιο και συχνά πλήττεται από σοβαρές ελλείψεις νερού. Ταυτόχρονα, όμως, η Κύπρος διαθέτει υψηλό δυναμικό όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Μπορεί εύκολα να εκμεταλλευτεί την ηλιακή ενέργεια και διαθέτει επίσης δυνητικά αποθέματα φυσικού αερίου. Η ενεργειακή μετάβαση της Κύπρου θα απαιτήσει σημαντικές ενεργειακές επενδύσεις τα επόμενα 30-40 χρόνια. Τα επίπεδα των επενδύσεων αναμένεται να τριπλασιαστούν ή να τετραπλασιαστούν σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Για να επιτευχθεί αυτός ο μετασχηματισμός του ενεργειακού τομέα απαιτείται μια φιλόδοξη, μακροπρόθεσμη ολοκληρωμένη ενεργειακή στρατηγική, προκειμένου να τεθούν σαφείς στόχοι και να δημιουργηθεί το κατάλληλο αξιόπιστο και συνεκτικό ρυθμιστικό πλαίσιο. Για παράδειγμα, η Κύπρος θα μπορούσε να καταρτίσει τη στρατηγική της για την ενεργειακή μετάβαση κατά τρόπο ώστε να καταστεί κόμβος για την ανάπτυξη μιας οικονομίας με χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και μιας οικονομίας υδρογόνου.

Η Κύπρος θα μπορούσε να θέσει μακροπρόθεσμο στόχο να καταστεί κλιματικά ουδέτερη ή να μειώσει κατά 100% τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050. Ενδεικτικοί στόχοι για την επίτευξη 100% μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050 με ενδιάμεσους στόχους για τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη διασύνδεση της Κύπρου με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρατίθενται στον Πίνακα. Οι αισιόδοξοι στόχοι που έχουν τεθεί για τα έτη 2030 και 2040 μπορούν να επιτευχθούν με κατάλληλο σχεδιασμό και παρακολούθηση με την εφαρμογή των διαπαραταξιακών συμφωνιών ενεργειακής στρατηγικής.

Στόχοι για την ενεργειακή μετάβαση της Κύπρου

Στόχοι για την ενεργειακή μετάβαση της Κύπρου

 

Με την ενδεδειγμένη στρατηγική, η Κύπρος θα μπορούσε να μετατραπεί σε πρότυπο πράσινης χώρας μέχρι το 2050. Ο τελικός στόχος είναι η μετάβαση της Κύπρου από τη σημερινή οικονομία του άνθρακα σε μια πιο βιώσιμη οικονομία, όπως η οικονομία του υδρογόνου, μέχρι το 2050. Μέχρι τότε, το ενεργειακό σύστημα της Κύπρου θα γίνει έξυπνο και ψηφιοποιημένο, ευέλικτο, αποκεντρωμένο, ηλεκτρικά διασυνδεδεμένο και διασυνδεδεμένο με αγωγούς ή/και εικονικούς αγωγούς φυσικού αερίου ή/και υδρογόνου, όπου θα πραγματοποιείται η χρήση υδρογόνου σε όλους τους ενεργειακούς τομείς, στις ΑΠΕ, στα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας και στην ηλεκτρική κινητικότητα. Η Κύπρος, με το σωστό σχεδιασμό, μπορεί να αξιοποιήσει στο έπακρο το ενεργειακό της δυναμικό, μετατρεπόμενη σε κράτος-παραγωγό. Μπορεί να εξάγει ηλεκτρική ενέργεια χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες ηλεκτρικές διασυνδέσεις, έτσι ώστε να αρθεί η ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου. Ταυτόχρονα, η Κύπρος μπορεί να γίνει κόμβος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας από και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και από και προς τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, αυξάνοντας παράλληλα την ενεργειακή μας ασφάλεια. Επιπλέον, οι χώρες της περιοχής της Νοτιοανατολικής Μεσογείου μπορούν να γίνουν πρωτοπόροι προς την οικονομία του υδρογόνου και να γίνουν εξαγωγείς βιώσιμης ενέργειας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εν ολίγοις, με μια κατάλληλη στρατηγική βιώσιμης ενέργειας, η Κύπρος θα μπορούσε να μετατραπεί σε ένα μοντέλο πράσινης χώρας με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μέχρι το 2050», καταλήγει ο πρόεδρος της ΡΑΕΚ.

Διαβάστε ακόμη