Άσκηση για δυνατούς λύτες αποτελεί ο μετασχηματισμός της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα. Τα προβλήματα που δημιουργεί η πλεονάζουσα ενέργεια από τις Ανανεώσιμες Πηγές σε συγκερασμό με την έλλειψη αποθήκευσης και τις λιγοστές επενδύσεις σε δίκτυα και μπαταρίες διαμορφώνει νέες συνθήκες και θέτει νέα όρια στο πώς οι επενδυτές θα βλέπουν μελλοντικά τις επενδύσεις. Στην εξίσωση αυτής της αλλαγής η αγορά τοποθετεί στο επίκεντρο τον καταναλωτή -βιομηχανικό και οικιακό-, ενώ άνθρωποι που μίλησαν στο 9ο Συμπόσιο Ενεργειακής Μετάβασης έκαναν λόγο για ύπαρξη ισορροπίας στο μελλοντικό και ιδανικά ποικιλόμορφο ενεργειακό μείγμα. Στο τραπέζι τέθηκε και η ανάγκη για εκ νέου αναζήτηση χρηματοδοτικών εργαλείων, εφόσον όπως ανακοινώθηκε διά στόματος Θ. Σκυλακάκη οι κρατικές επιδοτήσεις τελείωσαν.

«Είμαστε σε μία νέα εποχή για τις επενδύσεις στον ενεργειακό τομέα. Οι ΑΠΕ είναι ο ακρογωνιαίος λίθος για την πράσινη μετάβαση. Ωστόσο, βαδίζουμε σε ένα μονοπάτι κατά το οποίο δεν θα υπάρχουν οι επιδοτήσεις, σύμφωνα με τα όσα ανακοίνωσε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θ. Σκυλακάκης. Οι λειτουργικές ενισχύσεις σταματούν, άρα χρειαζόμαστε νέα χρηματοδοτικά εργαλεία. Οι πόροι δεν θα είναι ανεξάντλητοι και δεν θα μπορούν να δοθούν επιδοτήσεις έστω και σε επίπεδο capex για τον αρχικό προϋπολογισμό που χρειάζεται μία επένδυση ΑΠΕ, ανέφερε ο Δρ. Κώστας Ανδριοσόπουλος Καθηγητής Χρηματοοικονομικών & Ενεργειακής Οικονομίας στο Audencia Business School, Διευθύνων Σύμβουλος στην Akuo Energy Greece και Πρόεδρος της Επιτροπής Ενέργειας στο ΕλληνοΑμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο. Αντίστοιχα, η Ελένη Βρεττού, Διευθύνουσα Σύμβουλος της Attica Bank σημείωσε χθες πως αμφότερες τράπεζες και επενδυτές πρέπει να γνωρίζουν τους πιθανούς κινδύνους που ενέχει μία επένδυση, ώστε να αναπροσαρμόσουν τις αποδόσεις που περιμένουν και τη συμμετοχή που θα έχουν στις επενδύσεις.

Ο κ. Γιάννης Καλαφατάς, Chief Executive Director, Energy της MYTILINEOS σημείωσε στο ίδιο πλαίσιο πως το να σταματάμε τις ενισχύσεις είναι μία «ακραία κίνηση». «Υπάρχουν τεχνολογίες που χρειάζονται επιδότηση διότι δεν είναι ώριμες. Επίσης, όπως ανέφερε αυτή η δήλωση γεννά ένα ερώτημα αναφορικά με το κατά πόσον θα επιταχύνουμε τις ενεργειακές εξελίξεις αν σταματήσουν τα σχήματα ενισχύσεων. Τέλος, ανέφερε ότι η αγορά αυτοπροσδιορίζεται και αξιολογεί με τον δικό της τρόπο μία επένδυση χωρίς περαιτέρω όρους.

