«Όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά» ήταν το σύνθημα που κάποτε δονούσε τις συγκεντρώσεις στα αγροτικά μπλόκα. Από εκείνες τις αλήστου μνήμης εποχές έχουν περάσει πολλά χρόνια και σήμερα πιο πολύ από ποτέ άλλοτε οι απαντήσεις στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο πρωτογενής τομέας είναι διαφορετικές. Πέρα από το συνδικαλιστικό μαξιμαλισμό, τη λαϊκιστική φλυαρία και τις ανούσιες κομματικές αντιπαραθέσεις, τα προβλήματα των αγροτών είναι πραγματικά και απαιτούν άμεσες, ρεαλιστικές και αποτελεσματικές λύσεις.
Οι Έλληνες γεωργοί και κτηνοτρόφοι χρειάζονται ένα χαμηλό, σταθερό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για να παραμείνουν στη γη τους και να διασφαλίσουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα, πόσο δε μάλλον για να καταφέρουν να είναι ανταγωνιστικοί στις διεθνείς αγορές. Στην εποχή της ενεργειακής μετάβασης, ο μόνος τρόπος για να το εξασφαλίσουν αυτό σε μακροχρόνια βάση είναι η παραγωγή ρεύματος από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).
Όμως, η διείσδυση των ΑΠΕ θα πρέπει να γίνει προσεκτικά με ολοκληρωμένο μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ώστε να μην καταστρέφεται παραγωγική γη και να εξασφαλίζουν ορισμένοι προνομιούχοι ένα πλούσιο εισόδημα, υπονομεύοντας την επισιτιστική ασφάλεια της χώρας.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση την προηγούμενη εβδομάδα κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, αν και θα έπρεπε να τα είχε ήδη εφαρμόσει εδώ και πολύ καιρό και να μην περιμένει τις κινητοποιήσεις των αγροτών για να προχωρήσει στις σχετικές εξαγγελίες.
Η διάθεση νέου χώρου στο ηλεκτρικό δίκτυο, η αύξηση του επιτρεπόμενου ορίου ισχύος των φωτοβολταϊκών συστημάτων, η προτεραιότητα στη σύνδεση και τα αγροβολταϊκά, αποτελούν μερικές από τις αυτονόητες ρυθμίσεις για μια χώρα που θέλει να έχει έναν ισχυρό πρωτογενή τομέα που θα παράγει ποιοτικά προϊόντα σε ανταγωνιστικές τιμές.
Κάλλιο αργά παρά ποτέ. Τώρα, αυτό που έχει σημασία είναι οι κυβερνητικές εξαγγελίες να γίνουν πράξη το ταχύτερο δυνατό ώστε οι αγρότες -και όλοι οι πολίτες- να δουν στην πράξη τα πολλαπλά οφέλη της φθηνής καθαρής ενέργειας.