Στην τελική ευθεία έχει εισέλθει η διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για την ανάπτυξη της αγοράς βιομεθανίου. Καθοριστικό ρόλο θα παίξουν τα κίνητρα που θα δοθούν για την κατανάλωση του ανανεώσιμου αερίου ώστε να επιταχυνθεί το «πρασίνισμα» των μεταφορών και η επίτευξη των κλιματικών στόχων για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) έχει ολοκληρώσει τη διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους φορείς της αγοράς και ετοιμάζει να βγάλει σε δημόσια διαβούλευση τους βασικούς άξονες του νέου πλαισίου ώστε εν συνεχεία να ψηφιστεί από τη Βουλή. Σε συνάντηση που έγινε στα τέλη Δεκεμβρίου παρουσιάστηκαν ορισμένοι άξονες, που αφορούν μεταξύ άλλων στο καθεστώς ενίσχυσης των μονάδων παραγωγής βιομεθανίου, τη σύνδεση στα δίκτυα και την προμήθεια της πρώτης ύλης. Ωστόσο υπάρχουν ακόμα ασάφειες που δεν έχουν καθοριστεί.
Ο ΥΠΕΝ Θεόδωρος Σκυλακάκης, φέρεται να προκρίνει τη διενέργεια μειοδοτικών διαγωνισμών προκειμένου να αδειοδοτούνται οι μονάδες παραγωγής που θα προσφέρουν τη χαμηλότερη τιμή, ενώ παράλληλα θα θεσμοθετήσει κίνητρα για τη μετατροπή των μονάδων βιοαερίου σε μονάδες βιομεθανίου.
Για κάθε μία ηλεκτρική μεγαβατώρα, απαιτούνται 2,4 θερμικές μεγαβατώρες από τις μονάδες βιοαερίου. Οι μονάδες βιοαερίου αμείβονται με 220 ευρώ/MWh για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγουν, συνεπώς η αμοιβή των μονάδων βιομεθανίου θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 90 ευρώ/θερμική μεγαβατώρα για να έχουν το ίδιο οικονομικό αποτέλεσμα.
Όπως επισημαίνουν πηγές της αγοράς, αυτή η τιμή θα πρέπει να είναι η κατώτερη (συν ένα εύλογο κέρδος) ώστε να έχουν κίνητρο οι μονάδες βιοαερίου να σταματήσουν την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και να αναβαθμίσουν το βιοαέριο, αφαιρώντας το διοξείδιο του άνθρακα, ώστε να μετατραπεί σε βιομεθάνιο. Ωστόσο, αν προχωρήσει το σχήμα των μειοδοτικών διαγωνισμών, είναι ασαφές το κατά πόσο θα μπορεί να τεθεί το συγκεκριμένο όριο.
Στο θεσμικό πλαίσιο, δεν είναι σαφές ακόμα αν η διάρκεια των συμβάσεων που θα συνάπτουν οι μονάδες παραγωγής βιομεθανίου θα είναι 10 ή 20 έτη. Η 10ετής διάρκεια ίσως έχει νόημα για μια υφιστάμενη μονάδα, σε καμία περίπτωση όμως για μια καινούρια.
Επιπλέον, δεν είναι ξεκάθαρος ο μηχανισμός για την απορρόφηση των ποσοτήτων του ανανεώσιμου αερίου που θα παράγεται. Για παράδειγμα, αν από τους διαγωνισμούς προκύψουν 20 μονάδες να εγχέουν στο δίκτυο, θα πρέπει να εξασφαλιστούν οι αγοραστές στους οποίους θα διατίθενται αυτές οι ποσότητες.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι απαραίτητο, όπως σημειώνουν πηγές της αγοράς, η θεσμοθέτηση ενός καθεστώτος ποσοστώσεων (quotas) σε προμηθευτές και τελικούς καταναλωτές, προκειμένου ένα μέρος της ενέργειας που προμηθεύουν ή καταναλώνουν αντίστοιχα να πρέπει να καλύπτεται από το βιομεθάνιο. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τους καταναλωτές, οι κλάδοι της ακτοπλοΐας και των βαρέων οχημάτων οδικών μεταφορών είναι μεταξύ αυτών στους οποίους πρέπει να δοθεί έμφαση για την αύξηση της κατανάλωσης. Το σχήμα ενίσχυσης των μονάδων παραγωγής βιομεθανίου θα είναι to feed in premium (Contract for Differences – CfDs). Τα CfDs λειτουργούν ως εξής: Αν υποτεθεί ότι η τιμή του βιομεθανίου θα είναι 100 ευρώ/θερμική μεγαβατώρα (MWh) και η Μεσοσταθμική Τιμή Φυσικού Αερίου (ΜΤΦΑ – η «εύλογη» τιμή του φυσικού αερίου στην Ελλάδα) 50 ευρώ, τότε ο ΔΑΠΕΕΠ επιστρέφει στις μονάδες 50 ευρώ/MWh. Αν η ΜΤΦΑ είναι 150 ευρώ, τότε οι παραγωγοί βιομεθανίου θα επιστρέφουν στον ΔΑΠΕΕΠ 50 ευρώ/MWh,
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι στίχοι που θέτει η κοινοτική οδηγία Renewable Energy Directive ΙΙ (RED II) είναι έως το 2030 η παραγωγή βιομεθανίου να ανέλθει σε 35 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως. Το 2022, η ευρωπαϊκή παραγωγή είχε ανέλθει σε 4,5 δισ. κυβικά μέτρα, ενώ το 2023 εκτιμάται ότι ξεπέρασε τα 5 δισ. κυβικά μέτρα.
Ο στόχος που τίθεται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) είναι η εγχώρια παραγωγή να ανέλθει σε 0,2 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως ως το 2030, στόχος o οποίος είναι πιθανότατα ανέφικτος, καθώς για να επιτευχθεί θα πρέπει να διπλασιαστούν όλες οι υφιστάμενες μονάδες βιοαερίου και να μετατραπούν σε μονάδες παραγωγής βιομεθανίου.