Κλειδί για την απεξάρτηση από τον άνθρακα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το πράσινο υδρογόνο, ειδικότερα σε τομείς που είναι δύσκολο να ηλεκτροδοτηθούν, όπως η βιομηχανία και οι μεταφορές. Ωστόσο, παρόλο που υπάρχουν μεγάλες φιλοδοξίες για την υιοθέτησή του, η υλοποίηση αυτών των έργων αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις, κυρίως λόγω του υψηλού κόστους και των επενδυτικών κινδύνων. Παρά την εκρηκτική αύξηση των ανακοινώσεων για νέα έργα και επιδοτήσεων, το χάσμα μεταξύ της φιλοδοξίας και της πραγματικότητας παραμένει τεράστιο. Αναλύοντας 190 έργα τα τελευταία τρία χρόνια, διαπιστώνεται ότι μόλις το 7% των ανακοινωθέντων έργων ολοκληρώθηκε εγκαίρως το 2023, σύμφωνα με το Nature Energy.

Παράλληλα, η πρόβλεψη για την υλοποίηση όλων αυτών των έργων έως το 2030 χωρίς την εισαγωγή μηχανισμών τιμολόγησης του άνθρακα, απαιτεί τεράστιες επιδοτήσεις, οι οποίες εκτιμώνται στα 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια -αν και το ποσό αυτό θα μπορούσε να μειωθεί σε 0,5 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ με την τιμολόγηση του άνθρακα- ποσό που ξεπερνά κατά πολύ τις τρέχουσες δεσμεύσεις. Μάλιστα οι απαιτούμενες ετήσιες επιδοτήσεις θα κορυφωθούν σε περίπου 90 δισ. δολάρια ΗΠΑ ετησίως τη δεκαετία του 2030 χωρίς την τιμολόγηση του άνθρακα.

Απαιτούνται περισσότερες επιδοτήσεις

Μέσω της ανάλυσης του Nature Energy γίνεται φανερό ότι υπάρχει ένα κενό εφαρμογής για το 2030, όπου οι απαιτούμενες επιδοτήσεις υπερβαίνουν κατά πολύ τις τρέχουσες ανακοινωθείσες επιδοτήσεις κατά πάνω από 300%. Ακόμα και με πλήρεις παγκόσμιες επιδοτήσεις, μόνο τα 61 GW του αγωγού έργων για το 2030 μπορούν να υποστηριχθούν. Αυτό υπογραμμίζει τη σημαντική αβεβαιότητα γύρω από τα έργα πράσινου υδρογόνου. Ωστόσο, ο όγκος των ανακοινωμένων έργων και η ανάγκη για αύξηση της παραγωγής πράσινου υδρογόνου, ειδικά για τη βιομηχανία χάλυβα και χημικών προϊόντων, καταδεικνύουν ότι παρά τις προκλήσεις, το πράσινο υδρογόνο παραμένει μια αναγκαία και πολλά υποσχόμενη λύση για την επίτευξη της πράσινης μετάβασης. Για αυτόν τον λόγο, περισσότερες από 40 κυβερνήσεις έχουν υιοθετήσει στρατηγικές για το υδρογόνο, με αξιοσημείωτα παραδείγματα τον νόμο των ΗΠΑ για τη μείωση του πληθωρισμού και την Τράπεζα Υδρογόνου της ΕΕ.

Οι μελλοντικές προοπτικές είναι κάπως πιο ελπιδοφόρες, καθώς οι ανακοινώσεις έργων υδρογόνου έχουν αυξηθεί από το 2024, ιδίως στην Ευρώπη, την Αυστραλία και την Κεντρική και Νότια Αμερική. Η απόσταση, όμως, μεταξύ των έργων που έχουν ανακοινωθεί και εκείνων που υποστηρίζονται από συγκεκριμένες πολιτικές συνεχίζει να αυξάνεται. Δεδομένων των εκτεταμένων ελλείψεων στην εφαρμογή του πράσινου υδρογόνου, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στις εφαρμογές όπου το υδρογόνο είναι απαραίτητο και να στηρίξουν τις απαραίτητες επενδύσεις για να αποφευχθούν παρατεταμένες ελλείψεις στον εφοδιασμό με το βιώσιμο αυτό καύσιμο.

Πράσινο υδρογόνο vs ορυκτά καύσιμα

Αξίζει σε αυτό το σημείο να αναφερθεί ότι, η ανάλυση της ανταγωνιστικότητας του πράσινου υδρογόνου αποκαλύπτει ένα σημαντικό και παρατεταμένο χάσμα κόστους μεταξύ των πράσινων προϊόντων και των αντίστοιχων προϊόντων με ορυκτά καύσιμα. Αυτό είναι πιο εμφανές στον ανταγωνισμό μεταξύ του πράσινου υδρογόνου και του φυσικού αερίου, καθώς και μεταξύ του πράσινου και του γκρίζου υδρογόνου. Το πράσινο υδρογόνο παραμένει σημαντικά ακριβότερο σε σύγκριση με το φυσικό αέριο και το γκρίζο υδρογόνο το 2024. Συγκεκριμένα, το κόστος του είναι περισσότερο από επτά φορές υψηλότερο από αυτό του φυσικού αερίου, με διαφορά 150 δολάρια ΗΠΑ/MWh, ενώ υπερβαίνει το γκρίζο υδρογόνο κατά 121 δολάρια ΗΠΑ/MWh, καθιστώντας το ακόμα οικονομικά μη ανταγωνιστικό σε πολλές εφαρμογές. Αυτό το χάσμα κόστους παραμένει ακόμη και όταν οι τιμές του πράσινου υδρογόνου μειώνονται, και δεν αναμένεται να γίνει ανταγωνιστικό με τα ορυκτά καύσιμα πριν από το 2050 περίπου, χωρίς την τιμολόγηση του άνθρακα.

Υπό μια φιλόδοξη πορεία των τιμών άνθρακα, το χάσμα κόστους του πράσινου υδρογόνου μειώνεται σταδιακά και γίνεται ανταγωνιστικό ως προς το γκρίζο υδρογόνο έως το 2034 και με το φυσικό αέριο έως το 2044. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και με την τιμολόγηση του άνθρακα, το πράσινο υδρογόνο και τα συνθετικά καύσιμα δεν θα φθάσουν πιθανότατα στην ισοτιμία κόστους με τους «ανταγωνιστές» ορυκτών καυσίμων μέχρι το 2050, και θα απαιτηθεί σημαντική πολιτική στήριξη για την τόνωση της ανάπτυξης.

Για να γεφυρωθούν αυτά τα κενά, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να συνδυάσουν τις επιδοτήσεις από την πλευρά της προσφοράς με πολιτικές από την πλευρά της ζήτησης που κατευθύνουν το υδρογόνο στις σημαντικότερες χρήσεις του, όπως ο καθορισμός υποχρεωτικών ποσοστώσεων υδρογόνου για τις βιομηχανίες. Επιπλέον, η σταδιακή στροφή προς λύσεις βασισμένες στην αγορά, υποστηριζόμενες από ισχυρή τιμολόγηση του άνθρακα, είναι απαραίτητη για να μειωθεί η εξάρτηση από τις επιδοτήσεις με την πάροδο του χρόνου και να διασφαλιστεί ότι το πράσινο υδρογόνο θα παραμείνει ανταγωνιστικό.

Διαβάστε ακόμη