«Χρειαζόμαστε αποθήκευση»

Ομοφωνία επικράτησε στη συζήτηση γύρω από την ανάγκη που υπάρχει για επενδύσεις γύρω από το κομμάτι της αποθήκευσης. «Η ελληνική αγορά είναι μία αγορά με μεγάλη διείσδυση από κυμαινόμενες ανανεώσιμες πηγές (φωτοβολταϊκά και αιολικά). Το ηλεκτρικό μας σύστημα πρέπει να αντιμετωπίζει καθημερινά την αυξομείωση στην παραγωγή των ΑΠΕ ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες», σημείωσε ο κ. Γιώργος Στάμτσης, Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Συνδέσμου Ανεξάρτητων Εταιρειών Ηλεκτρικής Ενέργειας. Μία δεύτερη πρόκληση για το σύστημα σύμφωνα με τον ίδιο είναι ότι θα πρέπει να καλύπτει τις αιχμές ζήτησης που υπάρχουν εποχιακά καλοκαίρι και χειμώνα. Προκειμένου να το κάνει αυτό θα πρέπει να αντιμετωπίσει τη μελλοντική αύξηση στη ζήτηση αν υλοποιηθούν τα σενάρια που αναφέρονται σε ένα μεγάλο εξηλεκτρισμό σημαντικών τομέων της οικονομίας και της κοινωνικής ζωής. «Έχουμε μία κατεύθυνση όσον αφορά τον σχεδιασμό της αγοράς. Αυτή η κατεύθυνση έρχεται από την ΕΕ για τις αγορές ηλεκτρισμού και αναμένουμε τη δημοσίευσή του στην εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις επόμενες ημέρες. Η μαγική λέξη τα επόμενα χρόνια είναι η εφαρμογή, ώστε να μην βρίσκεται στον αέρα η επενδυτική ασφάλεια», σημειώνει. «Χρειαζόμαστε αποθήκευση, σε κάθε μορφή, είτε αντλησιοταμίευση, είτε μπαταρίες. Θα δούμε αυτή τη στροφή τα επόμενα δύο χρόνια. Η αποθήκευση θα εξομαλύνει το φαινόμενο των αρνητικών τιμών που βλέπουμε λόγω πλεονάζουσας ενέργειας από ΑΠΕ», συμπλήρωσε ο κ. Ανδριοσόπουλος.

Ο κ. Καλαφατάς έθεσε έναν ακόμη προβληματισμό πηγαίνοντας τη συζήτηση ένα βήμα παρακάτω. «Η πράσινη μετάβαση είναι πολιτική απόφαση. Δεν σημαίνει ότι δεν το χρειάζεται ο πλανήτης, αλλά οι στόχοι που έθεσαν οι χώρες μεταφράζονται σε πολιτικές αποφάσεις. Η προσέγγιση αυτή διοχετεύτηκε και άφησε την αγορά να βρει τρόπους εφαρμογής. Ενώ πριν χρόνια η αγωνία ήταν πώς θα διεισδύσουν οι ΑΠΕ, τώρα ψάχνουμε να δούμε τι θα συμβεί με την υπερπληθώρα ενέργειας από ΑΠΕ. «Αυτό δείχνει αστοχία».

Σύμφωνα με τον ίδιο αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι υπάρχει στοχαστικότητα, η οποία θα έρθει αφενός από παραγωγή ΑΠΕ και αφετέρου από τη ζήτηση λόγω του εξηλεκτρισμού. «Ένα αμιγώς ηλεκτρικό αυτοκίνητο αν σε ετήσια βάση κάνει 10.000 χλμ τον χρόνο χρειάζεται την ενέργεια που καταναλώνει ένα σπίτι μία τριμελούς οικογένειας. Δεν καταφέραμε να καταλάβουμε νωρίς πως δεν μπορείς να προχωράς με γνώμονα τον μηχανισμό της αγοράς που αφορούσε ένα εντελώς διαφορετικό ενεργειακό μείγμα. H αποθήκευση πρέπει επίσης να έχει ένα όριο παρότι παρουσιάζεται ως απόλυτη λύση. Αν βάλουμε πολλή αποθήκευση, η εν λόγω τεχνολογία θα κανιβαλιστεί. Θα ανεβαίνουν οι τιμές το μεσημέρι και θα μειώνονται οι τιμές το απόγευμα. Η αγορά έχει να λύσει και αυτόν τον γρίφο», συμπλήρωσε.

