Οι επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια σημειώνουν έκρηξη, με τον γενικό γραμματέα του ΥΠΕΝ, Αριστοτέλη Αϊβαλιώτη να αναφέρει από το βήμα του 2ου Hydrogen & Green Gases Forum πως στην ελληνική αγορά εξακολουθεί να παρατηρείται τεράστιο ενδιαφέρον για ΑΠΕ. Η Ελλάδα, όπως σχολίασε, είναι πίσω στο υδρογόνο, αλλά το ίδιο ισχύει και για τις πιο φιλόδοξες χώρες. «Είναι πάντως κομμάτι του μέλλοντος που πρέπει να σχεδιάσουμε από τώρα. Ολοκληρώνουμε το ρυθμιστικό πλαίσιο και το αδειοδοτικό καθεστώς, τα οποία σχεδιάζεται να είναι έτοιμα το β’ εξάμηνο 2024. Υπάρχει ήδη ένα προσχέδιο. Σίγουρα δεν θέλουμε αντίστοιχα υπερβολικά φαινόμενα με την πρώτη γενιά των ΑΠΕ», κατέληξε.

Η αδειοδοτική και ρυθμιστική διάσταση είναι από τις μεγαλύτερες αδυναμίες της ελληνικής αγοράς όπως σημείωσαν άνθρωποι της αγοράς. «Το ερώτημα είναι κατά πόσο ο μεγάλος αριθμός πολιτικών σε επίπεδο Ε.Ε. θα μπορέσουν να εισαχθούν με τη δημιουργία των αντίστοιχων δομών. Υπάρχει αργοπορία στην υιοθέτηση οδηγιών και αυτό επηρεάζει τις επενδύσεις», υποστήριξε ο Γιώργος Δασκαλάκης, επικεφαλής του τομέα τεχνολογίας της Motor Oil. Το αδειοδοτικό είναι το βασικό πρόβλημα στην ανάπτυξη του βιοαερίου στη χώρα μας, εκτιμά η Μαρία Δρούγα, υπεύθυνη τμήματος βιοαερίου της Kiefer.

Πάντως, όπως σχολιάζει ο Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος, Διευθύνων Σύμβουλος της Hellenic Hydrogen η επένδυση στο υδρογόνο δεν είναι μόνο η παραγωγή αλλά και η κατανάλωση. «Αυτό είναι το μεγάλο ζήτημα στην Ελλάδα. Αν το δούμε σαν πρώτη ύλη για εναλλακτικά καύσιμα, που έχουμε μεγαλύτερη τεχνογνωσία για παράδειγμα από τα διυλιστήρια, αυτό το κομμάτι της αγοράς είναι πιο ώριμο. Το “North-1 Project” ωριμάζει, τεχνικά, έχοντας και τη βοήθεια ξένων οίκων. Επίσης αδειοδοτικά, με τις προκλήσεις που έχει, καθώς είναι η πρώτη τέτοια μονάδα στην Ελλάδα. Και χρηματοδοτικά, αναμένουμε τα αντίστοιχα εργαλεία», σημείωσε σχετικά. «Εμείς βλέπουμε την αγορά σε φάσεις και αυτό το ευνοεί το υδρογόνο. Η αρχική μας επένδυση στο Αμύνταιο μιλάει για 50 MW ηλεκτρόλυσης, δηλαδή περίπου 50.000 τόνους. Ταυτόχρονα συζητάμε με τον ΔΕΣΦΑ τη διοχέτευση αυτού του υδρογόνου σε Hydrogen ready αγωγούς, όπως αυτόν της Δ. Μακεδονίας», πρόσθεσε στη συνέχεια. «Χρειάζεται να σκεφτόμαστε βήμα βήμα τις επενδύσεις για να φτάσουμε στα 300 MW του ΕΣΕΚ. Το βασικό είναι πως θα διαχειριστούμε την πράσινη ενέργεια και πως θα καταστεί φθηνή», κατέληξε.

Στην ετοιμότητα του δικτύου και στις επενδυτικές ανάγκες για την μεταφορά υδρογόνου αναφέρθηκε ο κ. Νίκος Κατσής, Ανώτατος Διευθυντής Διαχείρισης Υποδομών του ΔΕΣΦΑ. Όπως σημείωσε, όλοι οι αγωγοί κατασκευάζονται με 100% ετοιμότητα για μεταφορά και διανομή υδρογόνου και το ίδιο συμβαίνει και με τις εγκαταστάσεις και τους σταθμούς. «Θα χρησιμοποιήσουμε αγωγούς για να δομήσουμε το πρώτο μέρος της ραχοκοκαλιάς υδρογόνου της Ευρώπης», σημείωσε ενώ όσον αφορά στο υπάρχον δίκτυο, τόνισε ότι ο Διαχειριστής δουλεύει το κομμάτι του blending. Στο πλαίσιο αυτό έχει εκπονήσει μελέτη ετοιμότητας υδρογόνου και εντόπισε τις αλλαγές για να πάει στο 2%, το 5% και το 10% και όπως σημείωσε ο κ. Κατσής, τα capex δεν είναι μεγάλα γιατί το σύστημα είναι αρκετά καινούριο ως δίκτυο διανομής.

Στα σκαριά και τα πρώτα έργα αποθήκευσης CO2

Στην ανάπτυξη του project IFESTOS της TITAN, αναφέρθηκε ο Άρης Τσικούρας, Group Decarbonization Strategy Director του Ομίλου. «Η τσιμεντοβιομηχανία δεν μπορεί να απαλλαγεί από το 60-70% του CO2 που παράγει, ό,τι και να κάνει. Γι’ αυτό το CCS είναι πολύ κρίσιμο για τον κλάδο», τόνισε αρχικά. Αναφερόμενος στο έργο που αναπτύσσει ο όμιλος, σημείωσε: «Στον Τιτάνα έχουμε πολύ φιλόδοξους στόχους μείωσης του ανθρακικού αποτυπώματος, στο 30% μέχρι το 2030, για να φτάσουμε στο net zero έως το 2050. Υλοποιούμε αυτό το έργο στο Καμάρι, όπου θα δεσμεύεται, θα μεταφέρεται και θα αποθηκεύεται στον Πρίνο. Ο IFESTOS έχει λάβει χρηματοδότηση από το Innovation fund και ωριμάζουμε το έργο από τεχνολογική, ρυθμιστική και χρηματοδοτική πλευρά».

Αντίστοιχα, το έργο Πρίνος CCS που προκρίνει ο ΔΕΣΦΑ συνιστά υποσχόμενο τρόπο να προχωρήσει στη χώρα μας η συγκεκριμένη τεχνολογία με μείωση του κόστους της, όπως τόνισε η διευθύνουσα σύμβουλος του ομίλου Μαρία Ρίτα Γκάλι.  Όπως σημείωσε, η Αττική εκπέμπει 9 εκατ. τόνους CO2 ετησίως και η δέσμευση ποσοτήτων με οικονομικό κόστος είναι εξόχως σημαντική. Η Ελλάδα έχει προβάδισμα σε αυτούς τους τομείς, όμως ένα κρίσιμο στοιχείο είναι μια ενοποιημένη υποδομή.

Διαβάστε ακόμη