«Θα αλλάξουμε το σύστημα των ανταποδοτικών, είναι σημαντικό να γίνει πιο άμεσο, να αφορά περισσότερο τον πολίτη», ανέφερε ο Θόδωρος Σκυλακάκης, υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μιλώντας στο 7th Athens Investment Forum, το οποίο διοργανώνει το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΤΕΕ) σε συνεργασία με την Vertical Solutions SA.
Πιο συγκεκριμένα τόνισε, ότι η κοινωνία κινδυνεύει να χάσει μια μεγάλη ευκαιρία αν παγιδευτεί στις δικές της ιδεοληψίες, λέγοντας πως «παλιά κανείς δεν είχε αρνηθεί ποτέ να έρθει ηλεκτρικό σπίτι του γιατί το δίκτυο δεν ήταν αισθητικά ωραίο, ενώ πλέον υπάρχει το φαινόμενο «όχι στη δική μου αυλή», σχετικά με την εγκατάσταση των ΑΠΕ. «Στην ουσία κινδυνεύουμε ως κοινωνία να χάσουμε μια μεγάλη ευκαιρία αν παγιδευτούμε στις δικές μας ιδεοληψίες», τόνισε και συνέχισε τονίζοντας πως ορισμένοι θεωρούν ότι η τοπική κοινωνία δεν έχει πολλά να κερδίσει από τις νέες εξελίξεις και ότι κάποιος άλλος θα επωφεληθεί οικονομικά από αυτές. Αυτή η νοοτροπία πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα, καθώς το μέλλον απαιτεί συλλογική προσέγγιση και συμμετοχή.
Ο κ. Σκυλακάκης επισήμανε ότι τα ανταποδοτικά δεν μπορούν να λύσουν από μόνα τους τα προβλήματα που προκύπτουν από την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών και τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Η κοινωνία πρέπει να κατανοήσει ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε – όπως η κλιματική κρίση, η πράσινη μετάβαση και το δημογραφικό – απαιτούν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, σοβαρότητα και μακροχρόνιες πολιτικές. Η σοβαρότητα και η σύνεση σε αυτόν τον τομέα έχουν πολύ μεγαλύτερη αξία από όλα τα ανταποδοτικά του κόσμου, είπε χαρακτηριστικά.
Ο υπουργός ανέφερε ότι το μέλλον της ενέργειας στην Ελλάδα θα εξαρτηθεί από την ταχεία ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), οι οποίες αποτελούν τη βασική λύση για τα ενεργειακά προβλήματα της χώρας. Παρά τα λάθη του παρελθόντος, κυρίως όσον αφορά το ύψος των επιδοτήσεων, η Ελλάδα έχει προχωρήσει ταχέως στην εγκατάσταση ΑΠΕ, γεγονός που έχει συμβάλει στο να μην αντιμετωπίσει τις αυξήσεις που παρατηρήθηκαν στα δικαιώματα CO2 και στο φυσικό αέριο από το 2020-21 μέχρι σήμερα. Το ποσοστό των ΑΠΕ στο ελληνικό ηλεκτρικό μείγμα ξεπερνά πλέον το 60%, ενώ η εγκατάσταση νέων ΑΠΕ συνεχίζεται με γοργούς ρυθμούς, με στόχο την προσθήκη άλλων 4-5 γιγαβάτ φωτοβολταϊκών και 1,5 γιγαβάτ αιολικών μέσα στα επόμενα τρία χρόνια.
Ο κ. Σκυλακάκης επισήμανε ότι το μέλλον θα είναι πιο απαιτητικό όσον αφορά την εγκατάσταση των ΑΠΕ, καθώς η ζήτηση ενέργειας δεν μπορεί να προβλεφθεί με την ίδια ακρίβεια όπως η προσφορά. Η Ελλάδα, όμως, είναι από τις πρώτες χώρες που αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις της νέας εποχής «Πρέπει να χτίσουμε και χτίζουμε μεγάλες διασυνδέσεις με όλη την ευρύτερη περιοχή για να μπορέσει το σύστημα μας να μειώσει τη στοχαστικότητα των ΑΠΕ», είπε χαρακτηριστικά. Ο ίδιος τόνισε τη σημασία της ποιότητας του ενεργειακού μείγματος, καθώς με βάση αυτήν θα μπορούν να σχεδιαστούν μεγάλες βιομηχανικές επενδύσεις. Στηρίζοντας τις βιομηχανικές επενδύσεις σε ένα μείγμα ενέργειας που θα περιλαμβάνει φωτοβολταϊκά, αιολικά, μπαταρίες και υδροηλεκτρικά, η χώρα μπορεί να γίνει κέντρο παραγωγής και διανομής πράσινης ενέργειας, είπε.
