Η φιλόδοξη ώθηση της Ευρώπης προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συνάντησε ένα αναπάντεχο εμπόδιο στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες. Ενώ η ηλιοφάνεια που σκεπάζει τα φωτοβολταϊκά πάρκα και οι ισχυροί άνεμοι που «μαστιγώνουν» τις ανεμογεννήτριες παράγουν ποσότητες ρεκόρ καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας, αυτή η αφθονία δημιουργεί ένα απροσδόκητο πρόβλημα: αρνητικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και περικοπές παραγωγής σε μονάδες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Στην Ελλάδα, όπως δήλωσε πριν από λίγες ημέρες ο συνιδρυτής της δεξαμενής σκέψης «The Green Tank» Νίκος Μάντζαρης, οι περικοπές ΑΠΕ για το πρώτο τετράμηνο του 2024 να είναι περισσότερες απ’ αυτές ολόκληρου του 2023, εξέλιξη που δείχνει πως η Ελλάδα πρέπει να επενδύσει άμεσα σε πολυδιάστατες υποδομές αποθήκευσης ενέργειας.
Ο κ. Μάντζαρης είχε προσθέσει πως η μετατόπιση του λεγόμενου νυκτερινού τιμολογίου τις μεσημεριανές ώρες, όπως και η μαζική εγκατάσταση έξυπνων μετρητών, θα δημιουργήσουν κίνητρα για την αύξηση της κατανάλωσης τις ώρες που κορυφώνεται η φθηνή παραγωγή από ΑΠΕ. Ωστόσο, δεν αποτελεί πανάκεια για να αντιμετωπιστεί το μεγάλο πρόβλημα των περικοπών ΑΠΕ που ζημιώνει τους καταναλωτές, καθώς τους στερεί τη φθηνότερη πηγή ηλεκτροπαραγωγής, ενώ ενισχύει την κατανάλωση ορυκτού αερίου. Όμως για να υπάρξει ουσιαστική επίλυση του προβλήματος αρνητικών τιμών και περικοπών είναι απολύτως απαραίτητα τα έργα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, όπως οι μπαταρίες και η αντλησιοταμίευση (τα οποία προβλέπει και το ΕΣΕΚ), καθώς επίσης και η αύξηση της ζήτησης -χωρίς αύξηση της σπατάλης- μέσω του εξηλεκτρισμού των κτιρίων και την ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης.
Σύμφωνα με το Bloomberg, οι αρνητικές τιμές μπορεί να φαντάζουν ως νίκη για κάποιους καταναλωτές, οι οποίοι μπορούν να δουν τους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας να πέφτουν κατακόρυφα ή ακόμη και να λαμβάνουν πληρωμές για τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας σε περιόδους αιχμής της παραγωγής. Ωστόσο, αυτή η φαινομενικά θετική εξέλιξη ρίχνει μια σκιά στο μέλλον των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Στο ίδιο δημοσίευμα τονίζεται πως υπάρχει ζήτημα με τον τεράστιο όγκο πράσινης ενέργειας που κατακλύζει το δίκτυο. Με περισσότερη ηλιακή και αιολική ενέργεια από όση είναι η άμεση ζήτηση, οι τιμές πέφτουν κατακόρυφα κάτω από το μηδέν. Αυτό δημιουργεί αντικίνητρο για τις εταιρείες να επενδύσουν στην κατασκευή νέων έργων ανανεώσιμης ενέργειας. Γιατί να επενδύσει κανείς σε ένα φωτοβοτλαϊκό πάρκο, αν δεν αποζημιωθεί καν για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγει;
Σύμφωνα με τον οργανισμό των ρυθμιστών της ενεργειακής αγοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γνωστό ως ACER, η εμφάνιση αρνητικών τιμών χονδρικής αυξήθηκε κατά δώδεκα φορές πέρυσι. Μια έκθεση του οργανισμού από τον Μάρτιο έκανε λόγο για «έκρηξη», με τον μεγαλύτερο αριθμό περιπτώσεων στη Σκανδιναβία. Η Γερμανία, η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, είχε πέρυσι περίπου 300 ώρες με τιμές κάτω του μηδενός. Αυτό μπορεί να διπλασιαστεί το 2024, σύμφωνα με την εταιρεία ενεργειακών αναλύσεων EnAppSys Ltd. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο αριθμός των αρνητικών ωρών θα πενταπλασιαστεί μέχρι το 2027 και θα ξεπεράσει τις 1.000, δήλωσε ο σύμβουλος του κλάδου Modo Energy.
Το κλειδί βρίσκεται στην αποθήκευση ενέργειας
Η απάντηση θα μπορούσε να βρίσκεται στην αποθήκευση μπαταριών. Με την κατασκευή συστημάτων μπαταριών μεγάλης κλίμακας, η Ελλάδα θα μπορούσε να δεσμεύσει αυτή την περίσσεια ανανεώσιμης ενέργειας κατά τη διάρκεια των περιόδων αιχμής της παραγωγής και να την επιστρέψει στο δίκτυο όταν η ζήτηση είναι υψηλή. Αυτό όχι μόνο θα σταθεροποιούσε το δίκτυο και θα απέτρεπε αρνητικές τιμές, αλλά θα εξασφάλιζε ότι η χώρα θα μπορούσε να μεγιστοποιήσει τη χρήση των καθαρών ενεργειακών πόρων της.
Δυστυχώς, η λύση αυτή δεν θα είναι μια γρήγορη λύση. Οι ειδικοί προβλέπουν ότι η τάση των αρνητικών τιμών θα συνεχιστεί στην Ευρώπη πιθανότατα μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030, οπότε οι εξελίξεις στην τεχνολογία των μπαταριών θα πρέπει να επιτρέψουν πιο ισχυρά συστήματα αποθήκευσης ενέργειας.
Εν τω μεταξύ, ορισμένοι καταναλωτές εκμεταλλεύονται την κατάσταση. Οι εταιρείες προσφέρουν προγράμματα που επιτρέπουν στους πελάτες να προσαρμόζουν τις συνήθειες κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας ώστε να συμπίπτουν με τις περιόδους αρνητικών τιμών. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη φόρτιση ηλεκτρικών οχημάτων ή τη λειτουργία συσκευών κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων.
Παρόλο που η Ελλάδα δεν είναι η μόνη που αντιμετωπίζει αυτή την πρόκληση – χώρες όπως η Αυστραλία και η Καλιφόρνια βιώνουν παρόμοιες καταστάσεις – αναδεικνύει τις πολύπλοκες προκλήσεις που συνεπάγεται η μετάβαση σε ένα πλήρως ανανεώσιμο ενεργειακό μέλλον. Η εξεύρεση καινοτόμων λύσεων για την αποθήκευση ενέργειας και τη διαχείριση του δικτύου θα είναι ζωτικής σημασίας για τα ευρωπαϊκά έθνη ώστε να πλοηγηθούν σε αυτό το αχαρτογράφητο έδαφος και να εξασφαλίσουν ένα βιώσιμο ενεργειακό μέλλον.
Διαβάστε ακόμη