Τα περιθώρια στενεύουν για την Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία πρέπει να αναπτύξει δικές της υποδομές υδρογόνου και να μην αποκτήσει μια νέα εξάρτηση από εισαγωγές, όπως συνέβη στο παρελθόν με την περίπτωση του φυσικού αερίου και τη Ρωσία.
Αυτό ακριβώς είναι το συμπέρασμα της ανάλυσης Τransport & Environment (T&E), της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας πράσινων μεταφορών. Το σχέδιο RePowerEU της ΕΕ, που δημιουργήθηκε ως απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, στοχεύει στην παραγωγή 20 εκατομμυρίων τόνων υδρογόνου από ανανεώσιμες πηγές έως το 2030, με το ήμισυ να προέρχεται από εισαγωγές. Σε έκθεσή του καταλήγει ότι αυτό δεν είναι ρεαλιστικό σενάριο. Η έκθεση εξετάζει έξι βασικές χώρες με σχέδια εξαγωγής υδρογόνου στην ΕΕ: Νορβηγία, Χιλή, Αίγυπτος, Μαρόκο, Ναμίμπια και Ομάν. Η T&E λέει ότι αυτές οι χώρες μαζί θα είναι σε θέση να παραδώσουν μόνο το ένα τέταρτο των 10 εκατομμυρίων τόνων που στοχεύουν.
Μέχρι στιγμής, μόλις το 1% της παραγωγής πράσινου υδρογόνου που σχεδιάζεται από αυτά τα έθνη έχει λάβει χρηματοδότηση. Αν και μπορεί να έχουν μεγάλες δυνατότητες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι τεράστιες επενδύσεις που απαιτούνται για την επίτευξη της δικής τους εγχώριας απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές – πόσο μάλλον για την εξαγωγή υδρογόνου – δεν είναι ακόμη ορατές (με εξαίρεση τη Νορβηγία). Απαιτούνται τεράστιες ποσότητες νερού για την παραγωγή υδρογόνου (και πάλι, μόνο η Νορβηγία μπορεί να αποφύγει τη σημαντική λειψυδρία που αυτό συνεπάγεται).
Νορβηγία, Χιλή, Αίγυπτος, Μαρόκο, Ναμίμπια, Ομάν
Το RePowerEU της ΕΕ, εκπονεί σχέδια για παραγωγή 20 εκατομμυρίων τόνων ανανεώσιμου υδρογόνου έως το 2030, με το ήμισυ από αυτό να προέρχεται από εισαγωγές. Η εταιρεία συμβούλων Ricardo για λογαριασμό της T&E εξέτασε έξι χώρες με μεγάλα σχέδια εξαγωγής υδρογόνου στην ΕΕ: Νορβηγία, Χιλή, Αίγυπτος, Μαρόκο, Ναμίμπια και Ομάν. Εκτιμά ότι αυτές οι χώρες μαζί θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν μόνο το ένα τέταρτο των 10 εκατομμυρίων τόνων εισαγωγών που στοχεύει η RePowerEU.
Η ανάλυση των εθνικών στρατηγικών των έξι χωρών δείχνει ότι η ΕΕ θεωρείται βασική αγορά για τις εξαγωγές υδρογόνου. Το Ομάν, για παράδειγμα, αναμένει να εξάγει περισσότερα από τα δύο τρίτα της παραγωγής του υδρογόνου στην ΕΕ το 2030. Αλλά μια σημαντική πρόκληση είναι ότι αυτές οι εξαγωγικές χώρες –πολλές που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα και τη λειψυδρία– αντιμετωπίζουν μεγάλα εμπόδια για την κλιμάκωση της παραγωγής. Το υδρογόνο απαιτεί επίσης σημαντικές ποσότητες νερού. Μεταξύ 55 και 80 εκατομμυρίων τόνων νερού θα απαιτηθούν για την παραγωγή των 2,6 Mt H2 που σχεδιάζεται να εξαχθεί στην ΕΕ το 2030 – το ισοδύναμο με 32.000 ολυμπιακές πισίνες κάθε χρόνο.
