Οι πρώτες μέρες του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ ήταν έντονες λόγω των πρώτων εκτελεστικών διαταγμάτων του, τα οποία μονοπώλησαν το ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης. Ωστόσο, η κυβέρνησή του προχωρούσε παράλληλα και σε άλλες σημαντικές κινήσεις που αρχικά πέρασαν απαρατήρητες. Μία από αυτές ήταν η απόφαση του Υπουργείου Εσωτερικών, που υπεγράφη από τον ασκούντα καθήκοντα υπουργού, Γουόλτερ Κρουικσάνκ, να ανασταλεί προσωρινά η δυνατότητα των υπηρεσιών του να εκδίδουν άδειες για έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η απόφαση αυτή καλύπτει μισθώσεις, δικαιώματα διέλευσης, συμβάσεις και οποιεσδήποτε άλλες συμφωνίες που είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη τέτοιων έργων.
Ο περιορισμός αυτός έχει ισχύ 60 ημερών, κατά τις οποίες μόνο εννέα συγκεκριμένοι ανώτεροι αξιωματούχοι του υπουργείου έχουν το δικαίωμα να εγκρίνουν άδειες για αιολικά και ηλιακά έργα σε ομοσπονδιακή γη και ύδατα. Ωστόσο, είναι πιθανό να μην εκδοθούν πολλές, αν όχι καθόλου, εγκρίσεις κατά το διάστημα αυτό.
Σύμφωνα με ανάλυση της Wood Mackenzie, η απόφαση της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ να επιβραδύνει την ανάπτυξη των ΑΠΕ στη χώρα, αποτελεί αντιφατική κίνηση, δεδομένου του στόχου του Τραμπ για αύξηση της αμερικανικής ηλεκτροπαραγωγής, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες των κέντρων δεδομένων τεχνητής νοημοσύνης στις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση Τραμπ δίνει, πέραν κάθε αμφιβολίας, προτεραιότητα στην παραγωγή ενέργειας από ορυκτά καύσιμα και δευτερευόντως πυρηνική ενέργεια. Ωστόσο, ο «παροπλισμός» των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας περιορίζει ορισμένες από τις πιο άμεσα διαθέσιμες πηγές πρόσθετης ηλεκτρικής παραγωγής. Σήμερα, η αιολική και η ηλιακή ενέργεια, σε συνδυασμό με την αποθήκευση, αποτελούν τη μεγαλύτερη πηγή νέας ενεργειακής δυναμικότητας στις ΗΠΑ.
Όπως ανέφερε η NextEra Energy, νέα εργοστάσια φυσικού αερίου, εφόσον δεν είναι ήδη προγραμματισμένα, δεν πρόκειται να τεθούν σε λειτουργία πριν από το 2030. Αντίθετα, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και οι τεχνολογίες αποθήκευσης είναι ήδη διαθέσιμες και μπορούν να αναπτυχθούν άμεσα.
Γιατί ανησυχούν οι εταιρείες που αναπτύσσουν έργα ηλιακής ενέργειας στις ΗΠΑ
Ο μεγαλύτερος «πονοκέφαλος» αυτή τη στιγμή για την ηλιακή ενέργεια στις ΗΠΑ σχετίζεται με το μέλλον των φορολογικών κινήτρων για την παραγωγή και τις επενδύσεις (PTC και ITC), τα οποία ενισχύθηκαν και παρατάθηκαν με τον Νόμο για τη Μείωση του Πληθωρισμού (IRA) του 2022. Οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου επεξεργάζονται έναν νέο προϋπολογισμό, με ορισμένους να επιδιώκουν την ψήφιση σχετικού νομοσχεδίου τον Απρίλιο.
Ο Πρόεδρος Τραμπ επιδιώκει τόσο την ανανέωση των φορολογικών περικοπών που υιοθετήθηκαν κατά την πρώτη του θητεία – και οι οποίες λήγουν φέτος – όσο και πρόσθετες μειώσεις φόρων, συμπεριλαμβανομένης της προεκλογικής του δέσμευσης για μηδενική φορολογία στα φιλοδωρήματα, τις υπερωρίες και την Κοινωνική Ασφάλιση. Για να χρηματοδοτηθούν αυτές οι μειώσεις, οι Ρεπουμπλικανοί προτείνουν την πλήρη κατάργηση των φορολογικών ελαφρύνσεων του IRA για την καθαρή ενέργεια. Αν οι φορολογικές ελαφρύνσεις PTC και ITC καταργηθούν εξ ολοκλήρου, οι επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα μπορούσαν να δεχθούν σοβαρό πλήγμα. Αν και προς το παρόν κάτι τέτοιο φαντάζει απίθανο, εάν η κυβέρνηση επιδιώξει σκληρότερα μέτρα κατά των ανανεώσιμων πηγών, θα μπορούσε να παρατείνει το πάγωμα των αδειοδοτήσεων πέραν των αρχικών 60 ημερών.
Ωστόσο, η αναλύτρια Sylvia Leyva Martinez από την εταιρεία Wood Mackenzie επισημαίνει ότι κάτι τέτοιο θα ερχόταν σε αντίθεση με άλλους στόχους της διοίκησης Τραμπ. «Αν η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αυξηθεί σημαντικά, η βιομηχανία πρέπει να βρει τρόπους να καλύψει το κενό στην προσφορά. Και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι διαθέσιμες και οικονομικά αποδοτικές», αναφέρει, για να καταλήξει λέγοντας: «Δεν θα είχε νόημα να επιβληθούν νέοι περιορισμοί που θα καθυστερήσουν την αύξηση της δυναμικότητας των ανανεώσιμων πηγών».
Διαβάστε ακόμη