Τα πάνω κάτω στην αγορά ενέργειας θα φέρει η μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ τα επόμενα χρόνια, αλλάζοντας ριζικά τον τρόπο που λειτουργεί η αγορά αλλά και τα οικονομικά δεδομένα για τις εταιρείες ενέργειας.
Ειδικότερα, το πρόβλημα στη βιωσιμότητα των επενδύσεων ΑΠΕ θα παρουσιαστεί από το 2027 απειλώντας τα επενδυτικά σχέδια που θα έχουν διαμορφωθεί, λόγω της χαμηλής ζήτησης ενέργειας και της μεγάλης προσφοράς, που θα φέρει σημαντικές περικοπές.
«Πρέπει να προσαρμοστούν οι επενδυτές των ΑΠΕ σε πολύ μικρότερες αποδόσεις και πιο σύνθετο τρόπο διαχείρισης των επενδύσεών τους είπε χθες ο Γενικός Γραμματέας του ΥΠΕΝ κ. Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης, μιλώντας στο συνέδριο Power and Gas Forum
Όπως εξήγησε, «οι περικοπές στις ΑΠΕ θα προκύψουν το 2027-2028, όταν θα έχουν ολοκληρωθεί τα μεγάλα έργα που κατασκευάζονται τώρα, που έχουν πάρει όρους σύνδεσης και αυτά που θα πάρουν στο πλαίσιο του Overbooking που επεξεργαζόμαστε. Τότε θα δημιουργηθεί τόσο θέμα οικονομικό, γιατί δεν θα υπάρχει πού να πουληθεί η ενέργεια η οποία θα παράγεται, αλλά και θέμα συμφόρησης του δικτύου. Και θα πρέπει να βρούμε ένα δίκαιο αποτελεσματικό και τεχνικά εφικτό τρόπο για να κάνουμε περικοπές.
Αυτές οι περικοπές θα ενοχλήσουν και θα πρέπει να προσαρμοστούν οι επενδυτές, όσοι από αυτούς είναι προσαρμοστικοί σε πολύ μικρότερα IRR» και πολύ πιο σύνθετο τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να διαχειρίζονται τις επενδύσεις τους.
Την ανάγκη να μεταρρυθμιστεί η αγορά αλλά και να αλλάξουν τα επιχειρηματικά σχέδιά τους οι εταιρείες ενέργειας προκύπτει και από την τοποθέτηση του καθηγητή του ΕΜΠ, Παντελή Κάπρου, ο οποίος μιλώντας στο ίδιο συνέδριο περιέγραψε πώς θα είναι η αγορά το 2030, όταν το 80% της παραγωγής ενέργειας θα προέρχεται από τις ΑΠΕ και θα συμβαίνουν τα εξής παράδοξα:
Οι μονάδες φυσικού αερίου θα παράγουν το 14% της ενέργειας, αλλά θα διαμορφώνουν το 90% των ωρών την τιμή ισορροπίας της αγοράς. Η τιμή θα βυθίζεται κατά τη διάρκεια της ηλιοφάνειας και θα εξαρτάται από τις τιμές του φυσικού αερίου.
Θα υπάρχει απόλυτο μονοπώλιο στη διαμόρφωση της τιμής εξισορρόπησης της αγοράς και κανένας ανταγωνισμός. «Το παραδοσιακό μοντέλο της αγοράς που βασιζόταν σε δύο τεχνολογίες (μια τεχνολογία ακριβό καύσιμο και μικρό CAPEX και μια τεχνολογία με φθηνό καύσιμο με και ακριβές επενδύσεις) και συνδυάζονταν και αποτελούσαν τη βάση της χρηματιστηριακής αγοράς είναι πια παρελθόν. Τώρα έχουμε μόνο μονάδες φυσικού αερίου που δεν θα παράγουν ενέργεια, αλλά μόνο εξισορροπήσεις και υπηρεσίες συστήματος».
Το 80% της ενέργειας θα παράγεται από εγκαταστάσεις που δεν έχουν οριακό κόστος αλλά θα εξαρτώνται μόνο από το κόστος κεφαλαίου. Για να χρηματοδοτηθεί θα χρειάζεται ομαλή απορρόφηση για μεγάλο χρονικό διάστημα για να μπορέσει να χρηματοδοτηθούν.
Η ώριμη αγορά του μέλλοντος θα αποτελείται από μια μικρή χρηματιστηριακή αγορά που θα εξασφαλίζει τη διαχείριση των αποκλίσεων και τη διαχείριση της εξισορρόπησης και των επικουρικών υπηρεσιών και μια μεγάλη αγορά σταθερών διμερών συμβολαίων και συνδυασμών διμερών συμβολαίων από διάφορους προμηθευτές σε χαρτοφυλάκιο.
Και τόνισε ο κ. Κάπρος ότι για να λειτουργήσει η αγορά στην εντελώς νέα αυτή μορφή της θα χρειαστεί μια μεταρρύθμιση, που θα αλλάξει τους κανόνες χρηματιστηριακής αγοράς ώστε να γίνει ευέλικτη και ικανή να διαχειριστεί τα διμερή συμβόλαια με την ασφάλεια του dispatching και του balancing, ώστε να χτιστούν οι αγορές τω διμερών συμβολαίων.
Και τόνισε ότι ενώ οι ΑΠΕ δεν έχουν μεταβλητό κόστος παρά μόνο CAPEX, το πλεονέκτημα αυτό «χάνεται» από τη λειτουργία του target model και των οικείων χρηματιστηριακών αγορών με αποτέλεσμα, εν τέλει, όπως ανέφερε ο κ. καθηγητής, να χάνεται το βασικό πλεονέκτημα των ΑΠΕ. Και κατέληξε ότι χρειάζεται και μεταρρύθμιση του target model, «που μόνο target model δεν είναι».