Εκτός από τη Νορβηγία, οι άλλες πέντε χώρες έχουν επί του παρόντος περιορισμένη δυναμικότητα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Το Ομάν, για παράδειγμα, βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στα ορυκτά καύσιμα για την τροφοδοσία του δικτύου του. Επομένως, αυτές οι χώρες θα απαιτήσουν τεράστιες επενδύσεις στην παραγωγή καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας για την εξαγωγή πράσινου υδρογόνου καθώς και για την απεξάρτηση από τον άνθρακα των δικών τους δικτύων. Η Ναμίμπια είναι η πιο ακραία περίπτωση, καθώς χρειάζεται πάνω από δέκα φορές τις προβλεπόμενες απαιτήσεις ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας το 2030 για να καλύψει τις προγραμματισμένες εξαγωγές υδρογόνου στην ΕΕ. Οι μισοί κάτοικοι της Ναμίμπια επί του παρόντος δεν έχουν καθόλου πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια.
Όλες οι χώρες που εξετάστηκαν, εκτός από τη Νορβηγία, θα αντιμετωπίσουν σημαντική λειψυδρία τις επόμενες δεκαετίες. Επί του παρόντος δεν υπάρχει υποδομή για τη μεταφορά υδρογόνου σε μεγάλες αποστάσεις. Οι αγωγοί υδρογόνου, για παράδειγμα προς τη Βόρεια Αφρική, θα χρειαστούν χρόνια για να κατασκευαστούν.
Η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρωθεί στην εγχώρια παραγωγή υδρογόνου και να περιορίσει τη χρήση του σε τομείς που δύσκολα υποχωρούν όπως η ναυτιλία, η αεροπορία και τα λιπάσματα, λέει η T&E. Με αυτόν τον τρόπο, η περιοχή θα χρειαζόταν μόνο έως 7,5 εκατομμύρια τόνους μέχρι το 2030 και θα εξακολουθούσε να δημιουργεί μια πολύτιμη εγχώρια βιομηχανία και εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας.
Και ενώ το μέλλον της εγχώριας παραγωγής στην Ευρώπη χωλαίνει γίνεται γνωστό ότι αναμένεται να καθυστερήσει μερικούς μήνες η δεύτερη δημοπρασία των 2,2 δισεκατομμυρίων ευρώ (2,4 δισεκατομμύρια δολάρια) επιδοτήσεων πράσινου υδρογόνου στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Υδρογόνου της ΕΕ προκειμένου να συλλεχθούν πληροφορίες από τον πρώτο γύρο, σύμφωνα με το Hydrogen Insight. Ο επόμενος γύρος προσφορών έχει προγραμματιστεί να διεξαχθεί αυτό το φθινόπωρο και όχι την άνοιξη όπως είχε αρχικά ανακοινωθεί, παρότι δεν έχει ληφθεί τελική απόφαση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (EΕ). Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν (Πρόεδρος της EΕ) δήλωσε τον Νοέμβριο του 2023 ότι ο διαγωνισμός των 2,2 δισ. ευρώ θα ανοίξει την άνοιξη, αλλά κάτι τέτοιο δεν θα γίνει άμεσα..
Αυτό προκαλεί απογοήτευση μεταξύ των μελλοντικών Ευρωπαίων παραγωγών ανανεώσιμων πηγών H2 οι οποίοι στο παρελθόν υποστήριξαν ότι η ΕΕ αργεί πολύ να εγκαινιάσει τα προγράμματα επιδοτήσεων και τα ρυθμιστικά πλαίσια, καθυστερώντας την κατασκευή έργων πράσινου υδρογόνου. Ωστόσο, δεδομένου του χρόνου που θα χρειαστεί για τη συγκέντρωση και την αξιολόγηση των σχολίων, η έναρξη του φθινοπώρου του 2024 για τον δεύτερο γύρο προσφορών φαίνεται «ρεαλιστική» και «λογική», είπε μια από τις πηγές στο Hydrogen Insight.