Τη μετατροπή της επιδότησης της ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε στήριξη του κόστους επένδυσης και έπειτα σε πλήρη ενσωμάτωσή τους στην αγορά, αποφάσισε η κυβέρνηση του τρικομματικού συνασπισμού (Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι, Φιλελεύθεροι) στη Γερμανία την περασμένη Παρασκευή (05.07.24).
Μ’ άλλα λόγια, η γερμανική κυβέρνηση θέλει να αναδιοργανώσει εκ βάθρων την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ).
«Στόχος είναι να μετατραπεί η επέκταση των νέων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε στήριξη του κόστους επένδυσης», σύμφωνα με το ψήφισμα που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της κυβερνητικής συμφωνίας για τον προϋπολογισμό.
Αργότερα, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην επέκταση χωρίς επιδοτήσεις και στην πλήρη ενσωμάτωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην αγορά.
Δεν είναι σαφές από το κείμενο του ψηφίσματος πότε ακριβώς θα τεθεί σε ισχύ η μετάβαση, επισημαίνει ο γερμανικός τύπος.
Ο υπουργός για το κλίμα Ρόμπερτ Χάμπεκ ανακοίνωσε σε επιστολή του προς τους συναδέλφους του κόμματος (Πράσινοι) πως «θα δοκιμάσουμε τώρα διάφορα μοντέλα για τον σκοπό αυτό». Η βιομηχανία επέκρινε αμέσως τα σχέδια, ενώ και οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) εξέφρασαν σκεπτικισμό. Οι Φιλελεύθεροι (FDP), από την άλλη πλευρά, εξήρε το σχέδιο.
«Η σχεδιαζόμενη μετατροπή των επιδοτήσεων για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε κόστος επένδυσης είναι μια πραγματική επανάσταση στην ενεργειακή πολιτική», δήλωσε ο αναπληρωτής επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του FDP, Λούκας Κέλερ (Lukas Köhler), στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters.
«Αντί να εγγυάται κρατικά υποστηριζόμενες τιμές για 20 χρόνια, στο μέλλον θα επιδοτείται μόνο η κατασκευή νέων μονάδων, ενώ η αμοιβή της ηλεκτρικής ενέργειας θα ρυθμίζεται εξ ολοκλήρου από την αγορά».
Η μεταστροφή της επέκτασης σε επενδυτικές επιδοτήσεις θα αποτελούσε αχαρτογράφητο έδαφος στη Γερμανία.
Από την εισαγωγή του νόμου για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (EEG) το 2000, οι ηλιακές, αιολικές και βιοαερίου μονάδες ηλεκτροπαραγωγής επιδοτούνται σύμφωνα με ένα διαφορετικό σύστημα: Ο φορέας εκμετάλλευσης λαμβάνει εγγυημένη τιμή αγοράς – συνήθως για 20 χρόνια – για την πράσινη ηλεκτρική ενέργεια που διοχετεύει στο δίκτυο.
Ο υπολογισμός για την κατασκευή της μονάδας βασίζεται σε αυτό. Συνήθως λαμβάνουν ευνοϊκά δάνεια από τις τράπεζες, καθώς η εγγυημένη τιμή αγοράς προσφέρει ασφάλεια. Κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, η Γερμανία παρήγαγε το 58% της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας από αυτές τις μονάδες.
Ο τομέας των ΑΠΕ προειδοποιεί κατά των πειραματισμών
Η εμπειρογνώμονας του SPD σε θέματα ενέργειας Νίνα Σίρ (Nina Scheer) ήταν επιφυλακτική, λέγοντας πως «οι όροι-πλαίσιο για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν πρέπει να περιοριστούν στην εγγυητική τους λειτουργία υπέρ των επενδύσεων και της ταχύτερης επέκτασης», δήλωσε στο Reuters.
«Οτιδήποτε άλλο θα έθετε σε κίνδυνο τόσο τους στόχους για το κλίμα και την ενεργειακή μετάβαση όσο και την οικονομική προσιτότητα της ενέργειας», συμπλήρωσε η ίδια.
Η Γερμανική Ομοσπονδία Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας εξήγησε ότι πάντα προειδοποιούσε κατά της σκληρής αλλαγής των μέσων.
«Το πείραμα μιας ριζικής αλλαγής στις επιδοτήσεις του κόστους επένδυσης κρύβει τον κίνδυνο αβεβαιότητας της αγοράς και συγκράτησης των επενδύσεων, γεγονός που θα μπορούσε να θέσει σε μαζικό κίνδυνο τους φιλόδοξους στόχους επέκτασης», δήλωσε η διευθύνουσα σύμβουλος της Γερμανική Ομοσπονδία Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, Σιμόν Πίτερ (Simone Peter). «Ως εκ τούτου, είμαστε υπέρ της διατήρησης του δοκιμασμένου συστήματος στήριξης», τόνισε.
Ειδικά το FDP επικρίνει εδώ και καιρό το γεγονός ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα είναι ούτως ή άλλως σχεδόν μόνες τους στην αγορά ενέργειας σε 20 χρόνια, καθώς ο άνθρακας και το φυσικό αέριο δεν θα επιτρέπεται πλέον να χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της κλιματικής ουδετερότητας που συμφωνήθηκε για το 2045.
Επομένως, η στήριξη αυτή είναι ανούσια. Ανάλογα με την τιμή αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας, η επιδότηση των υφιστάμενων μονάδων εκτιμάται ότι θα κοστίσει περίπου 17 δισεκατομμύρια ευρώ το 2025.
Κατά συνέπεια, η γερμανική κυβέρνηση του τρικομματικού συνασπισμού θέλει να στραφεί σε εφάπαξ επιδοτήσεις για την κατασκευή των μονάδων.
Οι φορείς εκμετάλλευσης θα πρέπει στη συνέχεια να πωλούν την ηλεκτρική τους ενέργεια στην αγορά με βάση τους δικούς τους υπολογισμούς και, ως εκ τούτου, να φέρουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο.
«Αυτό θα διασφαλίσει ότι η επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει νόημα σε μια οικονομία της αγοράς και δεν πραγματοποιείται πλέον εντελώς τυχαία με τρομακτικό κόστος, επειδή το κράτος εγγυάται την απόδοση μακροπρόθεσμα», δήλωσε ο αναπληρωτής επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του FDP, Κέλερ.
«Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγουμε τα λανθασμένα κίνητρα και ανατρέπουμε την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας». Όταν πραγματοποιηθεί η σταδιακή κατάργηση του άνθρακα, την οποία η κυβέρνηση του τρικομματικού συνασπισμού στη Γερμανία επιδιώκει «ιδανικά» το 2030, η επιδότηση θα λήξει τότε εντελώς.
Διαβάστε ακόμη