Συνέχισε λέγοντας πως η ανάγκη για επενδύσεις στις ΑΠΕ είναι κρίσιμη, καθώς η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει εθνική ενεργειακή ανεξαρτησία, κάτι που δεν είχε ποτέ στο παρελθόν. Επίσης, η φθηνή και άφθονη ενέργεια μπορεί να προσελκύσει νέες βιομηχανικές και αγροτικές επενδύσεις, καθώς και τομέα υψηλής τεχνολογίας όπως τα data centers,τα οποία απαιτούν τεράστιες ποσότητες ενέργειας, ενώ παράλληλα μπορούν να αξιοποιούν τη θερμική ενέργεια για θερμοκήπια και άλλες εφαρμογές.
Το όραμα, όπως υποστήριξε ο κ. Σκυλακάκης, είναι ρεαλιστικό, αλλά απαιτεί μεγάλες επενδύσεις και μια συλλογική κατανόηση των πλεονεκτημάτων που προσφέρουν οι ΑΠΕ, καθώς και των νέων φαινομένων που δεν υπήρχαν στο παρελθόν. Όλα αυτά, προσέθεσε, έχουν τεράστια αξία για την ελληνική οικονομία, αφού μπορούν να συμβάλλουν στην εθνική ενεργειακή ανεξαρτησία, στην ανάπτυξη βιομηχανικών και αγροτικών επενδύσεων και στην αλλαγή του μακροοικονομικού προφίλ της χώρας.
Η ανακοίνωση του ΥΠΕΝ
«Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αποτελούν την ισχυρή και κυρίαρχη διέξοδο για τη λύση των ενεργειακών μας προβλημάτων» υπογράμμισε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, στο πλαίσιο του “7th Athens Investment Forum”, με θέμα: «Η Ελλάδα ως σταθερός αναπτυξιακός πυλώνας της Νοτιοανατολικής Ευρώπης», που πραγματοποιείται σήμερα (5/11), στο Μέγαρο Μουσικής.
Ο Υπουργός υπογράμμισε πως, καθώς η τεχνολογία εξελίσσεται, οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) είναι -με διαφορά- ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να παράγει κανείς ενέργεια.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, ως πρωτοπόρος στον τομέα των ΑΠΕ, όπως για παράδειγμα στο γεγονός ότι η ζήτηση δεν μπορεί να προβλεφθεί με την ίδια ακρίβεια που μπορεί να προβλεφθεί η προσφορά. Παρέθεσε, μάλιστα, και τις ενέργειες-λύσεις που σχεδιάζει και λαμβάνει η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου για να ανταπεξέλθει σε αυτό το απαιτητικό εγχείρημα, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι μεγάλες, διεθνείς ηλεκτρικές διασυνδέσεις, η ενθάρρυνση των επενδύσεων, κ.ά.
Αναλυτικά η ομιλία του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας:
«Ευχαριστώ πολύ για την ευκαιρία να τοποθετηθώ για τα ενεργειακά ζητήματα, σε μία ημέρα που είναι πολύ σημαντική για όλον τον πλανήτη, διότι είναι προφανές, ότι η ενεργειακή πολιτική, ανάλογα από το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, μπορεί να πάρει διαφορετικές κατευθύνσεις.
Το σίγουρο είναι ότι, όποια κατεύθυνση και να πάρει, η “επανάσταση” των ΑΠΕ δεν πρόκειται να γυρίσει πίσω. Οι ΑΠΕ, καθώς η τεχνολογία εξελίσσεται, είναι πια -με διαφορά- ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να παράγει κανείς ενέργεια. Ακόμη και στις περιπτώσεις που δεν λαμβάνουμε υπόψη το τεράστιο κόστος των κλιματικών καταστροφών. Προφανώς, όμως, ο πλανήτης δεν έχει την πολυτέλεια να μην λαμβάνει υπόψη το τεράστιο κόστος των κλιματικών καταστροφών. Όποιος έχει αμφιβολίες, κάθε 10-20 ημέρες, μία καινούρια καταστροφή θα έρχεται, σε πλανητικό επίπεδο, να μας το θυμίζει. Η πιο πρόσφατη ήταν στην Βαλένθια στην Ισπανία. Συνεπώς, αυτό “το ποτάμι δεν πρόκειται να γυρίσει πίσω”. Και η Ελλάδα σχεδιάζει και υλοποιεί μία πολιτική με αυτό το δεδομένο: Ότι, δηλαδή, οι ΑΠΕ αποτελούν την ισχυρή και κυρίαρχη διέξοδο για τη λύση των ενεργειακών μας προβλημάτων.