Το ζήτημα της πρόσβασης στον ηλεκτρικό χώρο

Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανακοίνωσε πως «θα απελευθερώσουμε ηλεκτρικό χώρο και θα φτάσουμε να δώσουμε όρους σύνδεσης και στις ενεργειακές κοινότητες που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τη Δυτική Μακεδονία. Κομμάτι αυτού του χώρου που θα δημιουργηθεί θα οφείλεται στο γεγονός ότι κάποιοι επενδυτές δε θα ολοκληρώσουν τα έργα για τα οποία έχουν ζητήσει χώρο». Ο κ. Ανδριοσόπουλος σημείωσε πως οι συνθήκες καθιστούν αναγκαία μία συζήτηση γύρω από την πρόσβαση στον ηλεκτρικό χώρο. «Πρέπει να δίνεται η ευκαιρία στον οποιοδήποτε βιομηχανικό καταναλωτή που θέλει να μειώσει το κόστος του, να βάλει κάποια μονάδα ΑΠΕ για ιδιοκατανάλωση, να συνδέεται με πιο γρήγορες διαδικασίες στο δίκτυο. Πλέον, έχουμε μεγάλα έργα σε εξέλιξη, αλλά έχουμε ακόμα δρόμο. Οι επενδύσεις πρέπει να γίνονται με γνώμονα το μέλλον, οι οποίες θα είναι απαραίτητες για να υποδεχτούν όλον αυτόν τον όγκο ενέργειας. Είτε θα μπαίνουν στο σχήμα οι επενδυτές που θέλουν να πάρουν ρίσκο, είτε οι βιομηχανικοί καταναλωτές που θέλουν πρόσβαση σε φθηνή ενέργεια. Πάμε σε μία νέα δομή της ενεργειακής αγοράς. Το τέμπο το δίνουν πλέον και οι καταναλωτές -οικιακοί και βιομηχανικοί, οι οποίοι θα αναζητούν ένα πράσινο προϊόν.

Αντίστοιχα, ο κ. Καλαφατάς σημείωσε πως ο αν τελικός καταναλωτής ζητήσει προϊόντα που είναι βιώσιμα και θέλει να πληρώσει κάτι παραπάνω για αυτά, αυτό θα επηρεάσει την αλυσίδα αξίας, όλης της βιομηχανίας. Ωστόσο, όπως σημείωσε στην παρούσα φάση ως εταιρεία δεν μας νοιάζει πόσο θα πρασινίσει το αλουμίνιο, αλλά να συνεχίσει να παράγεται. Αν ο πελάτης ζητά πράσινο αλουμίνιο, θα λάβουμε άλλα μέτρα».

Τέλος, ο κ. Στάμτσης όσον αφορά τον μετασχηματισμό του συστήματος θεωρεί πως λύση είναι η δημιουργία μίας νέας αγοράς διαθέσιμης ισχύος. «Στην Ελλάδα θα πρέπει να επιταχύνουμε τη διαδικασία για τη δημιουργία μίας νέας αγοράς διαθέσιμης ισχύος προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που θα προκληθούν από ένα σύστημα με μεγάλη διείσδυση κυμαινόμενων ΑΠΕ. Μέσα από αγορακεντρικούς μηχανισμούς οι ποσότητες κατανεμόμενης ισχύος που είναι απαραίτητες στους διαχειριστές θα αποκτούν πρόσβαση σε μία ακόμα πηγή εισοδήματος, ώστε να καταστούν οικονομικά βιώσιμες και να μην διακυβεύεται η ασφάλεια του εφοδιασμού». Αγορά διαθέσιμης ισχύος υπάρχει σε Γαλλία, Πολωνία, Βρετανία, Ιταλία και τώρα και σε Γερμανία.« Τώρα είναι η στιγμή και στην Ελλάδα. Να επιταχύνουμε τις διαδικασίες για να έχουμε το εν λόγω μοντέλο μέσα στον επόμενο 1,5 χρόνο».

Διαβάστε ακόμη