Μια νέα ενεργειακή πραγματικότητα διαμορφώνεται στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, με την Ελλάδα να επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει το υπερπλεόνασμα παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και να ενισχύσει τον ρόλο της ως κόμβος μεταφοράς και εξαγωγής καθαρής ενέργειας. Το 10ο επεισόδιο του podcast «Στην Πρίζα» του ΑΔΜΗΕ φιλοξένησε τον Καθηγητή Θεόδωρο Τσακίρη, ο οποίος τοποθετήθηκε για τις προκλήσεις της ενεργειακής μετάβασης, τα διαρθρωτικά ζητήματα του συστήματος και τη στρατηγική σημασία των επενδύσεων που ήδη δρομολογούνται.
Στον πυρήνα της συζήτησης τέθηκε το κρίσιμο ερώτημα: υπάρχει πραγματικά χώρος για περισσότερες ΑΠΕ στην Ελλάδα ή έχει επέλθει κορεσμός του συστήματος; Ο καθηγητής ήταν σαφής: «Το ζήτημα δεν είναι αν δημιουργείς ΑΠΕ. Το ζήτημα είναι πώς ενσωματώνεις τις ΑΠΕ κατά τρόπο που να προστατεύεις την ευστάθεια και την ασφάλεια του δικτύου». Η απουσία επαρκούς αποθήκευσης και η αδυναμία του δικτύου να απορροφήσει το πλεόνασμα παραγωγής οδηγεί ήδη σε περικοπές, με άμεσες συνέπειες στην επενδυτική ψυχολογία.
Η λύση, σύμφωνα με τον κ. Τσακίρη, δεν είναι να ανακοπεί η ανάπτυξη των ΑΠΕ, αλλά να αξιοποιηθούν με έξυπνο τρόπο. Η προτεραιότητα δίνεται στις επενδύσεις σε αποθήκευση – κυρίως μέσω μπαταριών – αλλά και στην αξιοποίηση των διεθνών διασυνδέσεων, οι οποίες επιτρέπουν την εξαγωγή πλεονάσματος. «Όταν έχεις αυτό το υπερπλεόνασμα, πρέπει να μπορείς να είσαι εξαγωγικός, όπως έχει γίνει ήδη με τη χώρα μας εδώ και μερικούς μήνες», σημείωσε.
Παράλληλα, ένα μέρος της πλεονάζουσας καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να μετασχηματιστεί σε πράσινο υδρογόνο, το οποίο προορίζεται να τροφοδοτήσει κυρίως τη γερμανική και ευρωπαϊκή βιομηχανία. Έργα όπως ο ελληνικός διάδρομος πράσινου υδρογόνου και το hydrogen backbone του ΔΕΣΦΑ καθίστανται καθοριστικά για την ένταξη της χώρας στην ευρωπαϊκή αγορά πράσινων μορίων. «Η Ελλάδα διαθέτει ανταγωνιστικό δυναμικό ΑΠΕ που μπορεί να αξιοποιηθεί για παραγωγή πράσινου υδρογόνου, το οποίο θα απορροφάται κυρίως εκτός Ελλάδος», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η Ελλάδα έχει ήδη αναδειχθεί σε καθαρό εξαγωγέα ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που προέκυψε όχι από τύχη αλλά από τη συνδυαστική αξιοποίηση του δυναμικού ΑΠΕ και της σταδιακής αναβάθμισης των διασυνδέσεων. Όμως η επιτυχία αυτή δεν είναι δεδομένη. Ο καθηγητής επισήμανε πως κάθε καλοκαίρι εγκυμονεί τον κίνδυνο ενεργειακής αστάθειας, όπως απέδειξε και η περιφερειακή κρίση του 2023. «Το ενδεχόμενο υπάρχει πάντοτε. Το σημαντικό είναι πώς προετοιμάζεσαι και τι μέτρα πρόληψης λαμβάνεις», υπογράμμισε.
Σε αυτό το σκηνικό, ο ΑΔΜΗΕ καλείται να διαδραματίσει κομβικό ρόλο. Η μεγάλη πρόκληση των διασυνδέσεων – τόσο προς τα νησιά όσο και προς τα βόρεια σύνορα – συνδέεται άρρηκτα με την επιτυχία των υπεράκτιων αιολικών πάρκων. «Χωρίς τις διασυνδέσεις αυτές, πολύ απλά δεν μπορείς να έχεις υπεράκτια αιολικά πάρκα που να παράγουν και να διοχετεύουν στο σύστημα την ενέργεια», τόνισε. Η στρατηγική ολοκλήρωσης των διασυνδέσεων στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου αποτελεί, όπως υπογράμμισε, όχι μόνο ενεργειακή αλλά και γεωπολιτική υποδομή.
Η συζήτηση δεν θα μπορούσε να μην αγγίξει και τη διεθνή σκακιέρα. Η πιθανή επανεκλογή Τραμπ και η αναμενόμενη αλλαγή πλεύσης στην αμερικανική ενεργειακή πολιτική ενδέχεται να επιβραδύνουν την πράσινη μετάβαση, τουλάχιστον σε επίπεδο ομοσπονδιακών πρωτοβουλιών. «Η πολιτική στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής αλλάζει κάθε φορά που αλλάζει και ο ένοικος του Λευκού Οίκου», σημείωσε ο Τσακίρης. Παρά ταύτα, «η ανάγκη της πράσινης μετάβασης δεν είναι θέμα πολιτικής, είναι θέμα πραγματικότητας».
Η γεωπολιτική αποτύπωση του ενεργειακού ρόλου της Ελλάδας αναδεικνύεται έντονα μέσα από την παρουσία ενεργειακών κολοσσών όπως η ExxonMobil και η Chevron στα θαλάσσια τεμάχια νοτίως της Κρήτης. Ο Τσακίρης μίλησε για «ενάσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων» και «γεωπολιτική μοχλευση του ενδιαφέροντος», προσθέτοντας ότι «η παρουσία αυτών των εταιρειών είναι αποτρεπτική και έναντι της Τουρκίας και έναντι των φιλοτουρκικών δυνάμεων της Λιβύης».
Διαβάστε ακόμη