Ειδικά στην Ελλάδα, έχουμε πετύχει να έχουμε προχωρήσει -με πολύ μεγάλη ταχύτητα- στην εγκατάσταση των ΑΠΕ, παρά τα λάθη του παρελθόντος, κυρίως σε ό,τι αφορά στο ύψος των επιδοτήσεων, τα οποία προσπαθούμε να αποφύγουμε για το μέλλον, αλλά και με αποτελέσματα που μας έχουν, ήδη, επιτρέψει να μην έχουμε τις τεράστιες αυξήσεις που θα είχαμε, αν υπολογίσουμε την αύξηση στα δικαιώματα CO2, που τριπλασιάστηκαν, από το χρονικό διάστημα 2020-2021, σε σχέση με σήμερα και τις αυξήσεις στο φυσικό αέριο, που υπερδιπλασιάστηκε από 2020-2021, μέχρι σήμερα. Και αυτό, διότι πλέον στο ηλεκτρικό μας μείγμα έχουμε πάνω από 60% ΑΠΕ.
Το μέλλον, όμως, που έρχεται θα είναι πολύ πιο ενδιαφέρον και δύσκολο ταυτόχρονα, σε σχέση με την εγκατάσταση των ΑΠΕ. Αυτό συμβαίνει, διότι σήμερα έχουμε ΑΠΕ, που στα φωτοβολταϊκά είναι λίγο πάνω από 8GW και στα αιολικά είναι πάνω από 5GW. Είμαστε, δηλαδή, κοντά στα 14GW. Και μπροστά μας, μέσα στα επόμενα 3 χρόνια, έχουμε -με ασφάλεια- ακόμη 4-5GW φωτοβολταϊκών και ακόμη 1,5GW αιολικών. Αυτό πρακτικά σημαίνει, πως αν η μέση ζήτησή μας είναι 6GW και 10,5GW η μέγιστη, θα εισέλθουμε σε περιόδους, που αν δεν υπάρχουν επενδύσεις σε μπαταρίες, θα έχουμε υπερβάλλουσα ενέργεια -που σημαίνει και περικοπές, και πολλές ώρες μηδενικών τιμών. Αυτό είναι το μέλλον, που έρχεται.
Η Ελλάδα, λοιπόν, είναι μία από τις πρώτες χώρες που, καθώς προχωράει πιο γρήγορα από τις άλλες, αντιμετωπίζει τα προβλήματα της νέας εποχής. Ένα από αυτά είναι πως η ζήτηση δεν μπορεί να προβλεφθεί με την ίδια ακρίβεια που μπορεί να προβλεφθεί η προσφορά. Στην τελευταία, οι επενδύσεις έχουν χρόνο υλοποίησης. Ξέρεις πόσες επενδύσεις θα έχεις για την επόμενη διετία, για παράδειγμα. Μπορείς να έχεις καλύτερη εικόνα. Στη ζήτηση, όμως, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα. Για παράδειγμα, η ηλεκτροκίνηση προχωράει πολύ πιο αργά. Η υποκατάσταση της θέρμανσης με αντλίες θερμότητας προχωράει πιο αργά, από ό,τι προέβλεπαν τα σχέδια σε όλη την Ευρώπη.
Τί σημαίνει αυτό για εμάς; Σημαίνει, καταρχάς, πως πρέπει να χτίσουμε -και αυτό κάνουμε- μεγάλες διασυνδέσεις με την ευρύτερη περιοχή, για να μπορέσει το σύστημά μας, να μειώσει την εγγενή στοχαστικότητα των ΑΠΕ.
Ταυτόχρονα ενθαρρύνουμε επενδύσεις, όπως για παράδειγμα το καλώδιο της Αιγύπτου, που φέρνοντάς μας αιολικά, αλλάζει την ποιότητα του μείγματος, το οποίο θα έχουμε. Διότι στο μελλοντικό, ενεργειακό σύστημα, δεν είναι η ποσότητα που θα έχει σημασία. Πολύ μεγαλύτερη σημασία θα έχει η ποιότητα του μείγματος που θα έχουμε. Και αυτό, διότι με βάση την ποιότητα του μείγματος, μπορούμε να σχεδιάσουμε και μεγάλες βιομηχανικές επενδύσεις.
Μεγάλες βιομηχανικές επενδύσεις στηριγμένες μόνο σε φωτοβολταϊκά είναι ανέφικτες, διότι χωρίς μπαταρία έχουν capacity factor 15% του χρόνου. Αν, όμως, μπορείς να συνδυάσεις φωτοβολταϊκά, αιολικά δικά σου, αιολικά από άλλες περιοχές που έχουν άλλα ανεμολογικά χαρακτηριστικά και μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά: μπαταρίες, υδροηλεκτρικά και μεγάλες διασυνδέσεις, τότε μπορείς, πράγματι, να γίνεις ένα κέντρο (hub) παραγωγής και διανομής πράσινης ενέργειας. Και κοντά να σχεδιάσεις και τις μεγάλες βιομηχανικές επενδύσεις, οι οποίες καθίστανται δυνατές, όταν έχεις αυτού του είδους τους συνδυασμούς. Και δεν είναι μόνο βιομηχανικές επενδύσεις. Ένα παράδειγμα δυνατότητας που ανοίγεται όταν έχεις άφθονη και φθηνή ενέργεια είναι ότι μπορείς να προσελκύσεις data center. Αυτό που κάνουν τα data center είναι ότι έχουν τεράστια κατανάλωση ενέργειας και το υποπροϊόν τους είναι η θερμική ενέργεια. Εκεί, μπορούν να τοποθετηθούν δίπλα θερμοκήπια, για να αξιοποιήσουν τη θερμική ενέργεια. Να αξιοποιήσεις, δηλαδή, σε ένα μελλοντικό σύστημα πλήρως όλη αυτή την αλυσίδα, που έχει πολύ μεγάλη αξία για την οικονομία. Σε οδηγεί σε εθνική, ενεργειακή ανεξαρτησία. Κάτι που δεν είχε ποτέ η Ελλάδα, διότι μπορείς να υποκαταστήσεις τις μεγάλες εισαγωγές ενέργειας που κάνεις, με την μορφή πετρελαίου και φυσικού αερίου, με τη δική σου παραγωγή. Δεύτερον, μπορείς να χτίσεις βιομηχανικές ή ακόμη και αγροτικές επενδύσεις στη βάση αυτής της άφθονης και φθηνής ενέργειας. Και με αυτόν τον τρόπο, να αποκτήσεις ένα νέο, οικονομικό προφίλ, να αλλάξεις το μακροοικονομικό προφίλ της χώρας. Αυτό είναι το όραμα, το οποίο προσπαθούμε να υλοποιήσουμε και είναι τελείως ρεαλιστικό. Χρειάζεται μεγάλες επενδύσεις και χρειάζεται να καταλάβουμε τα πλεονεκτήματα που υπάρχουν και να αντιμετωπίσουμε το καινούριο φαινόμενο, το λεγόμενο «όχι στη δική μου αυλή» το οποίο έχει παρουσιαστεί τα τελευταία χρόνια.
Είναι λίγο παράδοξο. Στο παρελθόν, κανένας δεν είχε αρνηθεί ποτέ να έρθει ηλεκτρικό στο σπίτι του, διότι το δίκτυο είχε οπτική όχληση, διότι είχε κολώνες, οι οποίες κατά γενική ομολογία είναι άσχημο πράγμα, κατά βάση ασχημότερες από τις ανεμογεννήτριες. Τις βλέπουμε δίπλα από τα σπίτια μας, στα ωραιότερα νησιά, στα ωραιότερα μέρη. Έχουμε εκατομμύρια μικρές, μεσαίες, μεγάλες κολώνες, οι οποίες έχουν 100 φορές μεγαλύτερη οπτική όχληση, από ότι θα έχουν όλες οι ανεμογεννήτριες που μπορεί να περιλαμβάνει το ΕΣΕΚ, μέχρι το 2050. Το λέω αυτό, διότι στην ουσία κινδυνεύουμε ως κοινωνία να χάσουμε μία τεράστια ευκαιρία, αν παγιδευτούμε στις δικές μας ιδεοληψίες, οι οποίες ξεκινούν κατά βάση από το συναίσθημα ότι η τοπική κοινωνία δεν έχει να κερδίσει από αυτό που έρχεται και ότι κάποιος άλλος θα βγάλει χρήματα. Αυτό πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Θα αλλάξουμε το σύστημα των ανταποδοτικών προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι σημαντικό να αλλάξει. Να γίνει πολύ πιο άμεσο, να αφορά πολύ περισσότερο τον πολίτη.
Ωστόσο, δεν μπορούν μόνο τα ανταποδοτικά να λύσουν το πρόβλημα της αποδοχής της καινούριας τεχνολογίας και των μεταρρυθμίσεων. Πρέπει ως κοινωνία να καταλάβουμε ότι μπροστά μας έχουμε πολύ μεγάλα προβλήματα. Η κλιματική κρίση, η πράσινη μετάβαση, η δημοσιονομική πειθαρχία, το δημογραφικό. Όλα αυτά μαζί απαιτούν πολύ μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, σοβαρότητα και μακροχρόνιες πολιτικές. Και αυτή η σοβαρότητα και η σύνεση έχει 100 φορές μεγαλύτερη αξία, από όλα τα ανταποδοτικά του κόσμου. Σας ευχαριστώ!»
Διαβάστε ακόμη